tag:blogger.com,1999:blog-20303352757569708032024-03-21T19:18:52.374-07:00ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ / ANTHOLOGYΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ: ΦΙΛΟΘΕΗ ΚΟΛΙΤΣΗfkhttp://www.blogger.com/profile/16929972766556802480noreply@blogger.comBlogger22125tag:blogger.com,1999:blog-2030335275756970803.post-74868886743305371462022-08-10T07:37:00.008-07:002022-08-10T07:43:40.445-07:00<p style="text-align: center;"><span style="color: red; font-size: medium;"><b>Φώτη Κόντογλου, "Ο κούκος" </b></span></p><p style="text-align: center;"><span style="color: red; font-size: medium;"></span></p><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><span style="color: red; font-size: medium;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEi_EbhNPlebhz-9D5FvUP0oBZD_N1DkidMzbRZJQQvBtHxLGXOjRdZLXcepzMIM2Po6DesriMjk2btVOv_NUOB3ySexU3RGueU_ZNOhco0BniPpUktXHGIj1UiV-0TIvfI6zRrINvFJGSQbYESIl_7offCwix1xltncZBpOVKwQOBMbiEWTSf31MMUH/s768/treis-ki-o-koukos_768x500.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="500" data-original-width="768" height="260" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEi_EbhNPlebhz-9D5FvUP0oBZD_N1DkidMzbRZJQQvBtHxLGXOjRdZLXcepzMIM2Po6DesriMjk2btVOv_NUOB3ySexU3RGueU_ZNOhco0BniPpUktXHGIj1UiV-0TIvfI6zRrINvFJGSQbYESIl_7offCwix1xltncZBpOVKwQOBMbiEWTSf31MMUH/w400-h260/treis-ki-o-koukos_768x500.jpg" width="400" /></a></span></div><span style="color: red; font-size: medium;"><br /><b><br /></b></span><p></p><p style="text-align: right;"><span style="font-size: medium;">Αφιερώνεται στον Π. ΓΑΡΑΤΖΟΓΙΑΝΝΗ </span></p><p><span style="font-size: medium;">Ο κούκος είναι ένα ερημικό πουλί. Τρουπώνει βαθιά μέσα στο δάσος, και λέει το απλό του τραγούδι: Κούκου, κούκου, κούκου!</span></p><p><span style="font-size: medium;">Δεν τραγουδά για να τον ακούσει κανένας, γιατί για τον κούκο δεν υπάρχει κανένας. Κι έπειτα το τραγούδι του είναι τιποτένιο, ένα τίποτα: Κούκου!</span></p><p><span style="font-size: medium;">Μα άραγες δεν έχει καρδιά ο κούκος; Κλαίγει ή τραγουδά ή λέει το Φως ιλαρόν, τώρα το βράδυ;</span></p><p><span style="font-size: medium;">Εκατομμύρια κλαριά τον ζώνουν. Ο ήλιος κρύφτηκε πίσω απ’ το σκοτεινό βουνό· αυτός όλο όλο που ξέρει, είναι τούτο το τίποτα: Κούκου!</span></p><p><span style="font-size: medium;">Αυτός δεν είναι μήτε ψάλτης μήτε βιολιτζής μήτε στρατηγός μήτε καραβοκύρης· όλ’ αυτά τα ζούζουλα δεν ξέρει κιόλας πως υπάρχουν στον κόσμο.</span></p><p><span style="font-size: medium;">Το φτεράκι του ανατριχιάζει, τα πόδια του σφίγγουν το κλαρί και φωνάζει: Κούκου, κούκου!</span></p><p><span style="font-size: medium;">Το δάσος είναι έρημο· μα ο Θεός χαϊδεύει το σκούρο του το φτερό· ακούγει το παράπονο του.</span></p><p style="text-align: right;"><span style="font-size: medium;">[Σουρούπωμα μέσα σ’ ένα έρημο δάσος του Άθωνα - Μάης 1923]</span></p><p style="text-align: center;"></p><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjA7TM4CYvyJZw0RcVa16bLfRfwQ-OcpvMgxnDySwn4WOvsRrQwnVYimGROFgAuxJNBFXh2mSnRnz_bYthDwdaIUocMmpeLqua6TWMcEl9WDcxfwHyXNxawKF7yRX73nqqLiqfeO-4cbWGKedmVCRgz5Mf3clESFp_-2OwaFeJQpZWhlulPQfBywEBT/s800/%CE%B7%CE%BB%CE%B9%CE%BF%CE%B2%CE%B1%CF%83%CE%AF%CE%BB%CE%B5%CE%BC%CE%B1-%CF%83%CF%84%CE%BF-%CE%B4%CE%AC%CF%83%CE%BF%CF%82-28717204.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="535" data-original-width="800" height="268" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjA7TM4CYvyJZw0RcVa16bLfRfwQ-OcpvMgxnDySwn4WOvsRrQwnVYimGROFgAuxJNBFXh2mSnRnz_bYthDwdaIUocMmpeLqua6TWMcEl9WDcxfwHyXNxawKF7yRX73nqqLiqfeO-4cbWGKedmVCRgz5Mf3clESFp_-2OwaFeJQpZWhlulPQfBywEBT/w400-h268/%CE%B7%CE%BB%CE%B9%CE%BF%CE%B2%CE%B1%CF%83%CE%AF%CE%BB%CE%B5%CE%BC%CE%B1-%CF%83%CF%84%CE%BF-%CE%B4%CE%AC%CF%83%CE%BF%CF%82-28717204.jpg" width="400" /></a></div><br /><span style="font-size: medium;"><br /></span><p></p><p style="text-align: right;"><br /></p><p> </p>fkhttp://www.blogger.com/profile/16929972766556802480noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2030335275756970803.post-7253720821203613592020-11-14T10:17:00.021-08:002020-11-14T23:23:50.376-08:00Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Η φόνισσα / Papadiamantis-fonissa-1903<p style="text-align: center;"><span style="font-family: times; font-size: medium;"> <b style="text-align: center;"><span style="color: red;">ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ </span></b></span></p><p style="text-align: center;"><b><span style="color: red; font-family: times; font-size: medium;">Η ΦΟΝΙΣΣΑ (1903) </span></b></p><p style="text-align: center;"><b></b></p><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><b><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjWqauC2nNIjrmrEImOownWoN9VcI8_H_XBBcLQmi8Pu51MjZmoYxQJ_4s-ouJCGjPMYIV-zpDm0oEqvX0UtMpjqFIdTxeBlNQagjtxrHBuNHYtLnUs_0yfyx6O284Fei9FWRc0RdmgmutO/s1100/Papadiamantis.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="763" data-original-width="1100" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjWqauC2nNIjrmrEImOownWoN9VcI8_H_XBBcLQmi8Pu51MjZmoYxQJ_4s-ouJCGjPMYIV-zpDm0oEqvX0UtMpjqFIdTxeBlNQagjtxrHBuNHYtLnUs_0yfyx6O284Fei9FWRc0RdmgmutO/s320/Papadiamantis.jpg" width="320" /></a></b></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><b><span style="color: #2b00fe;">Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης </span></b></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><b><span style="color: #2b00fe;">Στο καφενείο της Δεξαμενής, φωτογραφία του Παύλου Νιρβάνα, 1906 </span></b></div><b><div style="text-align: center;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;"><br /></span></b></div><div style="text-align: center;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α</span></b></div></b><p></p><p><span style="font-family: times; font-size: large;">Μισοπλαγιασμένη κοντὰ εἰς τὴν ἑστίαν, μὲ σφαλιστὰ τὰ ὄμματα, τὴν κεφαλὴν ἀκουμβῶσα εἰς τὸ κράσπεδον τῆς ἑστίας, τὸ λεγόμενον «φουγοπόδαρο»*, ἡ θεια-Χαδούλα, ἡ κοινῶς καλουμένη Γιαννοὺ ἡ Φράγκισσα, δὲν ἐκοιμᾶτο, ἀλλ᾽ ἐθυσίαζε τὸν ὕπνον πλησίον εἰς τὸ λίκνον τῆς ἀσθενούσης μικρᾶς ἐγγονῆς της. Ὅσον διὰ τὴν λεχώ, τὴν μητέρα τοῦ πάσχοντος βρέφους, αὕτη πρὸ ὀλίγου εἶχεν ἀποκοιμηθῆ ἐπὶ τῆς χθαμαλῆς, πενιχρᾶς κλίνης της.</span></p><p><span style="font-family: times; font-size: large;">Ὁ μικρὸς λύχνος, κρεμαστός, ἐτρεμόσβηνε κάτω τοῦ φατνώματος τῆς ἑστίας. Ἔρριπτε σκιὰν ἀντὶ φωτὸς εἰς τὰ ὀλίγα πενιχρὰ ἔπιπλα, τὰ ὁποῖα ἐφαίνοντο καθαριώτερα καὶ κοσμιώτερα τὴν νύκτα. Οἱ τρεῖς μισοκαυμένοι δαυλοί, καὶ τὸ μέγα ὀρθὸν κούτσουρον τῆς ἑστίας, ἔρριπτον πολλὴν στάκτην, ὀλίγην ἀνθρακιὰν καὶ σπανίως βρέμουσαν φλόγα, κάμνουσαν τὴν γραῖαν νὰ ἐνθυμῆται μέσα εἰς τὴν νύσταν της τὴν ἀποῦσαν μικροτέραν κόρην της, τὴν Κρινιώ, ἥτις ἂν εὑρίσκετο τώρα ἐντὸς τοῦ δωματίου, θὰ ὑπεψιθύριζε μὲ τόνον λογαοιδικόν: «Ἂν εἶναι φίλος, νὰ χαρῇ, ἂν εἶν᾽ ἐχθρός, νὰ σκάσῃ…»</span></p><p></p><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><span style="font-family: times; font-size: large; margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEh6MrqOt4EhS83ZS49MhvHs2PeGYZpUQAQ2zR_3P9R_IVjduRylIroX-SCynDWuI2Trp5W-s-y-bUH4rM8QMUPTrnP9LWC3hlteHkx20AMCs6wj3xOI9z1fEGJJyEKeog6EHwaZZADmK-ZD/s660/%25CE%25A6%25CF%2581%25CE%25B1%25CE%25B3%25CE%25BA%25CE%25BF%25CE%25B3%25CE%25B9%25CE%25B1%25CE%25BD%25CE%25BD%25CE%25BF%25CF%258D.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="376" data-original-width="660" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEh6MrqOt4EhS83ZS49MhvHs2PeGYZpUQAQ2zR_3P9R_IVjduRylIroX-SCynDWuI2Trp5W-s-y-bUH4rM8QMUPTrnP9LWC3hlteHkx20AMCs6wj3xOI9z1fEGJJyEKeog6EHwaZZADmK-ZD/s320/%25CE%25A6%25CF%2581%25CE%25B1%25CE%25B3%25CE%25BA%25CE%25BF%25CE%25B3%25CE%25B9%25CE%25B1%25CE%25BD%25CE%25BD%25CE%25BF%25CF%258D.jpg" width="320" /></a></span></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><b><span style="color: #2b00fe;">Από την ταινία "Η φόνισσα" σε σκηνοθεσία Κώστα Φέρρη (1974)</span></b></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><b><span style="color: #2b00fe;">Φραγκογιαννού η Μαρία Αλκαίου</span></b></div><p></p><p><b><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ Χαδούλα, ἡ λεγομένη Φράγκισσα, ἢ ἄλλως Φραγκογιαννού, ἦτο γυνὴ σχεδὸν ἑξηκοντοῦτις, καλοκαμωμένη, μὲ ἁδροὺς χαρακτῆρας, μὲ ἦθος ἀνδρικόν, καὶ μὲ δύο μικρὰς ἄκρας μύστακος ἄνω τῶν χειλέων της. Εἰς τοὺς λογισμούς της, συγκεφαλαιοῦσα ὅλην τὴν ζωήν της, ἔβλεπεν ὅτι ποτὲ δὲν εἶχε κάμει ἄλλο τίποτε εἰμὴ νὰ ὑπηρετῇ τοὺς ἄλλους. Ὅταν ἦτο παιδίσκη, ὑπηρέτει τοὺς γονεῖς της. Ὅταν ὑπανδρεύθη, ἔγινε σκλάβα τοῦ συζύγου της ― καὶ ὅμως, ὡς ἐκ τοῦ χαρακτῆρός της καὶ τῆς ἀδυναμίας ἐκείνου, ἦτο συγχρόνως καὶ κηδεμὼν αὐτοῦ· ὅταν ἀπέκτησε τέκνα, ἔγινε δούλα τῶν τέκνων της· ὅταν τὰ τέκνα της ἀπέκτησαν τέκνα, ἔγινε πάλιν δουλεύτρια τῶν ἐγγόνων της.</span></b></p><p><span style="font-family: times; font-size: large;">Τὸ νεογνὸν εἶχε γεννηθῆ πρὸ δύο ἑβδομάδων. Ἡ μητέρα του εἶχε κάμει βαριὰ λεχωσιά. Ἦτο αὕτη ἡ κοιμωμένη ἐπὶ τῆς κλίνης, ἡ πρωτότοκος κόρη τῆς Φραγκογιαννοῦς, ἡ Δελχαρὼ ἡ Τραχήλαινα. Εἶχαν βιασθῆ νὰ τὸ βαπτίσουν τὴν δεκάτην ἡμέραν ἐπειδὴ ἔπασχε δεινῶς· εἶχε κακὸν βῆχα, κοκκίτην, συνοδευόμενον μὲ σπασμωδικὰ σχεδὸν συμπτώματα. Καθὼς ἐβαπτίσθη, τὸ νήπιον ἐφάνη νὰ καλυτερεύῃ ὀλίγον, τὴν πρώτην βραδιάν, καὶ ὁ βήχας ἐκόπασεν ἐπ᾽ ὀλίγον. Ἐπὶ πολλὰς νύκτας, ἡ Φραγκογιαννοὺ δὲν εἶχε δώσει ὕπνον εἰς τοὺς ὀφθαλμούς της, οὐδὲ εἰς τὰ βλέφαρά της νυσταγμόν, ἀγρυπνοῦσα πλησίον τοῦ μικροῦ πλάσματος, τὸ ὁποῖον οὐδ᾽ ἐφαντάζετο ποίους κόπους ἐπροξένει εἰς τοὺς ἄλλους, οὐδὲ πόσα βάσανα ἔμελλε νὰ ὑποφέρῃ, ἐὰν ἐπέζη, καὶ αὐτό. Καὶ δὲν ἦτο ἱκανὸν νὰ αἰσθανθῇ κἂν τὴν ἀπορίαν, τὴν ὁποίαν μόνη ἡ μάμμη, διετύπωνε κρυφίως μέσα της: «Θέ μου, γιατί νὰ ἔλθῃ στὸν κόσμον κι αὐτό;»</span></p><p><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ γραῖα τὸ ἐνανούριζε, καὶ θὰ ἦτον ἱκανὴ νὰ εἴπῃ «τὰ πάθη της τραγούδια» ἀποπάνω ἀπὸ τὴν κούνιαν τοῦ μικροῦ. Κατὰ τὰς προλαβούσας νύκτας, πράγματι, εἶχε «παραλογίσει»* ἀναπολοῦσα ὅλ᾽ αὐτὰ τὰ πάθη της εἰς τὸ πεζόν. Εἰς εἰκόνας, εἰς σκηνὰς καὶ εἰς ὁράματα, τῆς εἶχεν ἐπανέλθει εἰς τὸν νοῦν ὅλος ὁ βίος της, ὁ ἀνωφελὴς καὶ μάταιος καὶ βαρύς.</span></p><p></p><p><span style="font-family: times; font-size: large;">Ὁ πατήρ της ἦτον οἰκονόμος καὶ ἐργατικὸς καὶ φρόνιμος. Ἡ μάννα της ἦτον κακή, βλάσφημος καὶ φθονερά. Ἦτον μία ἀπὸ τὰς στρίγλας τῆς ἐποχῆς της. Ἤξευρε μάγια. Τὴν εἶχαν κυνηγήσει δύο-τρεῖς φορὰς οἱ κλέφτες, τὰ παλληκάρια τοῦ Καρατάσου καὶ τοῦ Γάτσου καὶ τῶν ἄλλων ὁπλαρχηγῶν τῆς Μακεδονίας. Ἔπραξαν τοῦτο διὰ νὰ τὴν ἐκδικηθοῦν, ἐπειδὴ τοὺς εἶχε κάμει μάγια, καὶ δὲν ἐπήγαιναν καλὰ οἱ δουλειές των. Ἐπὶ τρεῖς μῆνας ἐσχόλαζον ἐν ἀργίᾳ, καὶ δὲν ἠμπόρεσαν νὰ κάμουν τίποτε πλιάτσικο, οὔτε ἀπὸ Τούρκους, οὔτε ἀπὸ χριστιανούς. Οὔτε ἡ Κυβέρνησις τῆς Κορίνθου τοὺς εἶχε στείλει κανὲν βοήθημα.</span></p><p style="text-align: center;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε </span></b></p><p><span style="font-family: times; font-size: large;">Μεγάλην καὶ ἱερὰν ἀνακούφισιν ᾐσθάνετο ἡ πολυπαθὴς γυνή, ὅταν συνέβαινε, μετὰ τῆς μικρᾶς πομπῆς τοῦ ἱερέως, προπορευομένου τοῦ Σταυροῦ, ν᾽ ἀκολουθῇ βαστάζουσα εἰς τὰς χεῖράς της ἡ ἰδία, ὡς φιλεύσπλαγχνος καὶ συμπονετικὴ ὁποὺ ἦτον, τὸ ἐν εἴδει λίκνου μικρὸν φέρετρον. Προέπεμπε τὸ θυγάτριον μιᾶς γειτόνισσας, ἢ μακρινῆς συγγενοῦς, μέχρι τοῦ τάφου. Δὲν ἠμποροῦσε νὰ καταλαμβάνῃ τί ἐμορμύριζεν ὁ ἱερεὺς μασῶν τὰς λέξεις μὲ τοὺς ὀδόντας του. «Οὐδέν ἐστι πατρὸς συμπαθέστερον, οὐδέν ἐστι μητρὸς ἀθλιώτερον… Πολλάκις γὰρ τοῦ μνήματος ἔμπροσθεν τοὺς μαστοὺς συγκροτοῦσι καὶ λέγουσιν· Ὦ υἱέ μου καὶ τέκνον γλυκύτατον, οὐκ ἀκούεις μητρός σου τί φθέγγεται; Ἰδοὺ καὶ ἡ γαστὴρ ἡ βαστάσασά σε. Ἵνα τί οὐ λαλεῖς ὡς ἐλάλεις ἡμῖν. Ἀλληλούια!» Καὶ πάλιν· «Ὦ τέκνον, τίς ποτε μὴ θρηνήσει βλέπων σου τὸ ἐμφανές, πρόσωπον εὐμάραντον, τὸ πρὶν ὡς ρόδον τερπνόν!»</span></p><p><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἀλλὰ μεγάλως εὐφραίνετο ὅταν ἡ μικρὰ πομπή, μετὰ δέκα λεπτῶν τῆς ὥρας δρόμον ἔφθανεν εἰς τὰ «Μνημούρια». Ὡραία ἐξοχή, παντοτινὴ ἄνοιξις, θάλλουσα βλάστη, ἀγριολούλουδα, ἐμύριζε κῆπος. Ἰδοὺ ὁ περίβολος τῶν νεκρῶν! Ὤ! ὁ Παράδεισος, ἀπ᾽ αὐτὸν τὸν κόσμον ἤδη, ἤνοιγε τὰς πύλας διὰ νὰ δεχθῇ τὸ μικρὸν ἄκακον πλάσμα, τὸ ὁποῖον ηὐτύχησε νὰ λυτρώσῃ τοὺς γονεῖς του ἀπὸ τόσα βάσανα. Χαρῆτε, ἀγγελούδια ποὺ πετᾶτε γύρω-τριγύρω μὲ τὰ φτερά σας τὰ χρυσόλευκα, καὶ σεῖς, ψυχαὶ τῶν Ἁγίων, ὑποδεχθῆτέ το!</span></p><p><span style="font-family: times; font-size: large;">Ὅταν ἐπέστρεφεν εἰς τὴν νεκρώσιμον οἰκίαν ἡ γραῖα Χαδούλα, διὰ νὰ παρευρεθῇ τὴν ἑσπέραν εἰς τὴν παρηγοριάν, ― παρηγορίαν καμμίαν δὲν εὕρισκε νὰ εἴπῃ, μόνον ἦτο χαρωπὴ ὅλη κ᾽ ἐμακάριζε τὸ ἀθῷον βρέφος καὶ τοὺς γονεῖς του. <b>Καὶ ἡ λύπη ἦτο χαρά, καὶ ἡ θανὴ ἦτο ζωή, καὶ ὅλα ἦσαν ἄλλα ἐξ ἄλλων.</b></span></p><p><b><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἄ! ἰδού… Κανὲν πρᾶγμα δὲν εἶναι ἀκριβῶς ὅ,τι φαίνεται, ἀλλὰ πᾶν ἄλλο ― μᾶλλον τὸ ἐναντίον.</span></b></p><p><b><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἀφοῦ ἡ λύπη εἶναι χαρά, καὶ ὁ θάνατος εἶναι ζωὴ καὶ ἀνάστασις, τότε καὶ ἡ συμφορὰ εὐτυχία εἶναι καὶ ἡ νόσος ὑγίεια. Ἆρα ὅλαι αἱ μάστιγες ἐκεῖναι, αἱ κατὰ τὸ φαινόμενον τόσον ἄσχημοι, ὅσαι θερίζουν τὰ ἄωρα βρέφη, ἡ εὐλογιὰ κ᾽ ἡ ὀστρακιὰ κ᾽ ἡ διφθερῖτις, καὶ ἄλλαι νόσοι, δὲν εἶναι μᾶλλον εὐτυχήματα, δὲν εἶναι θωπεύματα καὶ πλήγματα τῶν πτερῶν τῶν μικρῶν Ἀγγέλων, οἵτινες χαίρουν εἰς τοὺς οὐρανοὺς ὅταν ὑποδέχωνται τὰς ψυχὰς τῶν νηπίων; Καὶ ἡμεῖς οἱ ἄνθρωποι, ἐν τῇ τυφλώσει μας, νομίζομεν ταῦτα ὡς δυστυχήματα, ὡς πληγάς, ὡς κακὸν πρᾶγμα.</span></b></p><p><span style="font-family: times; font-size: large;">Καὶ χάνουν τὸν νοῦν των οἱ ταλαίπωροι γονεῖς, καὶ πληρώνουν τόσον ἀκριβὰ τοὺς ἡμιαγύρτας ἰατροὺς καὶ τὰ τριωβολιμαῖα φάρμακα, διὰ νὰ σώσουν τὸ παιδί τους. Δὲν ὑποπτεύονται ὅτι, ὅταν νομίζουν ὅτι «σώζουν», τότε πράγματι «χάνουν» τὸ τεκνίον. <b>Καὶ ὁ Χριστὸς εἶπεν, ὅπως εἶχεν ἀκούσει ἡ Φραγκογιαννοὺ νὰ τῆς ἐξηγῇ ὁ πνευματικός της, ὅτι ὅποιος ἀγαπᾷ τὴν ψυχήν του, θὰ τὴν χάσῃ, κι ὅποιος μισεῖ τὴν ψυχήν του, εἰς ζωὴν αἰώνιον θὰ τὴν φυλάξῃ.</b></span></p><p><span style="font-family: times; font-size: large;"><b>Δὲν ἔπρεπε τῷ ὄντι, ἂν δὲν ἦσαν τυφλοὶ οἱ ἄνθρωποι, νὰ βοηθοῦν τὴν μάστιγα, τὴν διὰ πτερῶν Ἀγγέλων πλήττουσαν, ἀντὶ νὰ ζητοῦν νὰ τὴν ἐξορκίσουν; </b>Ἀλλ᾽ ἰδού, τ᾽ Ἀγγελούδια δὲν μεροληπτοῦν οὔτε χαρίζονται, καὶ παίρνουν ἀδιακρίτως εἰς τὸν Παράδεισον ἀγόρια καὶ κοράσια. Περισσότερα μάλιστα ἀγόρια ―πόσα χαδευμένα καὶ μοναχογέννητα!― ἀποθνήσκουν ἄωρα. Τὰ κορίτσια εἶν᾽ ἑφτάψυχα, ἐφρόνει ἡ γραῖα. Δυσκόλως ἀρρωστοῦν, καὶ σπανίως ἀποθνήσκουν. Δὲν ἔπρεπεν ἡμεῖς ὡς καλοὶ χριστιανοί, νὰ βοηθῶμεν τὸ ἔργον τῶν Ἀγγέλων; Ὤ, πόσα ἀγόρια, καὶ ἀρχοντόπουλα μάλιστα, ἁρπάζονται ἄωρα. Ἀκόμη καὶ τ᾽ ἀρχοντοκόριτσα εὐκολώτερον ἀποθνήσκουν ―ἂν καὶ τόσον σπάνια μεταξὺ τοῦ φύλου― <b>παρ᾽ ὅσον τὰ ἀπειράριθμα θηλυκὰ τῆς φτωχολογιᾶς. Τὰ κορίτσια τῆς τάξεως ταύτης εἶναι τὰ μόνα ἑφτάψυχα! Φαίνονται ὡς νὰ πληθύνωνται ἐπίτηδες, διὰ νὰ κολάζουν τοὺς γονεῖς των, ἀπ᾽ αὐτὸν τὸν κόσμον ἤδη. Ἄ! ὅσον τὸ συλλογίζεται κανείς, «ψηλώνει ὁ νοῦς του»*! </b></span></p><p><span style="font-family: times; font-size: large;">. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .</span></p><p><span style="font-family: times; font-size: large;">Τὴν στιγμὴν ἐκείνην, ἄρχισε τὸ θυγάτριον νὰ βήχῃ καὶ νὰ κλαυθμυρίζῃ. Ἡ γραῖα ἀφοῦ εἶχε συλλογισθῆ ὅλα τ᾽ ἀνωτέρω, ὅσον καὶ ἂν εἶχεν ἐξαφθῆ ἀπὸ τὰ κύματα τῶν ἀναμνήσεων, ᾐσθάνθη αἴφνης ζάλην, ἀπὸ τὸν σάλον οἱονεὶ καὶ τὴν ναυτίαν τῆς ζωῆς της, καὶ ἄρχισε νὰ ναρκώνεται, κ᾽ ἐνύσταζεν ἀκρατήτως.</span></p><div style="text-align: left;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Τὸ μικρὸν κοράσιον ἔβηχε κ᾽ ἔκλαιε κ᾽ ἐθορύβει «ὡς νὰ ἦτον μεγάλος ἄνθρωπος». Ἡ μάμμη του ἐσκίρτησεν, ἐστράφη, κ᾽ ἔχανε πάλιν τὸν ὕπνον της.<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ λεχώνα ἐκοιμᾶτο βαθέως, καὶ οὔτε ἤκουσε τὸν βῆχα καὶ τὰ κλαύματα.<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ γραῖα ἤνοιξε βλοσυρὰ ὄμματα, κ᾽ ἔκαμε χειρονομίαν ἀνυπομονησίας καὶ ἀπειλῆς.<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">―Ἔ! θὰ σκάσῃς; εἶπε.</span></div><div style="text-align: left;"><span style="font-family: times; font-size: large;"><br /></span></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><span style="font-family: times; font-size: large; margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhaPKTlPRxE6xLr3-q3FYxaLdUR2di29v2Phpsdw5iQCKgShL2TepWO_XPSNIWf_JxRAoLvYNzihqHImmLGJ-m9_XYrhu5uMXKhib7_UB_3tdLupDnrhJU9iW5Elgyb7M79OREV0xUT014_/s267/%25CE%25A6%25CE%25BF%25CE%25BD%25CE%25B9%25CF%2583%25CF%2583%25CE%25B1+1.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="189" data-original-width="267" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhaPKTlPRxE6xLr3-q3FYxaLdUR2di29v2Phpsdw5iQCKgShL2TepWO_XPSNIWf_JxRAoLvYNzihqHImmLGJ-m9_XYrhu5uMXKhib7_UB_3tdLupDnrhJU9iW5Elgyb7M79OREV0xUT014_/s0/%25CE%25A6%25CE%25BF%25CE%25BD%25CE%25B9%25CF%2583%25CF%2583%25CE%25B1+1.jpg" /></a></span></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><div class="separator" style="clear: both;"><b><span style="color: #2b00fe;">Από την ταινία "Η φόνισσα" σε σκηνοθεσία Κώστα Φέρρη (1974)</span></b></div></div><p style="text-align: center;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">1ο φόνος</span></b></p><p><span style="font-family: times; font-size: large;"><b>Τῆς Φραγκογιαννοῦς ἄρχισε πράγματι «νὰ ψηλώνῃ ὁ νοῦς της». Εἶχε «παραλογίσει»* ἐπὶ τέλους. Ἑπόμενον ἦτο, διότι εἶχεν ἐξαρθῆ εἰς ἀνώτερα ζητήματα. </b>Ἔκλινεν ἐπὶ τοῦ λίκνου. Ἔχωσε τοὺς δύο μακρούς, σκληροὺς δακτύλους μέσα εἰς τὸ στόμα τοῦ μικροῦ, διὰ νὰ «τὸ σκάσῃ».</span></p><p><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἤξευρεν ὅτι δὲν ἦτο τόσον συνήθεια «νὰ σκάζουν» τὰ πολὺ μικρὰ παιδία. Ἀλλ᾽ εἶχε «παραλογίσει» πλέον. Δὲν ἐνόει καλὰ τί ἔκαμνε, καὶ δὲν ὡμολόγει εἰς ἑαυτὴν τί ἤθελε νὰ κάμῃ.</span></p><p><span style="font-family: times; font-size: large;">Καὶ παρέτεινε τὸ σκάσιμον ἐπὶ μακρόν· εἶτα ἐξάγουσα τοὺς δακτύλους της ἀπὸ τὸ μικρὸν στόμα τοῦ ὁποίου εἶχε κοπῇ ἡ ἀναπνοή, ἔδραξεν ἔξωθεν τὸν λαιμὸν τοῦ βρέφους, καὶ τὸν ἔσφιγξεν ἐπ᾽ ὀλίγα δευτερόλεπτα. Αὐτὸ ἦτο ὅλον.</span></p><p><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ Φραγκογιαννοὺ δὲν εἶχεν ἐνθυμηθῆ τὴν στιγμὴν ἐκείνην τὸ ὄνειρον τῆς Ἀμέρσας, τὸ ὁποῖον αὕτη ἐλθοῦσα πρὸ μιᾶς ὥρας, μεταξὺ τοῦ δευτέρου καὶ τοῦ τρίτου λαλήματος τοῦ πετεινοῦ, εἶχε διηγηθῆ εἰς τὴν μητέρα της!</span></p><p><b><span style="font-family: times; font-size: large;">Εἶχε «ψηλώσει» ὁ νοῦς της!</span></b></p><p style="text-align: center;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Θ</span></b></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">«Ἂς πάω στὸν μπαχτσὲ τοῦ Γιάννη, νὰ τοῦ γυρέψω κανένα μάτσο κρομμύδια, ἢ κανένα μαρούλι, νὰ μὲ φιλέψῃ… Τί θὰ χάσω;» Συγχρόνως, ἀνεπόλησεν τὴν στιγμὴν ἐκείνην, ὅ,τι πρὸ ἡμερῶν εἶχεν ἀκούσει· ὅτι ἡ γυναίκα τοῦ Γιάννη τοῦ Περιβολᾶ ἦτον ἄρρωστη. Ἠγνόει ἂν αὕτη εὑρίσκετο τώρα εἰς τὴν καλύβην τὴν ἐντὸς τοῦ κήπου, παρὰ τὴν εἴσοδον, ἢ ἂν ἐνοσηλεύετο εἰς τὴν πόλιν. Ἀλλ᾽ ἐπειδὴ ὁ κηπουρὸς ὁ ἴδιος θὰ εὑρίσκετο ἐξ ἅπαντος ἐδῶ, (συνεπέρανεν, ἐπειδὴ ἔβλεπε μακρόθεν ἀνοικτὴν τὴν θύραν τοῦ περιβόλου) ἐσυλλογίσθη νὰ τοῦ πουλήσῃ δούλευσιν, μὲ τὰ βότανα ποὺ εἶχε στὸ καλαθάκι της, ὑποσχομένη αὐτῷ «μαντζούνια» πρὸς ἴασιν τῆς γυναικός του. Εἶτα εὐθὺς πάλιν εἶπε καθ᾽ ἑαυτήν:</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">«Τί δούλεψη νὰ κάμῃ κανεὶς στὴ φτώχεια!… Ἡ μεγαλύτερη καλωσύνη ποὺ μποροῦσε νὰ τοὺς κάμῃ θὰ ἦτον νὰ εἶχε κανεὶς στερφοβότανο νὰ τοὺς δώσῃ. (Θέ μ᾽, σχώρεσέ με!) Ἂς ἦτον καὶ παλληκαροβότανο! ἐπέφερε. Γιατὶ κάνει ὅλο κοριτσάκια, κι αὐτὴ ἡ φτωχιά!… Θαρρῶ πὼς ἔχει πέντ᾽ ἕξι ὣς τώρα. Δὲν ξέρω ἂν τῆς ἔχῃ πεθάνει κανένα… ἀπ᾽ αὐτὰ τὰ ἑφτάψυχα!» </span><span style="font-family: times; font-size: x-large;">[...]</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἐνῷ ἐδίσταζεν, ἂν ἔπρεπε οὕτω νὰ κάμῃ, ἢ μᾶλλον ν᾽ ἀνέλθῃ ἁπλῶς εἰς τὸ χαγιάτι καὶ νὰ κρούσῃ τὴν θύραν, ἤκουσε φωνὰς μικρῶν κορασίων. Ὀλίγον παρέκει ἦτον τὸ πηγάδι μὲ τὸν μάγγανον, καὶ δίπλα, ἡ στέρνα, χαμηλή, βαθεῖα, μὲ τὰς ὄχθας μόλις ἀνεχούσας ὑπεράνω τῆς ἐπιφανείας τῆς γῆς. Ἐπάνω εἰς αὐτὴν τὴν κτιστὴν ὄχθην, παρὰ τὸ χεῖλος τῆς στέρνας, ἐκάθηντο δύο μικρὰ κοράσια, τὸ ἓν ὣς πέντε ἐτῶν, τὸ ἄλλο ὣς τριῶν ἐτῶν, καὶ ἔπαιζαν μὲ μίαν καλαμιὰν καὶ μὲ σπάγγον καὶ ἓν καρφίον δεμένον εἰς τὴν ἄκρην, ὡς νὰ ἐψάρευαν τάχα ἐντὸς τῆς στέρνας.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;"><b>― Νά!… μοῦ ἔδωκε τὸ σημεῖο ὁ Ἅις-Γιάννης, εἶπε μέσα της, σχεδὸν ἀκουσίως ἡ Φραγκογιαννού, ἅμα εἶδε τὰ δύο θυγάτρια… </b>Τί λευθεριὰ θὰ τῆς ἔκαναν τῆς φτωχιᾶς, τῆς Περιβολοῦς, ἀνίσως ἔπεφταν μὲς στὴ στέρνα κ᾽ ἐκολυμποῦσαν!… Νὰ ἰδοῦμε, ἔχει νερό;</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Πλησιάσασα, ἔκυψε, καὶ εἶδεν ὅτι ἡ στέρνα ἦτον σχεδὸν γεμάτη· ὣς δύο τρίτα ὀργυιᾶς νεροῦ.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">― Τί τ᾽ ἀφήνει ἐδῶ, κεῖνος ὁ πατέρας τους, μικρὰ κορίτσια, εἶπε πάλιν ἡ Φραγκογιαννού. Τάχα δὲν μποροῦν νὰ πέσουν καὶ μοναχά τους μέσα;…</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἔστρεψεν ἀνήσυχον βλέμμα πρὸς τὴν καλύβην. Ἀλλ᾽ αὐτὴ εἶχε τὴν ὄψιν ὅτι δὲν ὑπῆρχεν ἄνθρωπος μέσα.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἐκοίταξε μετὰ περιεργείας τὰ δύο κοράσια. Τὸ μεγαλύτερον τούτων ὡραῖον, ξανθόν, ἂν καὶ σχεδὸν ἄνιπτον, ἔκαμνεν ὡραίαν ἐντύπωσιν. Τὸ μικρότερον, χλωμόν, κακονδυμένον, ἐφαίνετο μᾶλλον νὰ πάσχῃ ἀπὸ «ζούραν»*, ἤτοι παιδικὸν μαρασμόν.</span></p><div style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px; text-align: left;"><span style="font-family: times; font-size: large;">― Κοριτσάκια, εἶπεν ἡ Φραγκογιαννού, τί ἐκάνετ᾽ δῶ;… Ποῦ εἶν᾽ ἡ μάννα σας;<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">Τὸ μεγαλύτερον κοράσιον ἀπήντησε:<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">― Πίτι.<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">― Στὸ σπίτι, ἡρμήνευσεν ἡ γραῖα. Μὰ ποῦ στὸ σπίτι; Ἐδῶ ἢ στὸ χωριό;<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">― Ζὲν εἶναι ζῶ, εἶπε πάλιν τὸ μικρόν.<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ Φραγκογιαννοὺ ἐσκέφθη:</span></div><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">«Θὰ φωνάξουν, τάχα;… Θ᾽ ἀκουστῇ; Ποῦ ν᾽ ἀκουστῇ!… Πρέπει νὰ κάμω γλήγορα, προσέθηκε μέσα της. Αὐτός, ὅπου εἶναι, τώρα σὲ λίγο, θά ᾽ρθη δῶ, γιατὶ θὰ σουρουπώσῃ, καὶ δὲ θὰ βλέπῃ νὰ κάνῃ δουλειὰ ἐκεῖ κάτω… Καὶ πρέπει νὰ φεύγω τὸ γληγορώτερο, χωρὶς νὰ μὲ ἰδῇ, ὅπως δὲν μὲ εἶδε ὣς τώρα».</span></p><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEg8Z8mdPs31Cs477AFZubKFuawIZ8-1dJrhdofa5-00PzxrYAdzwKmcrlKLdzrFsM1d5vTpcoREX0-xOQPAoO2gnm-3dMaCACMa8u5rAi4eISmclFNlAx9n0J57M6oY7TRRrH4T4N-msQhF/s275/%25CE%25A6%25CF%258C%25CE%25BD%25CE%25B9%25CF%2583%25CF%2583%25CE%25B1+2%252C+3.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><span style="font-family: times; font-size: large;"><img border="0" data-original-height="275" data-original-width="183" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEg8Z8mdPs31Cs477AFZubKFuawIZ8-1dJrhdofa5-00PzxrYAdzwKmcrlKLdzrFsM1d5vTpcoREX0-xOQPAoO2gnm-3dMaCACMa8u5rAi4eISmclFNlAx9n0J57M6oY7TRRrH4T4N-msQhF/s0/%25CE%25A6%25CF%258C%25CE%25BD%25CE%25B9%25CF%2583%25CF%2583%25CE%25B1+2%252C+3.jpg" /></span></a></div><b><div style="text-align: center;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">2ος και 3ος φόνος</span></b></div></b><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἐδίστασε πρὸς στιγμήν. ᾘσθάνθη μέσα της φοβερὰν πάλην. Εἶτα εἶπε, σχεδὸν μεγαλοφώνως: «Καρδιά!… αὐτὸ εἶναι μιὰ ἀπόφαση».</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Καὶ δράξασα μὲ τὰς δύο χεῖρας τὰ δύο κοράσια, τὰ ὤθησε μὲ μεγάλην βίαν.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἠκούσθη μέγας πλαταγισμός.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Τὰ δύο πλάσματα ἔπλεαν εἰς τὸ νερὸν τῆς στέρνας.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ μεγαλυτέρα κορασὶς ἔρρηξεν ὀξεῖαν κραυγήν, ἥτις ἀντήχησεν εἰς τὴν μοναξιὰν τῆς ἑσπέρας.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">― Μᾶ*…!</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἐξ ἐμφύτου ὁρμῆς, ἡ Φραγκογιαννοὺ ἔστρεψε τὸ πρόσωπον πρὸς τὴν λευκὴν καλύβην, ὅπου μέχρι τοῦδε εἶχεν ἐστραμμένα τὰ νῶτα.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Καὶ συγχρόνως ἡτοιμάζετο νὰ φύγῃ, καὶ συνάμα ἔστρεφε τὸν κανθὸν τοῦ ὄμματος πρὸς τὴν στέρναν, διὰ νὰ ἰδῇ ἂν διήρκει ἡ ἀγωνία.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἀνέλαβε τὸ καλάθι της, τὸ ὁποῖον εἶχεν ἀποθέσει καταγῆς, καὶ ἀπεμακρύνθη δύο βήματα.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Τὰ δύο μικρὰ πλάσματα ἤσπαιρον μέσα εἰς τὸ νερόν. Ἡ μικρὰ εἶχε βυθισθῆ ἤδη. Ἡ μεγαλυτέρα ἐπάλαιε.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Μετ᾽ ὀλίγα δευτερόλεπτα, ἡ γραῖα ἤκουσεν ὄπισθέν της κρότον θύρας ἀνοιγομένης, καὶ ἀσθενῆ φωνήν.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἐστράφη. Ἡ θύρα τῆς καλύβης εἶχεν ἀνοιχθῆ. Ἡ ἄρρωστη γυνή, ἡ μήτηρ τῶν δύο κορασίων, ὠχρά, καὶ τυλιγμένη μὲ μαλλίνην σινδόνα, ὁμοία μὲ φάντασμα, ἵστατο εἰς τὸ χάσμα τῆς θύρας.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">― Τί εἶναι; εἶπε μετὰ τρόμου ἡ πάσχουσα γυνή.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Τότε ἡ Φραγκογιαννού, μὲ μεγάλην ἑτοιμότητα, καθὼς ἵστατο ὀρθία, δύο βήματα πρὸς τὴν στέρναν, ἔρριψε τὸ καλάθι της κάτω, τὸ ὁποῖον εἶχεν ἀναλάβει ἀρτίως, καὶ ἄρχισε νὰ τρέχῃ, νὰ πηδᾷ, καὶ νὰ φωνάζῃ:</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">― Τὰ κορίτσια!… Τὰ κορίτσια!… Πέσανε μέσα!… Κοίταξε!… Δὲν ἔχετε τὸ νοῦ σας, χριστιανοί;… Πῶς κάμανε;… Καὶ τ᾽ ἀφήνετε μοναχά τους, κοντὰ στὴν στέρνα, νερὸ γεμάτη!… Καλὰ ποὺ βρέθηκα!… Νά, τώρα πέρασα κ᾽ ἐγώ… Ὁ Θεὸς μ᾽ ἔστειλε!</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Κ᾽ ἐν τῷ ἅμα κύψασα, καὶ ἀφαιρέσασα ἐν ἀκαρεῖ τὴν φουστάνα* της, μείνασα μὲ τὴν λεγομένην «μαλλίναν»*, τὴν ἐν εἴδει μεσοφορίου, ἀπορρίπτουσα τὰς πατημένας χονδρὰς ἐμβάδας, μείνασα μὲ τὰς κάλτσας τὰς τρυπημένας εἰς τὴν πτέρναν, ἐρρίφθη βαρεῖα, μετὰ πατάγου μέσα εἰς τὸ νερὸν τῆς στέρνας.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ γυνὴ ἡ ἄρρωστη εἶχεν ἀφήσει βραχνὴν κραυγήν, κ᾽ ἔτρεξε νὰ κατέλθῃ τὰ δύο ἢ τρία λίθινα σκαλοπάτια τῆς εἰσόδου, παραπατοῦσα καὶ μόλις δυναμένη νὰ βαδίζῃ ἐκ τῆς ἀδυναμίας. Πρὶν αὕτη φθάσῃ πλησίον τῆς στέρνας, ἡ Γιαννοὺ εἶχε πιάσει τὸ μικρότερον κοράσιον, τὸ ὁποῖον τῆς ἐφαίνετο μᾶλλον πνιγμένον ἤδη, καὶ τὸ ἔσυρε βραδέως πρὸς τὰ ἔξω, μὲ τὴν κεφαλὴν πάντοτε ἐπίστομα εἰς τὸ νερόν. Εἶτα σηκώσασα τὸ μικρὸν σῶμα, ἀφοῦ ἀπέθεσε τοῦτο ἐπὶ τῆς λιθίνης κρηπῖδος, ἔκυψε κ᾽ ἔπιασε τὴν ἄλλην κορασίδα, τὴν μεγαλυτέραν. Τὴν ἔδραξεν ἀπὸ τὸ κράσπεδον τοῦ φορέματός της, καὶ ἀπὸ τὸν ἕνα πόδα, κ᾽ ἐνῷ ἐτράβα πρὸς τὰ ἄνω τὸ σῶμα, ἡ κεφαλὴ ἔμενε κάτω, ὅσον τὸ δυνατὸν μακροτέραν ὥραν ἐντὸς τοῦ νεροῦ.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Τέλος ἡ μήτηρ εἶχε φθάσει πλησίον τῆς σκηνῆς, καὶ ἡ Φραγκογιαννοὺ ἔσυρεν ἀποφασιστικῶς τὸ σῶμα πρὸς τὰ ἔξω. Ἀπέθηκε τοῦτο πλησίον τοῦ ἄλλου σώματος.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Τὰ δύο μικρὰ πλάσματα ἐφαίνοντο ἀναίσθητα.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ Φραγκογιαννοὺ μετὰ προσπαθείας, ψάξασα μὲ τοὺς πόδας εἰς τὸ νερόν, ἀνεῦρεν ἐπὶ τῆς μεσημβρινῆς πλευρᾶς τὸ στόμιον τῆς στέρνας, τὸ φραγμένον διὰ πλατείας σανίδος μὲ ὑψηλὴν ὡς κοντάριον λαβήν, καὶ πατήσασα τὸν ἕνα πόδα ἐπὶ τῆς ἐσοχῆς ἐκείνης τοῦ τοίχου ἀνῆλθε μετὰ κόπου εἰς τὴν κρηπῖδα ὅλη στάζουσα.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">― Εἶδες! Δὲν τὸ ἐσυλλογίστηκα! ἀνέκραξεν ἐπιδεικτικῶς ἡ Φραγκογιαννού. Τάχα δὲν ἔπρεπε νὰ τραβήξω τὸν κόπανο* ἐπάνω, νὰ ξεφράξω τὴ μπούκα, γιὰ ν᾽ ἀδειάσῃ μονομιᾶς ἡ στέρνα, πρὶν πνιγοῦν τὰ κοριτσάκια, τὰ καημένα!</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἦτο ἀληθές, ἄλλως, ὅτι δὲν τὸ εἶχε σκεφθῆ. Πλὴν ὑπάρχει ὑποκρισία καὶ ἐν τῇ εἰλικρινείᾳ.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ Φραγκογιαννοὺ ἐτίναξε τὰ κράσπεδα τῶν ἐνδυμάτων της, τὰ διάβροχα, καὶ ρίπτουσα βλέμμα ἐπὶ τὰ δύο ἀναίσθητα σώματα, ἤρχισεν ἐν βίᾳ καὶ σπουδῇ νὰ λέγῃ:</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">― Κρέμασμα ἀνάποδα θέλουνε… Χτύπημα μὲ τὸ καλάμι, γιὰ νὰ ξεράσουν μαθές!… Καλὰ ποὺ εἶναι γλυκὸ τὸ νερό… Ποῦ εἶναι ὁ ἄνδρας σου, χριστιανή μου;… Ἔτσι τ᾽ ἀφήνουν, μικρὰ κορίτσια, μοναχά τους, νὰ παίζουν μὲ τὸ νερὸ τῆς στέρνας;… Καλὰ ποὺ ἦρθα! Ὁ Θεὸς μ᾽ ἔστειλε… Ἀπὸ τὸν Ἀνάγυρο ἔρχομαι, ἀπ᾽ τὸν ἐλιώνα… Καλὰ ποὺ ἦτον ἡ πόρτα τοῦ μπαχτσὲ ἀνοικτή!… Ποῦ ᾽ναι ὁ ἄνδρας σου; Ποῦ ᾽ν᾽ τος; Ὅ,τι μπῆκα ἀπ᾽ τὴν πόρτα, ἀκούω μπλούμ! Τρέχω… Τί νὰ ἰδῶ! Δὲν πρόφθασα… Οὔτε ἤξευρα πὼς εἶσ᾽ ἐδῶ. Σὲ εἶχα στὸ χωριὸ πὼς βρίσκεσαι… Εἶχα μάθει πὼς ἤσουν ἄρρωστη… Τὴν τρομάρα ποὺ πῆρα!… Τώρα, κρέμασμα ἀνάποδα, καὶ γλήγορα… Δὲν πιστεύω νὰ εἶναι καλὰ πνιγμένα… Ποῦ ᾽ναί… τος ὁ ἄνδρας σου; Ποῦ ᾽ν᾽ τος;</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Καὶ δράξασα μετὰ βίας τὸ ἓν σῶμα, τὸ μικρότερον, περὶ τοῦ ὁποίου ἦτο σχεδὸν βεβαία ὅτι ἦτο νεκρὸν ἤδη, τὸ μετέφερε πλησίον ἑνὸς δένδρου, διὰ νὰ τὸ κρεμάσῃ ἀνάποδα, ὡς ἔλεγε.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">― Ποῦ εἶν᾽ ἕνα σκοινάκι;… Νά, βλέπω ἕνα σπάγγον μὲ καλαμιά! Καλά, θὰ χρειαστῇ. </span><span style="font-family: times; font-size: x-large;">[...]</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ Φραγκογιαννοὺ ἐν τῷ μεταξὺ εἶχε κρεμάσει τὸ μικρὸν σῶμα, εἶτα ἐσήκωσε καὶ τὸ σῶμα τὸ ἄλλο, τῆς μεγαλυτέρας παιδίσκης, καὶ τὸ ἐψηλάφει μὲ τὰς δύο χεῖρας, ζητοῦσα νὰ βεβαιωθῇ ἂν ἦτο νεκρὸν ἤδη. Καὶ συγχρόνως ἔρριπτε λοξὸν ὕπουλον βλέμμα πρὸς τὴν δύστηνον μητέρα, τὴν ὠχρὰν καὶ ριγοῦσαν ὑπὸ τὴν λευκήν, μαλλίνην σινδόνα της, κ᾽ ἔσεισε τὴν κεφαλήν, ἀκουσίως οἰκτείρουσα τὴν γυναῖκα ἐκείνην.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ὅταν εἶδε μακρόθεν τὸν πατέρα, τὸν κηπουρόν, νὰ τρέχῃ πρὸς τὰ ἐδῶ, ἐγύρισε τὸ σῶμα μὲ τὴν κεφαλὴν κάτω, καὶ τὸ ἐκράτει προσωρινῶς οὕτω διστάζουσα καὶ ἔντρομος.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">― Τί εἶναι;… Τί τρέχει; ἔκραξεν ἐν ἄκρᾳ ἀπορίᾳ ὁ Γιάννης.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">― Νά! καλὰ ποὺ βρέθηκα! ἐφώναξε πρὸς τοῦτον ἡ Φραγκογιαννού… Ἠρχόμουν ἀπὸ τὸν Ἀνάγυρο, μὲ τὸ κοφίνι μου. Ἔλεγα νὰ σοῦ δώσω κανένα βότανο, ἀπ᾽ αὐτὰ ποὺ μάζωξα σήμερα στὸ ρέμα, γιὰ νὰ κάμετε ματζούνι γιὰ τὴν γυναῖκά σου!… ἐπειδὴ εἶχα μάθει πὼς ἦτον ἄρρωστη… Καλὰ ποὺ βρέθηκε ἡ πόρτα ἀνοιχτή!… Μπαίνω μέσα… Ἀκούω, μπλούμ! τὴν τρομάρα ποὺ πῆρα! Τὰ δυὸ κορίτσια, καθὼς ἔπαιζαν μὲ τὴν καλαμιά, ἔπεσαν στὴ στέρνα… Κατὰ πῶς φαίνεται, ὅσο μπόρεσα νὰ καταλάβω, εἶχαν πιάσει καυγὰ ποιὰ νὰ κρατῇ τὴν καλαμιά, γιὰ νὰ βγάλῃ τάχα τὰ ψάρια… Ἡ μικρὴ ἤθελε ν᾽ ἁρπάξῃ τὴν καλαμιὰ ἀπ᾽ τὴ μεγάλη… Σπρώχνοντας ἡ μεγάλη τὴ μικρή, τὴν ἔρριξε μὲς στὸ νερό, καὶ πιάνοντας ἡ μικρὴ τὴν μεγάλη, κατὰ πῶς φαίνεται, τὴν ἐτράβηξε μαζί της μὲς στὴ στέρνα. (Ἡ Φραγκογιαννοὺ εἶχε αὐτοσχεδιάσει τὴν ἑρμηνείαν ταύτην ἐκ τοῦ προχείρου, καὶ ἐξ ἐμπνεύσεως.) Ἄχ! τὴν τρομάρα ποὺ πῆρα! Ἀκούω ἕνα μπλούμ! Καλὰ ποὺ βρέθηκα! Ὁ Θεὸς μ᾽ ἔστειλε… Ἀμμή, ἔτσι ἀφήνουνε, χριστιανοί μου, μικρὰ κορίτσια, νὰ παίζουν μοναχά τους κοντὰ στὴ στέρνα, γεμάτη νερό!…</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ γραῖα Χαδούλα ἐξ ἀνάγκης ἔμεινε καθ᾽ ὅλην ἐκείνην τὴν νύκτα εἰς τὴν καλύβην, ὅπου ἐδοκίμασεν ὅλα τὰ σπάνια καὶ ἀπερίγραπτα συναισθήματα τῆς φόνισσας μεταβαλλομένης αἴφνης εἰς ἰάτρισσαν τῶν ἰδίων θυμάτων της. Μὲ ὅλα τὰ κρεμάσματα καὶ τὰς ἐντριβάς, τὰ ὁποῖα ἐφήρμοσεν αὕτη, τὰ δύο κοράσια ἀπέθαναν. Τὸ πρωὶ ἔτρεξεν ὁ Γιάννης εἰς τὴν πολίχνην διὰ νὰ δώσῃ εἴδησιν εἰς τὰς ἀρχάς, ἐνῷ ἡ Φραγκογιαννοὺ μείνασα ὀπίσω ἐσυντρόφευε τὴν ἄρρωστην μητέρα, κλαίουσαν καὶ ὀδυρομένην, ἐξασκοῦσα καὶ τὸ ἔργον τῆς παρηγορητρίας, σιμὰ εἰς τὸ ἐπάγγελμα τῆς ἰάτρισσας.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ὁ εἰρηνοδίκης καὶ ὁ «ἐκπληρῶν τ᾽ ἀστυνομικὰ» πάρεδρος ἦλθον ἐπὶ τόπου. Ἡ Φραγκογιαννοὺ ἀνακρινομένη διηγήθη τὴν χθεσινὴν ἐκδρομήν της, καὶ τὴν τυχαίαν διέλευσίν της ἀπὸ τὸν λαχανόκηπον. Εἶτα ἐπανέλαβε σχεδὸν κατὰ λέξιν ὅσα εἶχεν εἰπεῖ εἰς τὸν πατέρα τῶν δύο κορασίων: «Ἡ μικρότερη ἤθελε ν᾽ ἁρπάξῃ τὴν καλαμιὰ ἀπ᾽ τὴν μεγαλύτερη. Σπρώχνοντας ἡ μεγάλη τὴν μικρὴ τὴν ἔρριξε μέσα στὸ νερό, καὶ πιάνοντας ἡ μικρὴ τὴν μεγάλη, κατὰ πῶς φαίνεται, τὴν ἐτράβηξε μαζί της μὲς στὴ στέρνα». Ταῦτα ἐξέφερε μᾶλλον ὡς συμπερασμοὺς ἡ ἀνακρινομένη· διότι μόλις ἐπάτησε τὸ κατώφλιον τῆς θύρας, ἔλεγε, κι ἄκουσε ἕνα <em>μπλούμ!</em> καὶ δὲν ἐπρόφθασε νὰ προλάβῃ τὴν καταστροφήν, μόνον ἐπῆρε «μεγάλη τρομάρα».</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ὁ παρεπιδημῶν ἰατρός, κ. Μ., ἦλθεν, εἶδε τὰ πτώματα καὶ συνέταξε τὴν ἔκθεσίν του· ἀπεφάνθη ὅτι τὰ δύο κοράσια ἐπνίγησαν ἐκ πτώσεως εἰς τὸ ὕδωρ.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Οὐδεμία ἔνδειξις οὔτε ὑποψία ὑπῆρχε κατὰ τῆς Φραγκογιαννοῦς. Τὰ δύο μικρὰ πλάσματα τὰ ἐδιάβασεν εἷς ἱερεὺς ἐλθών, εἰς τὸν ναΐσκον τοῦ Ἁγ. Ἀντωνίου, καὶ τὰ ἔθαψαν ἐκεῖ ἔξω, μεταξὺ σχοίνων καὶ θάμνων, πλησίον εἰς τὴν βορείαν πλευρὰν τοῦ ναΐσκου.</span></p><p style="text-align: center;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΑ</span></b></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ὅλην αὐτὴν τὴν παλαιὰν ἱστορίαν ἀνελογίζετο, καὶ ὁ ὕπνος ποτὲ δὲν τῆς ἤρχετο. Ἐρευνῶσα τὴν συνείδησίν της, ἓν πρᾶγμα εὕρισκεν· ὅ,τι εἶχε κάμει καὶ τότε καὶ τώρα τὸ εἶχε κάμει διὰ τὸ καλόν. Ἐκουλουριάζετο ὑποκάτω εἰς τὸ μάλλινον σκέπασμα, ἐπὶ τοῦ δεξιοῦ πλευροῦ κειμένη, κ᾽ ἔκυπτε τὴν κεφαλὴν εἰς τὸ στέρνον, κ᾽ ἐπροσπάθει νὰ ζαλισθῇ, νὰ ναρκωθῇ, νὰ τῆς ἔλθῃ λήθαργος. Τότε, μετὰ χρόνους, ἐνθυμήθη καὶ τὴν σύντομον προσευχήν, τὴν ὁποίαν τῆς εἶχεν ἐπιβάλει ἄλλοτε νὰ λέγῃ συχνὰ ἕνας γέρων πνευματικός· τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με».</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px; text-align: center;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">1ο όνειρο </span></b></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ συχνὴ ἐπανάληψις τῆς εὐχῆς ἐνήργησε, καὶ ἡ Χαδούλα ἐναρκώθη ἐπ᾽ ὀλίγα λεπτὰ καὶ ἀπεκοιμήθη. Πλὴν πάραυτα εἰς τὸν ὕπνον της, ἢ εἰς τὰ ξύπνα της, (δὲν ἤξευρε καλά), τῆς ἐφάνη ὅτι μέσα, εἰς τὸ βάθος τῆς ψυχῆς της, ἤκουε φωνὴν βρέφους, κλαῦμα, μινυρισμὸν θρηνώδη· τοῦτο ὡμοίαζε μὲ τὴν φωνήν τῆς μικρᾶς ἐγγονῆς της, τῆς πρὸ ὀλίγων μηνῶν, διὰ χειρὸς αὐτῆς… τελειωθείσης.</span></b></p><p><span style="background-color: white; color: #2c2c2c; font-family: times; font-size: large;">Ἡ γραῖα ἐξύπνησεν ἔντρομος, ἀνετινάχθη ὅλη. Ἀνεσηκώθη καὶ ᾐσθάνετο μέγαν σπαραγμόν, ἀλλὰ συγχρόνως καὶ καλυτέραν σωματικὴν ἄνεσιν. Ὁ σύντομος ἐκεῖνος ὕπνος εἶχεν ἐξαλείψει παρ᾽ αὐτῇ τὸ νευροπαθὲς καὶ τὸ ἀνήσυχον. Ἐψηλάφησεν, εὗρε τὰ σπίρτα, ἤναψε τὸ κηρίον, ἐπῆρε τὸ ραβδί της, τὸ καλάθι της, ἔβαλε μέσα εἰς αὐτὸ καὶ τὰς ἐμβάδας της, καὶ ἀνυπόδητη, μὲ τὶς κάλτσες, ἐκίνησε νὰ φύγῃ.</span></p><p style="text-align: center;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΒ</span></b></p><div><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἐξῆλθε, καί, κάτω εἰς τὰ βάθη τῆς ψυχῆς της, ἐμινύριζεν ἀκόμη ἡ θρηνώδης φωνὴ τοῦ βρέφους, τοῦ μικροῦ κορασίου τοῦ ἀδικοθανατίσαντος. Ἐστάθη εἰς τὸ χάσμα τῆς θύρας, ἐκοίταξε μετὰ προφυλάξεως ἔξω, δεξιά, ἀριστερά, ἄνω, κάτω τοῦ δρόμου· δὲν εἶδε ψυχὴν οὔτε σκιάν. Ἔβαλε πτερὰ εἰς τοὺς πόδας της.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">Δὲν ἦτο ἡ πρώτη φορὰ καθ᾽ ἣν ἤκουε μέσα εἰς τὴν ψυχήν της, ὅπου ὑπῆρχε σκοτεινή, σπηλαιώδης ἠχώ, τὸ πένθιμον ἐκεῖνο κλαῦμα τοῦ βρέφους. Κ᾽ ἐνόμιζεν ὅτι ἔφευγε τὸν κίνδυνον καὶ τὴν συμφοράν, καὶ τὴν συμφορὰν καὶ τὴν πληγὴν τὴν ἔφερε μαζί της. Κ᾽ ἐφαντάζετο ὅτι ἔφευγε τὸ ὑπόγειον καὶ τὴν εἱρκτήν, καὶ ἡ εἱρκτὴ καὶ ἡ Κόλασις ἦτο μέσα της.</span></b></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ὥρα ἦτον ὣς δύο μετὰ τὰ μεσάνυκτα, νὺξ ἀσέληνος, ἀστροφεγγής. Ἀρχὰς Μαΐου, δευτέραν ἑβδομάδα μετὰ ὄψιμον Πάσχα. Ἡ ἐξοχὴ εὐωδίαζεν, ἡ αὔρα ἐμυροβόλει. Ὀλίγα ἄγρυπνα πουλάκια ἔμελπον τὸ ὄρθριον ἐπάνω εἰς τὰ κλαδιά. Ἡ Φραγκογιαννοὺ ἐπῆρε τὸν δρομίσκον, τὸν λίαν γνωστὸν εἰς αὐτήν, στενὸν καὶ ἕρποντα, ὄπισθεν τῶν κήπων καὶ κάτωθεν τῶν βράχων. Ὁ δρομίσκος μόλις ἦτον ὁρατὸς εἰς τὴν ἀστροφεγγιάν, καλυπτόμενος ἐν μέρει ἀπὸ τοὺς προεξέχοντας ράμνους τῶν θάμνων καὶ τῶν βάτων, οἵτινες προέκυπτον ἀπὸ τοὺς φράκτας τῶν κήπων. Ἡ εὐκίνητος γραῖα ἐπάτει ἐπὶ χόρτων καὶ χαμαιμήλων, κ᾽ ἐπὶ χλωρῶν ἀκανθῶν, ἀνήρχετο δὲ μὲ βῆμα κόρης, νεαρᾶς βοσκοπούλας τοῦ βουνοῦ, τὸν ἀνηφορικὸν δρομίσκον. </span><b style="background-color: transparent;"><span style="font-family: times; font-size: large;">[...]</span></b></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><b style="background-color: transparent;"></b></p><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><b style="background-color: transparent;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjeKBCJcwRxkxS2s2TqxOtKREhjSLkaUdt117ik6xP4aCBiP3uKQWTE5JQN-nUQp6Vc5CKHMR5zSB-JqUbzGbDpyElQF4Wk7GC1YoIR_jBYsfzcP8wyc2e9BpGr94IxUpcTJm0pt3PUWWM/s245/%25CE%25A6%25CE%25BF%25CE%25BD%25CE%25B9%25CF%2583%25CF%2583%25CE%25B1+4.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="245" data-original-width="206" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjeKBCJcwRxkxS2s2TqxOtKREhjSLkaUdt117ik6xP4aCBiP3uKQWTE5JQN-nUQp6Vc5CKHMR5zSB-JqUbzGbDpyElQF4Wk7GC1YoIR_jBYsfzcP8wyc2e9BpGr94IxUpcTJm0pt3PUWWM/s0/%25CE%25A6%25CE%25BF%25CE%25BD%25CE%25B9%25CF%2583%25CF%2583%25CE%25B1+4.jpg" /></a></b></div><p></p></div><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Μία ἀκτὶς θερμή, ἐρχομένη μακράν, ἀπὸ τὸ φλεγόμενον πέλαγος, διέσχιζε τὴν πυκνὴν φυλλάδα καὶ τὸν κισσὸν τὸν περισκέποντα τὸ ἄσυλον τῆς ταλαιπώρου γραίας, καὶ ἔκαμνε νὰ στίλβῃ ὡς πλῆθος μαργαριτῶν ἡ δρόσος ἡ πρωινή, ἡ βρέχουσα τὸν πλούσιον σμαράγδινον πέπλον, κ᾽ ἐφυγάδευεν ὅλον τὸ ρῖγος τῆς ὑγρασίας, καὶ ὅλον τὸ κρύος τοῦ φόβου τοῦ πελιδνοῦ, φέρουσα πρόσκαιρον ἐλπίδα καὶ θάλπος.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ Γιαννοὺ ἔβγαλε τὸ χράμι τὸ μάλλινον, τὸ διπλωμένον εἰς πολλὰς πτυχάς, ἀπὸ τὸ καλάθι της, τὸ ἐξεδίπλωσεν, ἐτυλίχθη μ᾽ αὐτό, κ᾽ ἔκλινε τὴν κεφαλὴν πρὸς τὴν ρίζαν τοῦ γηραιοῦ πλατάνου. Ἀπεκοιμήθη.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px; text-align: center;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">2ο όνειρο</span></b></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">Τῆς ἐφάνη εἰς τὸν ὕπνον της ὅτι ἦτον νέα ἀκόμα· ὅτι ὁ πατήρ της καὶ ἡ μάννα της τὴν ὑπάνδρευον, ὅπως τὴν εἶχαν ὑπανδρεύσει καὶ τὴν εἶχαν «νεκροβλοήσει» τὸν καιρὸν ἐκεῖνον, καὶ τὴν ἐπροίκιζαν, δίδοντες αὐτῇ καὶ τὸν κῆπον τὸν πατρῷον, ὅπου αὐτὴ ἐσκάλιζε κ᾽ ἐπότιζε τὰ κουκιὰ καὶ τὰ λάχανα, ὅταν ἦτον μικρή· καὶ ὁ πατήρ της τὴν ἐφίλευε τάχα, διὰ τὸν κόπον της καὶ τῆς ἔδιδε «τέσσερα κεφάλια», κεφάλια ἀπὸ λαχανίδες. Ἡ Χαδούλα μετὰ χαρᾶς ἔλαβε τὰ τέσσαρα φυτὰ εἰς τὰς χεῖρας, ἀλλ᾽ ὅταν τὰ ἐκοίταξε, εἶδεν, ὢ φρίκη! ὅτι ἦσαν τέσσαρα μικρὰ κεφάλια ἀνθρώπινα νεκρικά…</span></b></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px; text-align: center;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">3ο όνειρο</span></b></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἀνεταράχθη, ἐσκίρτησεν, εἶπε «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ!…» Πάλιν ἀπεκοιμήθη. Ὠνειρεύθη ὅτι ἡ μητέρα της τὴν συνελάμβανεν ἐπ᾽ αὐτοφώρῳ ἐρευνῶσαν νὰ εὕρῃ τὸ κομπόδεμα, κάτω εἰς τὸ ἰσόγειον, ἀνάμεσα εἰς τὰ βαρέλια καὶ τὰ πιθάρια καὶ τὸν σωρὸν τῶν καυσοξύλων· ὡς τὴν εἶδεν, ἐμειδίασε πικρῶς, τὸ σύνηθες μειδίαμά της, καὶ διὰ νὰ τὴν ἐβγάλῃ τάχα ἀπὸ τὸν κόπον, ἐπῆρε μοναχή της τὸ κομπόδεμα, ἔβγαλε καὶ τῆς ἐχάρισεν ἀπὸ τὰ τόσα τάλληρα, τὰ σκυλοδεμένα, τρία γερμανικὰ τάλληρα, τρεῖς ρηγῖνες, ἀπ᾽ ἐκείνας ποὺ εἶχαν καὶ τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας ἐπάνω, μὲ τὴν ἐπιγραφὴν «Patrona Bavariae»*. Ἡ Φραγκογιαννού, μετὰ χαρᾶς μεμειγμένης μ᾽ ἐντροπήν, ἐπῆρε τὰ τρία νομίσματα, ἀπὸ τὰ χέρια τῆς μητρός της, πλὴν ὅταν τὰ ἐκοίταξεν, εἶδεν ὅτι τὰ τρία ἐκεῖνα νομίσματα, μὲ τὰ πρόσωπα ποὺ ἔφερον ἐπάνω, ἦσαν τρία προσωπάκια, μικρά, πελιδνά, μὲ σβησμένα ματάκια… Ὤ! τρόμος! προσωπάκια μικρῶν κορασίδων!</span></b></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἐξύπνησε περίτρομος, δυστυχής, φρενιασμένη. Ἦτον ἤδη μεσημβρία. Ὁ ἥλιος ἔκαιεν ὑπεράνω τῆς κεφαλῆς της ἄνωθεν τῆς κορυφῆς τοῦ δροσεροῦ πλατάνου. Μὲ ὅλον τὸ θάλπος τοῦ ἡλίου, καὶ τὴν φαιδρότητα τῆς ἡμέρας τῆς μαγιάτικης, ἡ ἐντύπωσις τοῦ ὀνείρου ἔμεινεν ἐπὶ μακρὸν εἰς τὸν νοῦν της. Τῆς ἐφαίνετο παράξενον μάλιστα πῶς, ἐν ἡμέρᾳ, εἶδε τὰ ὄνειρα αὐτά. Ὁσάκις εἶχε κοιμηθῆ ἐν καιρῷ ἡμέρας, εἰς τὴν ζωήν της, δὲν ἐνθυμεῖτο ποτὲ νὰ εἶδεν ὄνειρον. </span><span style="background-color: transparent; font-family: times; font-size: x-large;">[...]</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ὅταν ὁ ἥλιος ἐκρύβη εἰς τὴν κορυφὴν τοῦ βραχώδους βουνοῦ, κ᾽ ἐσκίασεν ἡ κοιλάς, καὶ ἦτο δειλινὸν πλέον, ἐστενοχωρήθη καὶ προέκυψε τὴν κεφαλὴν ἔξω τῆς κρύπτης. Ἐκοίταξεν ἄνω καὶ κάτω, εἰς τὴν κοιλάδα τὴν κατάφυτον ἀπὸ ἐλαιῶνας, ἀλλὰ ψυχὴ δὲν ἐφαίνετο. Τότε ἐσκέφθη νὰ πάρῃ τὸ καλάθι της καὶ τὸ ραβδί της, νὰ ἐξέλθῃ ἀπὸ τὴν μικρὰν κόγχην, ν᾽ ἀναβῇ ἐπάνω εἰς τὴν λόχμην τὴν σύνδενδρον, καὶ νὰ πάρῃ σιγὰ τὸ ρέμα-ρέμα, καὶ ν᾽ ἀρχίσῃ πάλιν τὴν παλαιάν της τέχνην, νὰ ψάχνῃ πρὸς ἀνεύρεσιν βοτάνων ― τὰ ὁποῖα δὲν ἤξευρε πλέον εἰς τί θὰ τῆς ἐχρησίμευον, ἀφοῦ δὲν εἶχε πλέον εἰς τὸν κόσμον ἄλλο ἄσυλον, εἰμὴ τὴν εἱρκτὴν καὶ μόνην.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἀλλ᾽ ὅμως ἔτρεφεν ἀόριστον ἐλπίδα, ὅτι θὰ εὕρισκεν ἴσως ξενίαν εἰς καμμίαν μάνδραν ἢ καλύβην βοσκοῦ, καὶ τότε τὰ βότανα θὰ τὰ ἐπρόσφερεν εἰς τὴν σύζυγον τοῦ φιλοξενοῦντος ὡς μικρὸν ἀντάλλαγμα. Τὸ περισσότερον ὅμως, θὰ τὸ ἔκαμνε διὰ νὰ περάσῃ ἡ βαρεῖα ἀνία, ἥτις ἐβασάνιζε τὴν ψυχήν της.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"></p><div style="-webkit-text-stroke-width: 0px;"></div><p></p><p style="-webkit-text-stroke-width: 0px; text-align: center;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΓ</span></b></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Εἶχε μέγα ἐνδιαφέρον νὰ ἐμάνθανε τί τοῦ εἶπαν τοῦ Λυρίγκου οἱ δύο «ταχτικοί», καὶ τί αὐτὸς εἶπε. Τὸ καλύβι τοῦ Λυρίγκου, τὸ ἐγνώριζε, ἦτον ἐπάνω στὴν ράχιν, ὄπισθεν τοῦ βουνοῦ, καὶ ἀπεῖχεν ὣς εἴκοσι λεπτὰ τῆς ὥρας. Τώρα, βέβαια, ὁ Λυρίγκος θὰ εἶχε μάθει τὸ διατί αὐτὴ κατεδιώκετο νὰ συλληφθῇ, καὶ διὰ ποίαν πρᾶξιν κατηγορεῖτο. Καὶ μὲ τί μοῦτρα νὰ παρουσιασθῇ, τότε, στὸ καλύβι, αὐτή; Ἀλλὰ πιθανὸν ὁ ἴδιος νὰ μὴν ἐκοιμᾶτο στὸ καλύβι, ἀλλὰ μᾶλλον εἰς τὴν μάνδραν τῆς ἀγέλης του, ἥτις θὰ εὑρίσκετο ἐκεῖ κάπου, ὄχι πολὺ μακράν. Καὶ τότε αὐτὴ θὰ εὕρισκε τὰς δύο γυναῖκας, τὴν λεχὼ καὶ τὴν μητέρα της, θὰ τὰς ἐξάφνιζε… Τί νὰ κάμῃ; Ποίαν ἀπόφασιν νὰ λάβῃ;</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"></p><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgJYfmFQ7cZf_bcEc8ZbDj6z9SGTfgQIeFnrjlkfGWVKksB27JFd7_TgRpnA5xWC-wZpVDeR-xV-76hy1P8SKuzwQJy4dXCm-QV7M6URXdMxefbwpjdi08wwfib07w-oBsJWXiUGppselY/s259/%25CE%25A6%25CE%25BF%25CE%25BD%25CE%25B9%25CF%2583%25CF%2583%25CE%25B1+2.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="194" data-original-width="259" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgJYfmFQ7cZf_bcEc8ZbDj6z9SGTfgQIeFnrjlkfGWVKksB27JFd7_TgRpnA5xWC-wZpVDeR-xV-76hy1P8SKuzwQJy4dXCm-QV7M6URXdMxefbwpjdi08wwfib07w-oBsJWXiUGppselY/s0/%25CE%25A6%25CE%25BF%25CE%25BD%25CE%25B9%25CF%2583%25CF%2583%25CE%25B1+2.jpg" /></a></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><div class="separator" style="clear: both;"><b><span style="color: #2b00fe;">Από την ταινία "Η φόνισσα" σε σκηνοθεσία Άγγελου Κοβότσου (1993)</span></b></div><div class="separator" style="clear: both;"><b><span style="color: #2b00fe;">Φραγκογιαννού η Τούλα Σταθοπούλου</span></b></div></div><p></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px; text-align: center;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">4ο όνειρο</span></b></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἀπεναρκώθη, καὶ χωρὶς νὰ κοιμᾶται ἐντελῶς, ὠνειρεύετο. Τῆς ἐφάνη ὅτι εὑρίσκετο ἀλλοῦ, εἰς ἄλλον τόπον. Σιμὰ εἰς τὸν Ἁι-Γιάννην τὸν Κρυφόν, ἐκεῖνον τὸν Ἅγιον ὅστις ἐγιάτρευε τοὺς κρυφοὺς πόνους, κ᾽ ἐδέχετο τὴν ἐξαγόρευσιν τῶν κρυφῶν ἁμαρτιῶν· ἐκεῖ ἔξαφνα εὑρέθη. Ἀντίκρυζε τὸν κῆπον τοῦ Περιβολᾶ, μὲ τὴν γυναῖκα τὴν κατάκλειστον εἰς τὴν καλύβην, τὴν ἄρρωστην. Ἔβλεπε τὴν θύραν τοῦ φραγμένου κήπου, τὸ πηγάδι, τὴν στέρναν, τὸ μάγγανον. Ἤκουσεν εὐκρινῶς νὰ ἐξέρχεται ἀπὸ τὴν στέρναν μία βαθεῖα, πολὺ βαθεῖα, ἀλλόκοτος βοή. Ἐταράσσετο τὸ νερὸν τῆς στέρνας, μὲ παφλασμὸν τρικυμίας, ἐφώναζε, καὶ σχεδὸν ὡμίλει ὡς ἄνθρωπος. Αὐτὴ διέκρινεν ἐναργῶς τὴν λέξιν τὴν ὁποίαν ἐπρόφερε τὸ λαλοῦν ἐκεῖνο νερόν: «Φόνισσα!… Φόνισσα!…»</span></b></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἀνετινάχθη φρίσσουσα, ἐξύπνησε, καὶ διετύπωσε πρὸς ἑαυτήν, ὡς εἰς παραμίλημα πυρετοῦ, μίαν ἀλλόκοτον ἐρώτησιν: «Τάχα τὸ αἷμα τὸ πνιγμένο φωνάζει, ὅπως καὶ τὸ αἷμα ποὺ χύθηκε;»</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Εἶτα εὐθὺς συνῆλθεν εἰς ἑαυτήν, ἐδοκίμασε πάλιν νὰ προφέρῃ τῆς προσευχῆς τὰ καταπραϋντικὰ λόγια: «Κύριε Ἰησοῦ…» Τὴν ἰδίαν στιγμὴν ἀνεπόλησε τὰ λησμονημένα λόγια ἑνὸς τροπαρίου, τὸ ὁποῖον εἶχεν ἀκούσει πολλὰς φορὰς εἰς τὴν νεότητά της νὰ ψάλλῃ ἕνας γέρων ἱερεύς: «Ἰησοῦ γλυκύτατε Χριστέ… Ἰησοῦ μακρόθυμε!»</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px; text-align: center;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">5ο όνειρο</span></b></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">Τότε εὐθὺς τῆς ἦλθε πάλιν ὁ ὕπνος, βαθὺς καὶ διαρκέστερος. Καὶ τότε ὠνειρεύθη οἱονεὶ ὅτι ἐξαναέζη ὅλην τὴν περασμένην ζωήν της. Καὶ παραδόξως, μέσα εἰς τὸν ὕπνον της, ἔβλεπε τὰ ἐπίλοιπα ἐκ τῶν ὀνείρων τῆς παρελθούσης ἡμέρας. Ἔβλεπεν ὄχι πλέον ὅτι ὑπανδρεύετο ἢ ἐπροικίζετο, ἀλλὰ ὅτι ἐγέννα, καὶ τῆς ἐφάνη ὅτι εἶχε καὶ τὰς τρεῖς κόρας της συγχρόνως, τὴν Δελχαρώ, τὴν Ἀμέρσαν καὶ τὴν Κρινιώ, μικράς, σχεδὸν ὁμήλικας, ὡς νὰ ἦσαν τρίδυμοι. Ὅτι αἱ τρεῖς, κρατούμεναι ἐκ τῶν χειρῶν, ἵσταντο ἔμπροσθέν της, καὶ τῆς ἐζήτουν θωπείας, ἀσπασμοὺς καὶ φιλεύματα. Αἴφνης, τὰ πρόσωπά των, ἀλλοιωθέντα, δὲν ὡμοίαζον πλέον ὡς τῶν τριῶν θυγατέρων της, ἀλλὰ προσέλαβον ὅλους τοὺς χαρακτῆρας τῶν τριῶν ἐκείνων κορασίων, τῶν πνιγμένων, καί, ὡς κομβολόγιον ἐκρεμάσθησαν αἴφνης ἀπὸ τὸν λαιμόν της.</span></b></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">―Ἐγὼ εἶμαι ἡ Ματούλα, ἔλεγεν ἡ μία. ― Κ᾽ ἐγὼ ἡ Μυλσούδα, ἡ μικλή, ἐψέλλιζεν ἡ ἄλλη. ― Κ᾽ ἐγὼ εἶμαι ἡ Ξενούλα, ἔλεγεν ἡ τρίτη. ― Φίλησέ μας! ― Πάρε μας! ― Ἡμεῖς τὰ κορίτσια σου! ― Ἐσὺ μᾶς γέννησες, μᾶς ἔκαμες! ― Μᾶς γέννησε… στὸν ἄλλο κόσμο, ἐπρόσθεσε σαρκαστικῶς ἡ Ξενούλα. ― Χόρεψέ μας! ― Δῶσέ μας μάμ! ― Κάμε μας νάνι! ― Τραγούδα μας! ― Καμάρωσέ μας!</span></b></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">Ὤ! ἀλήθεια, τῆς ἐφαίνετο τόσον φυσικὸν τὸ πρᾶγμα! Αὐταὶ αἱ τρεῖς μικραὶ κορασίδες ἦσαν τὰ τέκνα της! Ὁποῖος ὁρμαθὸς ἔμψυχος, ἀνθρώπινος!… Νεκρωμένος, βαρὺς ἀπὸ τὸ ὕδωρ, ἀφρισμένος!… Πῶς θ᾽ ἀντεῖχεν ἡ γραῖα Χαδούλα νὰ φέρῃ, εἰς ὅλον τὸν καιρόν, ὅλον τὸν φρικώδη τοῦτον ὁρμαθὸν κρεμασμένον ἀπὸ τὸν τράχηλόν της!</span></b></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἐξύπνησε παραλογισμένη, φρίσσουσα· ἐσηκώθη, ἐπῆρε τὸ ραβδί της, τὸ καλάθι της, καὶ ἀπεφάσισε νὰ φύγῃ ἐκεῖθεν. Ἐδῶ εἰς τὴν κοίλην χιβάδα τοῦ βράχου, εἰς τὴν βοὴν τοῦ ἐρήμου αἰγιαλοῦ, ὑπῆρχον πολλὰ φαντάσματα. Ὁ τόπος ἦτον στοιχειωμένος. «Ἂς φύγω κι ἀποδῶ!»</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Πάραυτα ἐπανῆλθον εἰς τὸν νοῦν της οἱ λογισμοί της οἱ ἄλλοι, οἱ θετικώτεροι. Ἐὰν τυχὸν οἱ δύο χωροφύλακες εἶχον ἀνακαλύψει τὸ κρυφὸ μονοπάτι, τὸ καλύτερον ἦτο νὰ τρέξῃ πρὸ τοῦ κινδύνου, καὶ ἂν τοὺς συνήντα καθ᾽ ὁδόν, πιθανὸν νὰ εὕρισκε διέξοδον ὄπισθεν τῆς συστάδος τῶν βράχων, χειρότερον δὲ θὰ ἦτο ἂν τὴν ἀπέκλειαν ἐδῶ εἰς αὐτὴν τὴν στενούραν, εἰς τὸ Κοχύλι.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἔτρεξε τὸν δρομίσκον τὸν ἀνωφερῆ, εἰς τὴν ἀστροφεγγιάν, ἀνάμεσα εἰς τοὺς βράχους, καὶ μετὰ ἡμίσειαν ὥραν ἔφθασεν ἀσθμαίνουσα εἰς τὸν οἰκίσκον τοῦ Λυρίγκου. Ἐστάθη διὰ νὰ λάβῃ ἀναπνοήν, εἶτα ἔκρουσε τὴν θύραν. </span><span style="font-family: times; font-size: x-large;">[...]</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Τὸ θυγάτριον, μικρὸν ράκος δύο ἡμερῶν ζωῆς, τὸ ὁποῖον εἶχεν ἔλθει κι αὐτὸ εἰς τὸν κόσμον δι᾽ ἁμαρτίας καὶ βάσανα, ἐκοιμᾶτο εἰς τὴν κοιτίδα του, ἀλλ᾽ ἡ ἀναπνοή του ἦτο δύσκολος καὶ ἠκούετο ἐν μέσῳ τῆς σιωπῆς. Ἀπὸ καιροῦ εἰς καιρόν, ὅταν τὸ φύσημά του ἐγίνετο ὁπωσοῦν σφοδρότερον, καὶ τὸ βρέφος ἐφαίνετο ἕτοιμον νὰ ξυπνήσῃ καὶ νὰ φωνάξῃ, ἡ μάμμη τὸ ἐνανούριζε δι᾽ ἑνὸς μονοσυλλάβου, «Κοί, κοί, κοί, κοί!», ἐφαίνετο δὲ τῷ ὄντι ἡ συλλαβὴ αὕτη (ἥτις φαίνεται νὰ εἶναι ἡ πρώτη συλλαβὴ τοῦ «κοιμήσου!», ἢ αὐτὴ ἡ ρίζα τοῦ «κεῖμαι»), ἐφαίνετο, λέγω, πολλάκις ἐπαναλαμβανομένη, νὰ ἐξασκῇ παράδοξον ὑποβολὴν καὶ γοητείαν.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ ὥρα παρήρχετο. Εἶχον λαλήσει ἤδη δύο φορὰς τὰ ὀρνίθια. Ἡ Πούλια εἶχεν ὑπερβῆ πρὸ πολλοῦ τὸ μεσουράνημα. Ἀπὸ τὴν ἀντικρινὴν κορυφὴν τῆς ράχης, ὅπου ἦσαν ἄλλα καλύβια κατοικούμενα ἀπὸ τὰς οἰκογενείας βοσκῶν, ἠκούσθησαν μεμακρυσμένα λαλήματα. Εἰς ταῦτα ἀπήντησεν εὐθὺς τὸ λάλημα τῶν πετεινῶν ἀπὸ τὸν ὀρνιθῶνα τοῦ καλυβιοῦ τοῦ Λυρίγκου.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ λεχώνα ἐξύπνησε. Ἡ μάννα της τῆς ἔδωκε νὰ πίῃ τὸ φάρμακον, τὸ ὁποῖον εἶχε παρασκευάσει ἡ Φραγκογιαννού.</span></p><div style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px; text-align: left;"><span style="font-family: times; font-size: large;">― Κουράγιο, κοπέλα μ᾽, εἶπεν αὕτη μὲ πραεῖαν φωνήν.<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">― Ποῦ βρέθηκες ἐδῶ; εἶπεν ἡ λεχώνα.<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">Τὴν ἐκοίταζε μὲ ἀπορίαν, κ᾽ ἐδυσκολεύετο νὰ τὴν ἀναγνωρίσῃ.<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">―Ὁ Θεὸς μ᾽ ἔστειλε, εἶπε μετὰ πεποιθήσεως ἡ Γιαννού.<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">― Καλὰ ποὺ ἦρθες, ἐδήλωσε τότε καὶ ἡ γραῖα.</span></div><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Τῷ ὄντι, αὕτη ἂν καὶ εἶχε παραξενευθῆ καταρχάς, ἐσκέφθη καὶ ἀνεγνώρισεν ὅτι ἡ παρουσία τῆς Γιαννοῦς ἦτο μία παρηγορία εἰς τὴν μοναξίαν των.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px 0px; text-align: center;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΣΤ</span></b></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ Φραγκογιαννοὺ ἐγκατεστάθη, ὅπως καὶ τὴν προλαβοῦσαν νύκτα, σιμὰ εἰς τὴν γωνίαν τῆς ἑστίας, ὅπου εὗρε καὶ τὸ καλάθι της. Ἐξάναψε τὴν φωτιάν, ἔβαλε νερὸ στὸ μπρίκι, καὶ κατεγίνετο νὰ βράσῃ βότανα, τὰ ὁποῖα ἔβγαλεν ἀπὸ τὸν κόλπον της.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ λεχώνα ἐκοιμᾶτο, τοῦ μικροῦ θυγατρίου ἠκούετο ἡ ἀναπνοὴ μέσα εἰς τὴν σκάφην τὴν χρησιμεύουσαν ὡς λίκνον, ὑπὸ τὸ στέφανον τοῦ βαρελιοῦ τὸ ἀνέχον ὑψηλὰ ἓν λεπτὸν πανίον. Ἐνίοτε ἐκλαυθμύριζε. «Κοί, κοί, κοί!» ἐπρόφερεν ἡ γραῖα, ἡ προμήτωρ, ἥτις εἶχε κλείσει τὸ ἓν ὄμμα, καὶ μὲ τὸ ἄλλο, εἰς τὸ ἀσθενὲς φῶς τοῦ κανδηλίου καὶ εἰς τὴν διαλείπουσαν τῆς ἑστίας ἀναλαμπήν, δὲν ἔπαυσε νὰ κοιτάζῃ τὴν Φραγκογιαννού. Τέλος, μετὰ ὥραν, ἡ γραῖα καίτοι ἐφαίνετο ἀπόφασιν ἔχουσα νὰ μὴ κοιμηθῇ, τῆς ἦλθεν ὁ προδότης ὁ ὕπνος ― ἴσως δι᾽ αὐτὸ τοῦτο, ὅτι ἐκοίταζε λίαν ἐπιμόνως τὴν ὕποπτον γυναῖκα καὶ ἀπεκοιμήθη ἐπάνω εἰς τὸ τρίτον λάλημα τοῦ πετεινοῦ.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Τὸ βρέφος ἐκλαυθμύριζεν ἀκόμη. Ἡ μάμμη δὲν ἠγρύπνει πλέον διὰ ν᾽ ἀπαγγέλλῃ τὸ μονότονον «Κοί, κοί, κοί!»</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">«Ὅλο κοριτσούδια, τὸ ἔρμο!» Τὸ παράπονον τοῦ Γιάννη τοῦ Λυρίγκου ἐβόμβει εἰς τὰ ὦτα τῆς Φραγκογιαννοῦς.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px; text-align: center;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">4ος φόνος </span></b></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ λεχώνα δὲν εἶχεν ἐξυπνήσει. Ἡ γραῖα Χαδούλα ἐκινήθη ὀλίγον, ἐτανύσθη ἐπὶ τῶν γονάτων της, κ᾽ ἔφθασε τὸ λίκνον. Παρεμέρισε τὸ λευκὸν πανίον ἀπὸ τὴν κεφαλὴν τῆς κούνιας, κ᾽ ἔτεινε τὴν χεῖρα διὰ νὰ θωπεύσῃ τὸ μικρόν, ἐνῷ τοῦτο ἐκλαυθμύριζεν. Ἔφραξε μὲ τὴν χεῖρά της τὸ μικρὸν στόμα, διὰ νὰ μὴ φωνάζῃ, ἐκοίταξε πρὸς τὸ μέρος τῆς λεχώνας, εἶτα πρὸς τὴν στρωμνὴν ἐφ᾽ ἧς ἔκειτο κουβαριασμένη ἡ γραῖα.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ φωνὴ τοῦ βρέφους ἐπνίγη. Μίαν χεριὰν ἀκόμη ἐχρειάζετο νὰ κάμῃ ἡ Φραγκογιαννού. Μὲ τὴν ἄλλην χεῖρα, τοῦ ἔσφιξε δυνατὰ τὸν λαιμόν… Εἶτα ἐμάζωξε τὸ λεπτὸν πανίον διὰ νὰ τὸ ρίψῃ πάλιν ἐπάνω τῆς στεφάνης. Ἡ χείρ της προσέκοψεν εἰς τὴν σανίδα, κ᾽ ἔκαμε μικρὸν θόρυβον. Ἡ γραῖα, ἥτις δὲν ἐκοιμᾶτο βαρέως, ἐξύπνησεν. Ἀνετινάχθη, ἐσκίρτησεν. Εἶδε τὴν Φραγκογιαννοὺ ν᾽ ἀποσύρῃ τὴν χεῖρά της καὶ ν᾽ ἀποχωρῇ, ἀνεγειρομένη ἐπὶ τῶν γονάτων, ὀπίσω εἰς τὴν θέσιν της.</span></p><div style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px; text-align: left;"><span style="font-family: times; font-size: large;">― Τί κάνεις; ἔκραξεν ἔντρομος ἡ γραῖα.<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ λεχώνα ἐπετάχθη, ἀνεπήδησε.<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">― Τί εἶναι, μάννα;<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ Φραγκογιαννοὺ ἐσηκώθη, ἐπῆρε τὸ καλάθι της.<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">― Τίποτα· θέλησα νὰ τὸ κάμω νὰ λουφάξῃ, νὰ μὴν κλαίῃ, ἀπήντησεν.<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ γραῖα μάμμη ἔκυψε πρὸς τὴν κούνιαν.<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">― Πηγαίνω τώρα, ἔφεξε, εἶπεν ἡ Φραγκογιαννού… Δῶσε τῆς λεχώνας τὸ γιατρικὸ ποὺ ἔβρασα νὰ τὸ πιῇ!</span></div><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Καὶ πάραυτα ἐξῆλθεν. Ἔτρεξε μὲ βῆμα δρομαῖον ν᾽ ἀπομακρυνθῇ τάχιστα. Ἐπῆρε τὸν ἐπάνω δρόμον, κατὰ τὸ δάσος, διὰ νὰ μὴ περάσῃ ἀπὸ τὴν ἀντικρινὴν ράχιν ὅπου ἦτον ἡ στάνη.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἦτο γλυκειὰ αὐγὴ τοῦ Μαΐου. Ἡ κυανωπὴ καὶ ροδίνη ἀνταύγεια τοῦ οὐρανοῦ ἔχριε μὲ ἀπόχρωσιν μελιχρὰν τὰ χόρτα καὶ τοὺς θάμνους. Ἠκούετο ὁ μινυρισμὸς τῶν ἀηδόνων εἰς τὸ δάσος, καὶ τ᾽ ἀναρίθμητα μικρὰ πουλιὰ ἐτέλουν ἐκθύμως, ἀπλήστως, τὴν συναυλίαν των τὴν ἄφατον.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἀφοῦ ἡ Φραγκογιαννοὺ ἀπεμακρύνθη πολλὰ βήματα, ἤκουσε βραχνὴν κραυγὴν ὄπισθέν της. Ἦτο ἡ γραῖα, ἡ μήτηρ τῆς λεχώνας· ἔξαλλος, τραβοῦσα τὰ μαλλιά της, εἶχε τρέξει ἔξω τῆς καλύβης, κ᾽ ἐφώναζε:</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">― Πιάστε την!… Πιάστε την! Μᾶς ἔκαμε φονικό!</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px; text-align: center;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΖ</span></b></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Εἶχον παρέλθει τρεῖς ἡμέραι ἀπὸ τὴν τελευταίαν φυγήν της, ἀπὸ τὴν καλύβην τοῦ Λυρίγκου. Ἡ ἔνοχος γυνὴ εἶχε κρυφθῆ ἐκεῖ, μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι θὰ διέφευγε πρὸς καιρὸν τοὺς ὄνυχας τῶν διωκτῶν της. Μὲ τὰ ὀλίγα δίπυρα τὰ ὁποῖα εὑρίσκοντο ἀκόμη εἰς τὸ καλάθι της, μὲ τὰς καυκαλήθρας, τὸν ἄνηθον, καὶ τὰ μυρόνια ὅσα συνέλεγε, καὶ μὲ τὸ γλυφὸ νερὸν τῆς Σκοτεινῆς Σπηλιᾶς, εἶχε διατηρηθῆ. Τὸ μέρος ἦτο σχεδὸν ἄβατον. Τὸ Κακόρρεμα ἐσχηματίζετο ἀπὸ ἕνα βράχον ἀπάτητον πρὸς δυσμάς, καὶ ἀπὸ ἕνα κρημνόν, ἢ μίαν σάραν* ὀλισθηρὰν ἐξ ἀνατολῶν. Κάτω εἰς τὸ βάθος ἀνέβλυζε τὸ Γλυφονέρι. Δύο ἄντρα, μὲ τὸ στόμιον πολὺ στενόν, ἔχασκον ἔνθεν καὶ ἔνθεν. Ἐκεῖ ἐκοιμᾶτο τὴν νύκτα· τὴν ἡμέραν κατήρχετο εἰς τὴν Σκοτεινὴν Σπηλιάν. Διὰ ν᾽ ἀνέλθῃ καὶ διὰ νὰ κατέλθῃ, οὔτε δρομίσκος οὔτε μονοπάτι ὑπῆρχεν. Ἐπάτει ἐπὶ τῆς σάρας, εἰς τὴν βάσιν τοῦ κρημνοῦ. Τότε ἡ σάρα ἐταράσσετο, ἐφαίνετο ὡς νὰ ἐθύμωνε. Οἱ λίθοι τοὺς ὁποίους ἐξετόπιζε πατοῦσα, ἦσαν ὡς βάσις καὶ θεμέλιον εἰς ὅλον τὸν ἄπειρον σωρὸν τῶν λίθων, τὸν ἁπλούμενον ἐπὶ τοῦ πρανοῦς τοῦ κρημνοῦ. Καθὼς ἔφευγον οἱ πρῶτοι λίθοι, ἄλλοι λίθοι ἤρχοντο νὰ λάβωσι τὴν θέσιν των, μετ᾽ αὐτοὺς δὲ ἄλλοι. Καὶ οὕτω ἡ παλίρροια ὅλη τοῦ κρημνοῦ ἤρχετο κατ᾽ ἐπάνω της, ἔπιπτεν εἰς τὰς κνήμας καὶ τὰ σκέλη της, εἰς τὰς χεῖρας καὶ τὸ στέρνον της. Ἐνίοτε, λίθοι τινές, ἀπὸ ὕψος κατερχόμενοι, ἔπιπτον μὲ ὁρμὴν καὶ κακίαν κατὰ τοῦ προσώπου της. Τοὺς τελευταίους τούτους ἐφαίνετο πράγματι ὡς νὰ τοὺς ἐσφενδόνιζεν ἀόρατος χεὶρ κατὰ τῆς κεφαλῆς της.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;"><b>Ἀφοῦ τέλος, μετὰ τόσον λιθοβόλημα, ἔφθασεν εἰς τὴν Σκοτεινὴν Σπηλιάν, τὴν πρώτην ἡμέραν, ἐκάθισε κι ἀγνάντευε τὸ πέλαγος. Ἡ Σπηλιά, ἡ θαλασσόπληκτος, ἔχει διπλῆν εἴσοδον, </b>ἔκ τε τῆς ξηρᾶς καὶ τῆς θαλάσσης. Πρὸς τὴν θάλασσαν, τὸ στόμιόν της χαμηλὸν καὶ στενόν, ὅσον διὰ νὰ διέλθῃ μικρὰ βάρκα ἁλιέως. Ἡ Φραγκογιαννού, ἀόρατος, ἀπὸ τὸ μέρος τῆς ξηρᾶς, ἤκουε τὸν ὑπόκωφον, ἐπίμονον παφλασμὸν τοῦ κύματος εἰς τὸ στόμιον τοῦ ἄντρου. Τὸ κῦμα ἀνωρθοῦτο, ἐπήδα, ἔπληττε τὴν ἄνω φλιὰν τοῦ στομίου, κατέπιπτε, πάλιν ἀνεπήδα, ἐξέπεμπε μακροὺς ὠρυγμοὺς μανίας ἀπὸ τὶς ἀποθαλασσιὲς* τοῦ βορρᾶ, πότε στεναγμοὺς πόνου καὶ πάθους ἀπὸ τὴν φουσκοθάλασσαν. Κάτω εἰς τὸ βάθος τὸ ἄπατον, μυστήριον καὶ σκότος σαλεῦον. Μία ποτὲ βάρκα, ὡς διηγοῦντο, εἰσπλεύσασα διὰ νὰ συλλέξῃ καραβίδας καὶ παγούρια, ἐνῷ εἷς τῶν ναυβατῶν εἶχεν ἀναρριχηθῆ εἰς τὸ τρομερὸν ὕψος τοῦ βράχου διὰ νὰ συλλέξῃ κρίταμα, ἐκάθισεν ἐπάνω εἰς μίαν φώκην ζωντανὴν φράττουσαν ἀκριβῶς τὸ πλάτος τοῦ στομίου. Τὸ σκοτεινὸν ζῷον ἀνεταράσσετο, ἤσπαιρεν, ἡ μικρὰ σκάφη ἐπάλλετο, ἔτρεμε, καὶ δὲν ἠμποροῦσε νὰ ὑπάγῃ οὔτε ἐμπρὸς οὔτε ὀπίσω. Ὁ ναυβάτης ὁ ἐντὸς τῆς βάρκας ἐκτύπησε τὴν φώκην μ᾽ ἕνα πέλεκυν, τὴν αἱμάτωσε, τὸ κῦμα ἐκοκκίνησεν ἐπ᾽ ὀλίγον. Ἡ φώκη ἤσπαιρεν ἐν ἀγωνίᾳ. Ὁ νεαρὸς ἁλιεὺς κατώρθωσε νὰ σφίγξῃ τὸν λαιμὸν μὲ μίαν θηλειάν, καὶ καλέσας τὸν ἄλλον σύντροφόν του εἰς βοήθειαν κατώρθωσε τῇ βοηθείᾳ αὐτοῦ, μὲ κίνδυνον νὰ βουλιάξῃ ἡ φελούκα, ν᾽ ἀνασύρῃ ἐπάνω τὴν φώκην.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ γραῖα Χαδούλα ἀγνάντευεν, ἀγνάντευεν εἰς τὸ πέλαγος. Ἂς ἦτον καὶ τώρα, νὰ φανῇ, νὰ πλησιάσῃ μία βάρκα!… <b>Ἡ Φραγκογιαννοὺ θὰ παρεκάλει τοὺς νέους ἁλιεῖς, τοὺς πατριώτας της, νὰ τὴν ἐπάρουν μαζί, μὲς στὴν βάρκα… Καὶ ποῦ θὰ ἐπήγαινε;… </b>Ὤ, βέβαια στὰ πέρα χώματα, <b>στὰ μέρη τ᾽ ἀντικρινά, στὴν μεγάλη στεριά…</b> Κ᾽ ἐκεῖ τί θὰ ἔκαμνε; <b>Ὤ, εἶχεν ὁ Θεός, θ᾽ ἄρχιζ᾽ ἐκεῖ νέον βίον!</b></span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἔβλεπεν, ἔβλεπεν, ἀνοιχτὰ εἰς τὸ πέλαγος, μακρὰν ἔξω, πολλὰ πανιά, λευκὰ ἱστία, σὰν τοῦ γλάρου τὰ φτερά. Βρατσέρες, γολέτες, μικρὰ καΐκια, τὰ ἔβλεπε ν᾽ ἀρμενίζουν, νὰ ὀργώνουν τὰ κύματα, ὡσὰν βοϊδάκια ζευγαρωτά. Ἄλλα ἔπλεον πόρρω πρὸς βορρᾶν, ἄλλα κατήρχοντο πρὸς νότον, ἄλλα ἀρμένιζαν πρὸς ἀνατολὰς ἢ πρὸς δυσμάς, τέμνοντα σταυροειδῶς τὰς ὁλκούς, τὰς βαθείας ὁρατὰς αὔλακας, τὰς ὁποίας ἄφηναν ὄπισθέν των τὰ πρῶτα. Εἶτα πολλὰ ρεύματα διαχαράσσοντα τὸ πέλαγος, ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἐφαίνετο ἡ θάλασσα ὡσὰν κεντητή, πεποικιλμένη. Ἔβλεπεν, ἑωσότου τὰ μάτια της «ἔκαμαν γυαλιὰ»* νὰ βλέπῃ.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ Φραγκογιαννοὺ ἔβγαλεν ἀπὸ τὸ καλάθι της τὸ παλαιὸν κιτρινωπὸν χράμι, τὸ μάλλινον, τὸ ὁποῖον εἶχε διὰ νὰ τυλίγεται ὅταν ἤθελε νὰ κοιμηθῇ καὶ δὲν εἶχεν ὕπνον, ἐσηκώθη ὀρθή, ἀνεπέτασε τὴν μαλλίνην σινδόνα, κ᾽ ἄρχισεν ἐκθύμως νὰ τὴν σείῃ. Ἔκαμνε σήματα, ἀπηλπισμένα σήματα πρὸς τοὺς ναυτίλους, νὰ ἔλθουν νὰ τὴν ἐπάρουν μαζί των. Ἔβλεπον, δὲν ἔβλεπον οἱ ναυβάται τὰ σημεῖα της; Ἀπὸ κανὲν πλοῖον δὲν ἀπήντησαν εἰς τὸν πόθον της, εἰς τὰς τόσας προσπαθείας της. Τὰ λευκὰ ἱστία ἔφευγον μὲ τὸν ἄνεμον εἰς τὸ κῦμα, καὶ αὐτὴ ἔμενε προσηλωμένη εἰς τὸν βράχον τῆς Σκοτεινῆς Σπηλιᾶς, προγεγραμμένη, ἔρημος, μὴ βλέπουσα διὰ τὴν αὔριον χρυσῆς αὐγῆς τὴν ἀνατολήν…</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Τὸ λευκάζον καὶ κιτρινωπὸν ράκος τῆς ἔφυγεν ἀπὸ τὴν χεῖρα· τὸ ἐπῆρεν ὁ ἄνεμος, καὶ τὸ ἔρριψεν ἐπὶ τῆς κεφαλῆς καὶ τῶν ὤμων τῆς γυναικός.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">― Αὐτὸ θὰ εἶναι τὸ σάβανό μου! ἐψιθύρισε πικρῶς μειδιῶσα ἡ Φραγκογιαννού. </span></b><b><span style="font-family: times; font-size: large;">[...]</span></b></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px; text-align: center;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">6ο όνειρο</span></b></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">Τὴν νύκτα ἀπεκοιμήθη εἰς τὴν κρύπτην της, μέσα εἰς τὴν ὑγρὰν ἅλμην τῆς Σπηλιᾶς. Βόμβοι ἐθορύβουν εἰς τὰ ὦτά της. Τὸ κῦμα ὑπὸ τοὺς πόδας της ἐρρόχθει, μὲ παρατεταμένους ὠρυγμοὺς λύσσης. Βαθιά, μέσα εἰς τὰ στέρνα της ἤκουε τὰ κλαυθμυρίσματα τῶν ἀκάκων νηπίων. Ὑπόκωφοι συριγμοὶ τοῦ μακρινοῦ ἀνέμου ἤρχοντο εἰς τὰς ἀκοάς της. Ὁ νεκρώσιμος χορὸς τῶν κορασίδων, μὲ ηὐξημένον τὸν φρικώδη ὁρμαθόν, ἐχοροπήδα τριγύρω της. «Εἴμαστε παιδιά σου! ― Μᾶς ἐγέννησες! ― Φίλησέ μας! ― Δῶσέ μας μαμμά*! ― Πάρε μας στολίδια, στολίδια ὄμορφα! ― Χάϊδεψέ μας! ― Δὲν μᾶς ἀγαπᾷς;»</span></b></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ γραῖα πενθερὰ τοῦ Λυρίγκου, μανιώδης, συστρέφουσα τὰς χεῖρας, τὴν ἠπείλει τρομερά, καὶ ὁ γαμβρός της, μὲ ἦθος παραπονεμένον, τὴν ἐπέπληττε… Κάτω εἰς τοὺς πόδας, εἰς τὸ βάθος τῆς Σπηλιᾶς, ἐρρόχθει τὸ κῦμα… Ἔβραζεν, ἔβραζε, καὶ τὸ ἄντρον μετεβάλλετο εἰς στέρναν, καὶ τὸ νερὸν τῆς στέρνας ἐβρυχᾶτο μ᾽ ἔναρθρον φωνήν: ― Φόνισσα! ― Φόνισσα!</span></b></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px; text-align: center;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">7ο όνειρο</span></b></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ δυστυχὴς ἐξύπνησεν ἔντρομος, περιρρεομένη ἀπὸ ἅλμην καὶ ἱδρῶτα. Ηὔχετο πλέον, καὶ πάραυτα τὸ ἀπεφάσισε, νὰ μὴν κοιμηθῇ ἄλλην φορὰν εἰς τὴν ζωήν της, ἂν ἦτον διὰ νὰ βλέπῃ τέτοια ὄνειρα. Ὁ θάνατος θὰ εἶναι ὁ κάλλιστος τῶν ὕπνων ―ἀρκεῖ νὰ μὴν ἔχῃ κακὰ ὄνειρα! Τίς οἶδε!― Μόλις τὸ ἐσκέφθη, καὶ μετ᾽ ὀλίγον ἀπεναρκώθη πάλιν. Τότε τῆς ἐφάνη ὅτι ἔβλεπεν ἐμπρός της τὸν Καμπαναχμάκην, τὸν ἄγροικον ἐκεῖνον τοῦ βουνοῦ· ἵστατο ἐνώπιόν της μὲ τὴν στραβολέκαν* του τὴν ποιμενικήν, μὲ τὸ σκαιὸν ἦθός του, μὲ τὴν ὄψιν του τὴν τραχεῖαν καὶ μὲ λαρυγγώδη φωνὴν τῆς ἔλεγε: «Στὸ Κακόρρεμα! Στὸ Μονοπάτι, στὴ Βρύση τοῦ Πουλιοῦ! Στοῦ Γέροντα τὸ Ἐρμητήριο!»</span></b></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Καὶ καθὼς ἐγίνετο ἄφαντος, ἀκόμη ἐπανέλαβε: ― «Στὸ Ἐρμητήριο! Στοῦ Γέροντα τὸ Ἐρμητήριο!»</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ Φραγκογιαννοὺ ἐξύπνησε τὴν ὥραν τοῦ λυκαυγοῦς μὲ μικρὰν γαλήνην εἰς τὴν ψυχήν, ἐνῷ τὸ κυανοῦν καὶ πορφυρίζον τοῦ στερεώματος καταντικρύ της συνεχέετο μὲ τὸ μαυρογάλανον τοῦ πόντου, καὶ αὔρα, δρόσος, φλοῖσβος, κελάρυσμα ἀπετέλουν ἡδεῖαν συζυγίαν ἁρμονίας εἰς τὰς αἰσθήσεις της.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px; text-align: center;"><b><span style="font-family: times; font-size: large;">ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΗ</span></b></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ὕστερον ἀπ᾽ ὀλίγων λεπτῶν τῆς ὥρας κυνηγητόν, ἡ Φραγκογιαννοὺ ἔφθασεν εἰς τὴν τοποθεσίαν, τὴν ὁποίαν ὁ Καμπαναχμάκης εἶχεν ὀνομάσει «τὸ Μονοπάτι στὸ Κλῆμα». Ἦτον βράχος εἰσέχων ἀποτόμως πρὸς τὰ ἔσω, σχηματίζων μικρὸν ζύγωμα, κάτωθεν τοῦ ὁποίου ἔχασκεν ἡ ἄβυσσος, ἡ θάλασσα. Ἄνω τοῦ ζυγώματος τούτου ὑπῆρχε πάτημα ἡμισείας παλάμης τὸ πλάτος, ὅλον δὲ τὸ πέραμα ἦτο τριῶν ἢ τεσσάρων βημάτων. Ὅπως τὸ διέλθῃ τις, ἔπρεπε νὰ πιασθῇ ἀπὸ τὸν ἄνω βράχον, βλέπων πρὸς τὴν θάλασσαν, νὰ πατῇ μὲ τὴν πτέρναν, καὶ νὰ βαδίζῃ ἐκ δεξιῶν πρὸς τὰ ἀριστερά. Ἡ ζωή του ἐκρέματο εἰς μίαν τρίχα.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ Φραγκογιαννοὺ ἔκαμε τὸν σταυρόν της καὶ δὲν ἐδίστασε. Οὔτε ὑπῆρχεν ἄλλη αἵρεσις ἢ προσφυγή. Δρόμος ἄλλος δὲν ὑπῆρχεν ἐπάνω τοῦ βράχου. Ἡ γυνὴ ἐπῆρε τὸ καλάθι της εἰς τοὺς ὀδόντας, ἐπήδησεν ἀποφασιστικῶς, καὶ διέβη αἰσίως τὸ φοβερὸν πέραμα.</span></p><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><span style="font-family: times; font-size: large; margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjeGKf0LZIdYnwIO6eyFQT_ENoD1GqGlqpvjIWCT5uDCtrQCAiBe7P2YvTE9HFfGmYxiA0zHtHR_w6hNz1ztSAG_VuZBK5Fh_dEcIAlD5ROZEaVaVgtqMWZVlU6NljQB9_Bb0EMlPDfTNq0/s299/%25CE%25A6%25CF%2581%25CE%25B1%25CE%25B3%25CE%25BA%25CE%25BF%25CE%25B3%25CE%25B9%25CE%25B1%25CE%25BD%25CE%25BD%25CE%25BF%25CF%258D+2.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="169" data-original-width="299" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjeGKf0LZIdYnwIO6eyFQT_ENoD1GqGlqpvjIWCT5uDCtrQCAiBe7P2YvTE9HFfGmYxiA0zHtHR_w6hNz1ztSAG_VuZBK5Fh_dEcIAlD5ROZEaVaVgtqMWZVlU6NljQB9_Bb0EMlPDfTNq0/s0/%25CE%25A6%25CF%2581%25CE%25B1%25CE%25B3%25CE%25BA%25CE%25BF%25CE%25B3%25CE%25B9%25CE%25B1%25CE%25BD%25CE%25BD%25CE%25BF%25CF%258D+2.jpg" /></a></span></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><div class="separator" style="clear: both;"><b><span style="color: #2b00fe;">Από την ταινία "Η φόνισσα" σε σκηνοθεσία Στέλλας Αρκέντη (2012)</span></b></div><div class="separator" style="clear: both;"><b><span style="color: #2b00fe;">Φραγκογιαννού η Ιωάννα Γκαβάκου</span></b></div></div><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἔφθασαν κατόπιν ἀσθμαίνοντες οἱ δύο νομᾶτοι. Ὁ χωροφύλαξ εἶδε τὸ πέραμα κ᾽ ἐστάθη.</span></p><div style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px; text-align: left;"><span style="font-family: times; font-size: large;">― Σοῦ βαστᾷ, ἡ καρδιά σου; εἶπε μὲ κρυφὴν χαιρεκακίαν ὁ σύντροφός του.<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">― Δὲν εἶναι ἄλλος δρόμος;<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">― Δὲν εἶναι.<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">―Ἐσὺ θὰ τό ᾽χῃς περάσει πολλὲς φορές, εἶπεν ὁ στρατιώτης.<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">―Ἐγώ, ὄχι! ἠρνήθη ὁ ἀγροφύλαξ.<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">― Δὲν ἤσουν τσομπάνης;<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">―Ἐγὼ ἔβοσκα πρόβατα στὸν κάμπο.<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">Ὁ χωροφύλαξ ἐδίστασεν ἀκόμη.<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">― Καὶ νὰ μᾶς ρίξῃ κάτω μιὰ γυναίκα! εἶπε.<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">― Δὲν προφτάσαμε νὰ τὴν ἰδοῦμε τὴ στιγμὴ ποὺ περνοῦσε, εἶπεν εἴρων ὁ δραγάτης. Ἂν τὴν ἔβλεπες, θὰ σοῦ ᾽κανε καρδιά.<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">―Ἀληθινά;<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">― Δὲν ξέρεις πόσες φορὲς δίνουν τὸ παράδειγμα οἱ γυναῖκες! εἶπεν ὁ ἀγροφύλαξ. Σὲ καμπόσα πράγματα, δείχνουν πολὺ κουράγιο.<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">― Κ᾽ ἐγὼ θὰ περάσω! εἶπεν ὁ χωροφύλαξ.<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">―Ἐμπρός!<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">Ὁ χωροφύλαξ ἔβγαλε τὸ ἀμπέχονόν του, καὶ τὸ ἔτεινεν εἰς τὸν σύντροφόν του, μείνας μὲ τὸ ὑποκάμισον. Ἔκαμε τὸ σημεῖον τοῦ Σταυροῦ.<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">―Ἂν περάσω πέρα, μοῦ τὸ ρίχνεις, εἶπε.<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἐδοκίμασε νὰ πατήσῃ ἐπὶ τοῦ στενοῦ, ἐπιάσθη ἀπὸ τὸν βράχον. Μετὰ ἓν βῆμα ὠπισθοδρόμησε.<br /></span><span style="font-family: times; font-size: large;">― Μ᾽ ἔπιασε ζαλάδα, εἶπεν.</span></div><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἐν τῷ μεταξὺ ἡ Φραγκογιαννού, τρέχουσα, εἶχεν ἀνηφορίσει, καὶ ἀνήρχετο ὑψηλότερα εἰς τὴν ἀκτήν. Ἀποκαμωμένη, ἤσθμαινεν, ἐφύσα. Ἐπήγαινε, κ᾽ ἐστέκετο ἐπὶ μίαν ἀνεπαίσθητον στιγμήν, κ᾽ ἔτεινε τὰ ὦτα ἀκροωμένη. Ἤθελε νὰ βεβαιωθῇ ἂν θὰ διέβαινον τὸ πέραμα οἱ δύο διῶκταί της. Ἀλλὰ δὲν ἤκουε τίποτε. Ἀπὸ τὴν βραδύτητα αὐτὴν ἐσυμπέρανεν ὅτι οἱ δύο «νομᾶτοι» ἐδίσταζον πολὺ νὰ περάσουν τὸ μονοπάτι.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Τέλος ἔφθασεν εἰς τοῦ Πουλιοῦ τὴν Βρύση, ὅπως τὴν εἶχεν ὀνομάσει ὁ Καμπαναχμάκης. Ἦτο μία πηγὴ ἐπάνω εἰς ὑψηλὸν βράχον, ἐπὶ τοῦ ὁποίου ἐσχηματίζετο μικρὸν ὀλισθηρὸν ὀροπέδιον ἀπὸ χῶμα, γεμᾶτον ἀπὸ βρύα καὶ ἄλλα ὑγρὰ χόρτα, τὰ ὁποῖα ἐφαίνοντο ὡς νὰ ἔπλεον εἰς τὸ νερόν. Ἡ Φραγκογιαννοὺ ἐπάτει καλὰ διὰ νὰ μὴ γλιστρήσῃ καὶ πέσῃ. Ἀπὸ τὴν βρύσιν ἐκείνην, πράγματι, μόνον τὰ πετεινὰ τ᾽ οὐρανοῦ ἠδύναντο νὰ πίνουν. Ἡ Χαδούλα ἔκυψε κ᾽ ἔπιε…</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">―Ἄχ! καθὼς πίνω ἀπ᾽ τὴ βρυσούλα σας, πουλάκια μου, εἶπε, δῶστέ μου καὶ τὴ χάρη σας, νὰ πετάξω!…</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Κ᾽ ἐγέλασε μοναχή της, ἀποροῦσα ποῦ εὗρε τὸν ἀστεϊσμὸν αὐτὸν εἰς τοιαύτην ὥραν. Ἀλλὰ τὰ πουλιά, ὅταν τὴν εἶδαν, εἶχαν ἀγριεύσει, κ᾽ ἐπέταξαν ἔντρομα…</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἐκάθισε, δίπλα εἰς τοῦ Πουλιοῦ τὴν Βρύση, διὰ νὰ ξαποστάσῃ καὶ πάρῃ τὸν ἀνασασμόν της. Σχεδὸν εἶχε βεβαιωθῆ πλέον ὅτι οἱ δύο «νομᾶτοι» δὲν εἶχαν κατορθώσει νὰ διαβῶσι τὸ Μονοπάτι στὸ Κλῆμα.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἀλλὰ δὲν ᾐσθάνετο ἀσφάλειαν, ἡ δύστηνος, καθημένη ἐκεῖ. Ὅθεν, μετ᾽ ὀλίγα λεπτὰ ἐσηκώθη, ἐπῆρε τὸ καλάθι της, κ᾽ ἔτρεξε τὸν κατήφορον. Τώρα πλέον ἐπήγαινεν ἀποφασιστικῶς εἰς τὸν Ἁι-Σώστην, εἰς τὸ Ἐρημητήριον. Καιρὸς ἦτο, ἂν ἐγλύτωνε, νὰ ἐξαγορευθῇ τὰ κρίματά της εἰς τὸν γέροντα, τὸν ἀσκητήν.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Εἰς ὀλίγα λεπτὰ τῆς ὥρας κατῆλθε τὴν ἀκτήν, κ᾽ ἔφθασεν εἰς τὰ χαλίκια τοῦ αἰγιαλοῦ, εἰς τὴν ἄμμον. Ἀντίκρυσε τὸν ἁλίκτυπον βράχον, ἐπάνω εἰς τὸν ὁποῖον ἐφαίνετο ὁ παλαιὸς ναΐσκος τοῦ Ἁγίου Σώζοντος. Ὁ λαιμὸς τῆς ἄμμου, ὁ ἑνώνων τὸν μικρὸν βράχον μὲ τὴν στερεάν, μόλις ἀνεῖχεν ἕνα δάκτυλον ὑπεράνω τοῦ κύματος. Τώρα ἤρχιζε νὰ γίνεται πλημμύρα. Ἡ Φραγκογιαννοὺ ἐστάθη κ᾽ ἐδίστασε. «Τάχα δὲν θὰ… ξαναγίνῃ ρήχη σὲ λίγη ὥρα; εἶπε. Γιατί νὰ βιαστῶ τώρα, νὰ γίνω μούσκεμα;»</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἀλλὰ τὴν ἰδίαν στιγμὴν ἤκουσε θόρυβον ὄχι μικρὸν ἐπὶ τοῦ κρημνοῦ. Δύο ἄνδρες, ὁ εἷς στρατιωτικός, ὁ ἄλλος πολίτης, μὲ δύο τουφέκια ἐπ᾽ ὤμου, κατήρχοντο τρέχοντες τὸν κατήφορον. Ὁ πολίτης δὲν ἦτον ὁ δραγάτης τὸν ὁποῖον εἶχεν ἀφήσει ὀπίσω, μὲ τὸν ἕνα χωροφύλακα, ἦτον ἄλλος, κ᾽ ἐφόρει φράγκικα. Αὐτὴ λοιπὸν ἦτο ἡ ἐνέδρα, τὴν ὁποίαν εἶχεν ὑποπτεύσει εὐλόγως αὐτή, μὲ τὴν ὁποίαν ἠθέλησαν νὰ τὴν βάλουν εἰς τὰ στενά; Ἰδοὺ ὅτι τώρα τὴν ἔφθαναν.</span></p><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><span style="font-family: times; font-size: large; margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhV21v1lD7vjpYgcr41N-ebGH5ovLIZFfqJHo0tZtc1ppnQx4hTbxvc0lIloNPJhqGr7NtExwiv7zE4JDGhwDFwV_rOrji2V1r7q5uVFJfaCDmKzt8ayijWK4dp20Z354nDXc-tQMuG6CI/s638/%25CE%25A6%25CF%2581%25CE%25B1%25CE%25B3%25CE%25BA%25CE%25BF%25CE%25B3%25CE%25B9%25CE%25B1%25CE%25BD%25CE%25BD%25CE%25BF%25CF%258D+3.jpg" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="479" data-original-width="638" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhV21v1lD7vjpYgcr41N-ebGH5ovLIZFfqJHo0tZtc1ppnQx4hTbxvc0lIloNPJhqGr7NtExwiv7zE4JDGhwDFwV_rOrji2V1r7q5uVFJfaCDmKzt8ayijWK4dp20Z354nDXc-tQMuG6CI/s320/%25CE%25A6%25CF%2581%25CE%25B1%25CE%25B3%25CE%25BA%25CE%25BF%25CE%25B3%25CE%25B9%25CE%25B1%25CE%25BD%25CE%25BD%25CE%25BF%25CF%258D+3.jpg" width="320" /></a></span></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><div class="separator" style="clear: both;"><div class="separator" style="background-color: white; clear: both; color: #505050; font-size: 14.85px;"><b style="background-color: transparent; color: #2b00fe;"><span style="font-family: times;">Διασκευή του έργου "Η φόνισσα" σε κόμικ της Ντίνας Τσαρούχα (2009?)</span></b></div><div><span style="color: #2b00fe;"><b>Πηγή: http://h-fonissa.blogspot.com/2009/02/blog-post_28.html</b></span></div><div><span style="color: #2b00fe;"><b>https://www.apotis4stis5.com/more-music/vivlio/37600-fonissa-papadiamanth-se-comic</b></span></div></div></div><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ Φραγκογιαννοὺ ἔτρεξεν, ἔκαμε τὸν σταυρόν της, κ᾽ ἐπάτησεν ἐπάνω εἰς τὸ πέραμα τῆς ἄμμου. Ἡ ἄμμος ἦτον ὀλισθηρά. Τὸ κῦμα ἀνήρχετο, ἐφούσκωνε. Ἡ γυνὴ δὲν ὠπισθοδρόμησε. Δὲν εἶχεν ἄλλην σανίδα σωτηρίας. Οὔτε αὐτήν, τὴν παροῦσαν, μάλιστα δὲν εἶχε.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Τὸ κῦμα ἀνέβαινεν, ἀνέβαινε. Ἡ Φραγκογιαννοὺ ἐπάτει. Ἡ ἄμμος ἐνέδιδε. Οἱ πόδες της ἐγλιστροῦσαν.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ὁ βράχος τοῦ ἁγίου Σώζοντος ἀπεῖχε περὶ τὰς δώδεκα ὀργυιὰς ἀπὸ τὴν ἀκτήν. Ὁ λαιμὸς τῆς ἄμμου, τὸ πέραμα, θὰ ἦτο πλέον ἢ πεντήκοντα βημάτων τὸ μῆκος.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Τὸ κῦμα τὴν ἔφθασεν ἕως τὸ γόνυ, εἶτα ὣς τὴν μέσην. Ἡ ἄμμος ἐγλιστροῦσε. Ἐγίνετο βάλτος, λάκκος. Τὸ κῦμα ἀνῆλθεν ἕως τὸ στέρνον της. Οἱ δύο ἄνδρες, οἵτινες τὴν ἐκυνήγουν, ἔρριψαν μίαν τουφεκιὰν διὰ νὰ τὴν πτοήσουν. Εἶτα ἠκούσθησαν αἱ φωναί των, φωναὶ ἀλαλαγμοῦ καὶ βεβαίας νίκης.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ἡ Φραγκογιαννοὺ ἀπεῖχεν ἀκόμη ὣς δέκα βήματα ἀπὸ τὸν Ἁι-Σώστην.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Δὲν εἶχε πλέον ἔδαφος νὰ πατήσῃ· ἐγονάτισεν. Εἰς τὸ στόμα της εἰσήρχετο τὸ ἁλμυρὸν καὶ πικρὸν ὕδωρ.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Τὰ κύματα ἐφούσκωναν ἀγρίως, ὡς νὰ εἶχον πάθος. Ἐκάλυψαν τοὺς μυκτῆρας καὶ τὰ ὦτά της. Τὴν στιγμὴν ἐκείνην τὸ βλέμμα τῆς Φραγκογιαννοῦς ἀντίκρυσε τὸ Μποστάνι, τὴν ἔρημον βορειοδυτικὴν ἀκτήν, ὅπου τῆς εἶχον δώσει ὡς προῖκα ἕνα ἀγρόν, ὅταν νεάνιδα τὴν ὑπάνδρευσαν καὶ τὴν ἐκουκούλωσαν, καὶ τὴν ἔκαμαν νύφην οἱ γονεῖς της.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">―Ὤ! νά τὸ προικιό μου! εἶπε.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Αὐταὶ ὑπήρξαν αἱ τελευταῖαι λέξεις της. Ἡ γραῖα Χαδούλα εὗρε τὸν θάνατον εἰς τὸ πέραμα τοῦ Ἁγίου Σώστη, εἰς τὸν λαιμὸν τὸν ἑνώνοντα τὸν βράχον τοῦ ἐρημητηρίου μὲ τὴν ξηράν, εἰς τὸ ἥμισυ τοῦ δρόμου, μεταξὺ τῆς θείας καὶ τῆς ἀνθρωπίνης δικαιοσύνης.</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">(1903)</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">-----------------------------------------------------------------------------------</span></p><p style="background-color: white; color: #2c2c2c; margin: 20px 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Πηγή:</span></p><p style="background-color: white; margin: 20px 0px;"><span style="color: #2c2c2c; font-family: times; font-size: large;">http://papadiamantis.net/aleksandros-papadiamantis/syggrafiko-ergo/diigimata/312-fonissa-1903 </span></p><ul class="uk-list" style="background-color: white; color: #2c2c2c; list-style: none; margin: 20px 0px 0px; padding: 0px;"><li class="el-item"><div class="el-content uk-panel" style="box-sizing: border-box; display: flow-root; margin-bottom: 0px; position: relative;"><span style="font-family: times; font-size: large;"><span style="color: #1c1c1c;">Συγγραφέας </span><span style="color: #1c1c1c;">Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης </span></span></div></li><li class="el-item"><div class="uk-child-width-expand uk-grid-row-small uk-grid" style="display: flex; flex-wrap: wrap; list-style: none; margin: 0px 0px 0px -30px; padding: 0px;" uk-grid=""><div style="box-sizing: border-box; flex: 1 1 0%; margin: 0px; min-width: 1px; padding-left: 30px; width: 90.7px;"><div class="el-content uk-panel" style="box-sizing: border-box; display: flow-root; margin-bottom: 0px; position: relative;"><span style="font-family: times; font-size: large;"><span style="color: #1c1c1c;">Τίτλος </span>Άπαντα, τόμος 3</span></div></div></div></li><li class="el-item" style="margin-top: 10px;"><div class="uk-child-width-expand uk-grid-row-small uk-grid" style="display: flex; flex-wrap: wrap; list-style: none; margin: 0px 0px 0px -30px; padding: 0px;" uk-grid=""><div class="uk-width-small uk-text-break uk-first-column" style="box-sizing: border-box; margin: 0px; max-width: 100%; overflow-wrap: break-word; padding-left: 30px; width: 150px;"><div class="el-title uk-margin-remove uk-text-bold uk-text-emphasis" style="color: #1c1c1c; margin-bottom: 0px; margin-left: 0px !important; margin-right: 0px !important; margin-top: 0px !important; margin: 0px;"><span style="font-size: large;"><span style="font-family: times;">Κριτική </span><span style="font-family: times;">έκδοση</span></span></div></div><div style="box-sizing: border-box; flex: 1 1 0%; margin: 0px; min-width: 1px; padding-left: 30px; width: 90.7px;"><div class="el-content uk-panel" style="box-sizing: border-box; display: flow-root; margin-bottom: 0px; position: relative;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Ν. Δ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ</span></div></div></div></li><li class="el-item" style="margin-top: 10px;"><div class="uk-child-width-expand uk-grid-row-small uk-grid" style="display: flex; flex-wrap: wrap; list-style: none; margin: 0px 0px 0px -30px; padding: 0px;" uk-grid=""><div class="uk-width-small uk-text-break uk-first-column" style="box-sizing: border-box; margin: 0px; max-width: 100%; overflow-wrap: break-word; padding-left: 30px; width: 150px;"><div class="el-title uk-margin-remove uk-text-bold uk-text-emphasis" style="color: #1c1c1c; margin-bottom: 0px; margin-left: 0px !important; margin-right: 0px !important; margin-top: 0px !important; margin: 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Εκδόσεις</span></div></div><div style="box-sizing: border-box; flex: 1 1 0%; margin: 0px; min-width: 1px; padding-left: 30px; width: 90.7px;"><div class="el-content uk-panel" style="box-sizing: border-box; display: flow-root; margin-bottom: 0px; position: relative;"><span style="font-family: times; font-size: large;">ΔΟΜΟΣ</span></div></div></div></li><li class="el-item" style="margin-top: 10px;"><div class="uk-child-width-expand uk-grid-row-small uk-grid" style="display: flex; flex-wrap: wrap; list-style: none; margin: 0px 0px 0px -30px; padding: 0px;" uk-grid=""><div class="uk-width-small uk-text-break uk-first-column" style="box-sizing: border-box; margin: 0px; max-width: 100%; overflow-wrap: break-word; padding-left: 30px; width: 150px;"><div class="el-title uk-margin-remove uk-text-bold uk-text-emphasis" style="color: #1c1c1c; margin-bottom: 0px; margin-left: 0px !important; margin-right: 0px !important; margin-top: 0px !important; margin: 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Τόπος </span></div></div><div style="box-sizing: border-box; flex: 1 1 0%; margin: 0px; min-width: 1px; padding-left: 30px; width: 90.7px;"><div class="el-content uk-panel" style="box-sizing: border-box; display: flow-root; margin-bottom: 0px; position: relative;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Αθήνα </span></div></div></div></li><li class="el-item" style="margin-top: 10px;"><div class="el-title uk-margin-remove uk-text-bold uk-text-emphasis" style="color: #1c1c1c; margin-bottom: 0px; margin-left: 0px !important; margin-right: 0px !important; margin-top: 0px !important; margin: 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Χρονολογία <span style="color: #2c2c2c;">1984</span></span></div></li><li class="el-item" style="margin-top: 10px;"><div class="uk-child-width-expand uk-grid-row-small uk-grid" style="display: flex; flex-wrap: wrap; list-style: none; margin: 0px 0px 0px -30px; padding: 0px;" uk-grid=""><div class="uk-width-small uk-text-break uk-first-column" style="box-sizing: border-box; margin: 0px; max-width: 100%; overflow-wrap: break-word; padding-left: 30px; width: 150px;"><div class="el-title uk-margin-remove uk-text-bold uk-text-emphasis" style="color: #1c1c1c; margin-bottom: 0px; margin-left: 0px !important; margin-right: 0px !important; margin-top: 0px !important; margin: 0px;"><span style="font-family: times; font-size: large;">Έτος γραφής</span></div></div><div style="box-sizing: border-box; flex: 1 1 0%; margin: 0px; min-width: 1px; padding-left: 30px; width: 90.7px;"><div class="el-content uk-panel" style="box-sizing: border-box; display: flow-root; margin-bottom: 0px; position: relative;"><span style="font-family: times; font-size: large;">1903</span></div></div></div></li></ul>fkhttp://www.blogger.com/profile/16929972766556802480noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2030335275756970803.post-66211919756475600032019-01-05T00:36:00.003-08:002019-01-05T00:44:25.524-08:00Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Έρωτας στα χιόνια / Papadiamantis, Erotas sta chionia, 1896<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<h4 style="text-align: center;">
<b><span style="color: #cc0000; font-size: large;">Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, </span></b><b><span style="color: #cc0000; font-size: large;">"Έρωτας στα χιόνια" (1896)</span></b></h4>
<div style="text-align: center;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEh35Pv7v75-TV7fdh-RMgPqFua73-QveM49alBohAV7vqG-nZnsd-nehWYGtPV9HZGUuvoqwXervamt7sPp3TmJLqD5JEGnIrfKsfKy5Fk3rPIT5P0ovd6tZ4I0NBTQKa6Q3_LUJquscUw/s1600/snow-gif.gif" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="281" data-original-width="500" height="179" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEh35Pv7v75-TV7fdh-RMgPqFua73-QveM49alBohAV7vqG-nZnsd-nehWYGtPV9HZGUuvoqwXervamt7sPp3TmJLqD5JEGnIrfKsfKy5Fk3rPIT5P0ovd6tZ4I0NBTQKa6Q3_LUJquscUw/s320/snow-gif.gif" width="320" /></a></div>
<div style="text-align: center;">
<br /></div>
Kαρδιά του χειμώνος. Xριστούγεννα, Άις-Bασίλης, Φώτα.<br />
Kαι αυτός εσηκώνετο το πρωί, έρριπτεν εις τους ώμους την παλιάν πατατούκαν του, το μόνον ρούχον οπού εσώζετο ακόμη από τους προ της ευτυχίας του χρόνους, και κατήρχετο εις την παραθαλάσσιον αγοράν, μορμυρίζων, ενώ κατέβαινεν από το παλαιόν μισογκρεμισμένον σπίτι, με τρόπον ώστε να τον ακούη η γειτόνισσα:<br />
― Σεβτάς είν’ αυτός, δεν είναι τσορβάς...· έρωντας είναι, δεν είναι γέρωντας.<br />
Tο έλεγε τόσον συχνά, ώστε όλες οι γειτονοπούλες οπού τον ήκουαν του το εκόλλησαν τέλος ως παρατσούκλι: «O μπαρμπα-Γιαννιός ο Έρωντας».<br />
Διότι δεν ήτο πλέον νέος, ούτε εύμορφος, ούτε άσπρα είχεν. Όλα αυτά τα είχε φθείρει προ χρόνων πολλών, μαζί με το καράβι, εις την θάλασσαν, εις την Mασσαλίαν.<br />
Eίχεν αρχίσει το στάδιόν του με αυτήν την πατατούκαν, όταν επρωτομπαρκάρησε ναύτης εις την βομβάρδαν του εξαδέλφου του. Eίχεν αποκτήσει, από τα μερδικά του όσα ελάμβανεν από τα ταξίδια, μετοχήν επί του πλοίου, είτα είχεν αποκτήσει πλοίον ιδικόν του, και είχε κάμει καλά ταξίδια. Eίχε φορέσει αγγλικές τσόχες, βελούδινα γελέκα, ψηλά καπέλα, είχε κρεμάσει καδένες χρυσές με ωρολόγια, είχεν αποκτήσει χρήματα· αλλά τα έφαγεν όλα εγκαίρως με τας Φρύνας εις την Mασσαλίαν, και άλλο δεν του έμεινεν ειμή η παλιά πατατούκα, την οποίαν εφόρει πεταχτήν επ’ ώμων, ενώ κατέβαινε το πρωί εις την παραλίαν, διά να μπαρκάρη σύντροφος με καμμίαν βρατσέραν εις μικρόν ναύλον, ή διά να πάγη με ξένην βάρκαν να βγάλη κανένα χταπόδι εντός του λιμένος.<br />
Kανένα δεν είχεν εις τον κόσμον, ήτον έρημος. Eίχε νυμφευθή, και είχε χηρεύσει, είχεν αποκτήσει τέκνον, και είχεν ατεκνωθή.<br />
Kαι αργά το βράδυ, την νύκτα, τα μεσάνυκτα, αφού έπινεν ολίγα ποτήρια διά να ξεχάση ή διά να ζεσταθή, επανήρχετο εις το παλιόσπιτο το μισογκρεμισμένον, εκχύνων εις τραγούδια τον πόνον του:<br />
<br />
Σοκάκι μου μακρύ-στενό, με την κατεβασιά σου,<br />
κάμε κ’ εμένα γείτονα με την γειτόνισσά σου.<br />
<br />
Άλλοτε παραπονούμενος ευθύμως:<br />
<br />
Γειτόνισσα, γειτόνισσα, πολυλογού και ψεύτρα,<br />
δεν είπες μια φορά κ’ εσύ, Γιαννιό μου έλα μέσα.<br />
<br />
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhkVnsehvuoekuzg4N3Fa_AHlN7cnnTnvZFVDqxg0MDuh_ifXGn_s4XeZO9qk5_1COVOFVsEizUyZZP4ZfGwA6NBYrpw_YaSdnJYoWffpDddDlzYdYpR4oUqzGA7rlX5KvBP_GlumuX9oA/s1600/%25CE%2595%25CF%2581%25CF%2589%25CF%2584%25CE%25B1%25CF%2582+%25CF%2583%25CF%2584%25CE%25B1+%25CF%2587%25CE%25B9%25CF%258C%25CE%25BD%25CE%25B9%25CE%25B1+%25CE%259A%25CF%258C%25CF%2581%25CE%25B4%25CE%25B7%25CF%2582.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="415" data-original-width="294" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhkVnsehvuoekuzg4N3Fa_AHlN7cnnTnvZFVDqxg0MDuh_ifXGn_s4XeZO9qk5_1COVOFVsEizUyZZP4ZfGwA6NBYrpw_YaSdnJYoWffpDddDlzYdYpR4oUqzGA7rlX5KvBP_GlumuX9oA/s320/%25CE%2595%25CF%2581%25CF%2589%25CF%2584%25CE%25B1%25CF%2582+%25CF%2583%25CF%2584%25CE%25B1+%25CF%2587%25CE%25B9%25CF%258C%25CE%25BD%25CE%25B9%25CE%25B1+%25CE%259A%25CF%258C%25CF%2581%25CE%25B4%25CE%25B7%25CF%2582.jpg" width="226" /></a></div>
<div style="text-align: center;">
<b><span style="color: blue;">Γιώργος Κόρδης, "Έρωτας στα χιόνια" (1997)</span></b></div>
<br />
Xειμών βαρύς, επί ημέρας ο ουρανός κλειστός. Eπάνω εις τα βουνά χιόνες, κάτω εις τον κάμπον χιονόνερον. H πρωία ενθύμιζε το δημώδες:<br />
<br />
Bρέχει, βρέχει και χιονίζει,<br />
κι ο παπάς χειρομυλίζει.<br />
<br />
Δεν εχειρομύλιζεν ο παπάς, εχειρομύλιζεν η γειτόνισσα, η πολυλογού και ψεύτρα, του άσματος του μπαρμπα-Γιαννιού. Διότι τοιούτον πράγμα ήτο· μυλωνού εργαζομένη με την χείρα, γυρίζουσα τον χειρόμυλον. Σημειώσατε ότι, τον καιρόν εκείνον, το αρχοντολόγι του τόπου το είχεν εις κακόν του να φάγη ψωμί ζυμωμένον με άλευρον από νερόμυλον ή ανεμόμυλον, κ’ επροτίμα το διά χειρομύλου αλεσμένον.<br />
Kαι είχεν πελατείαν μεγάλην, η Πολυλογού. Eγυάλιζεν, είχε μάτια μεγάλα, είχε βερνίκι εις τα μάγουλά της. Eίχεν ένα άνδρα, τέσσαρα παιδιά, κ’ ένα γαϊδουράκι μικρόν διά να κουβαλά τα αλέσματα. Όλα τα αγαπούσε, τον άνδρα της, τα παιδιά της, το γαϊδουράκι της. Mόνον τον μπαρμπα-Γιαννιόν δεν αγαπούσε.<br />
Ποίος να τον αγαπήση αυτόν; Ήτο έρημος εις τον κόσμον.<br />
<br />
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgWKy1AmuQsVjWdu13ritx7Jz0LP70Du5zpB9woewm3e7UJFJgkiCtH3Etnpr1p-M3C21LMYC2NWQH9MrunX-9ZvVJ55OIQgkKmBgvm6oweRuXEr422zfqXFgCy-hMxVhV8PIzHBibl_XQ/s1600/%25CE%2588%25CF%2581%25CF%2589%25CF%2584%25CE%25B1%25CF%2582+%25CF%2583%25CF%2584%25CE%25B1+%25CF%2587%25CE%25B9%25CF%258C%25CE%25BD%25CE%25B9%25CE%25B1+%25CE%259C%25CE%25BF%25CF%2581%25CE%25AC%25CF%2581%25CE%25BF%25CF%2582.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="410" data-original-width="307" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgWKy1AmuQsVjWdu13ritx7Jz0LP70Du5zpB9woewm3e7UJFJgkiCtH3Etnpr1p-M3C21LMYC2NWQH9MrunX-9ZvVJ55OIQgkKmBgvm6oweRuXEr422zfqXFgCy-hMxVhV8PIzHBibl_XQ/s320/%25CE%2588%25CF%2581%25CF%2589%25CF%2584%25CE%25B1%25CF%2582+%25CF%2583%25CF%2584%25CE%25B1+%25CF%2587%25CE%25B9%25CF%258C%25CE%25BD%25CE%25B9%25CE%25B1+%25CE%259C%25CE%25BF%25CF%2581%25CE%25AC%25CF%2581%25CE%25BF%25CF%2582.jpg" width="239" /></a></div>
<div style="text-align: center;">
<b style="color: blue;">Δημήτρης Μοράρος</b><b style="color: blue;">, "Έρωτας στα χιόνια" (2001)</b></div>
<div style="text-align: center;">
<b style="text-align: center;"><br /></b></div>
Kαι είχε πέσει εις τον έρωτα, με την γειτόνισσαν την Πολυλογού, διά να ξεχάση το καράβι του, τας Λαΐδας της Mασσαλίας, την θάλασσαν και τα κύματά της, τα βάσανά του, τας ασωτίας του, την γυναίκα του, το παιδί του. Kαι είχε πέσει εις το κρασί διά να ξεχάση την γειτόνισσαν.<br />
Συχνά όταν επανήρχετο το βράδυ, νύκτα, μεσάνυκτα, και η σκιά του, μακρά, υψηλή, λιγνή, με την πατατούκαν φεύγουσαν και γλιστρούσαν από τους ώμους του, προέκυπτεν εις τον μακρόν, στενόν δρομίσκον, και αι νιφάδες, μυίαι λευκαί, τολύπαι βάμβακος, εφέροντο στροβιληδόν εις τον αέρα, και έπιπτον εις την γην, και έβλεπε το βουνόν ν’ ασπρίζη εις το σκότος, έβλεπε το παράθυρον της γειτόνισσας κλειστόν, βωβόν, και τον φεγγίτην να λάμπη θαμβά, θολά, και ήκουε τον χειρόμυλον να τρίζη ακόμη, και ο χειρόμυλος έπαυε, και ήκουε την γλώσσαν της ν’ αλέθη, κ’ ενθυμείτο τον άνδρα της, τα παιδιά της, το γαϊδουράκι της, οπού αυτή όλα τα αγαπούσε, ενώ αυτόν δεν εγύριζε μάτι να τον ιδή, εκαπνίζετο, όπως το μελίσσι, εσφλομώνετο, όπως το χταπόδι, και παρεδίδετο εις σκέψεις φιλοσοφικάς και εις ποιητικάς εικόνας.<br />
― Nα είχεν ο έρωτας σαΐτες!... να είχε βρόχια... να είχε φωτιές... Nα τρυπούσε με τις σαΐτες του τα παραθύρια... να ζέσταινε τις καρδιές... να έστηνε τα βρόχια του απάνω στα χιόνια... Ένας γερο-Φερετζέλης πιάνει με τις θηλιές του χιλιάδες κοτσύφια.<br />
Eφαντάζετο τον έρωτα ως ένα είδος γερο-Φερετζέλη, όστις να διημερεύη πέραν, εις τον υψηλόν, πευκόσκιον λόφον, και ν’ ασχολήται εις το να στήνη βρόχια επάνω εις τα χιόνια, διά να συλλάβη τις αθώες καρδιές, ως μισοπαγωμένα κοσσύφια, τα οποία ψάχνουν εις μάτην, διά ν’ ανακαλύψουν τελευταίαν τινά χαμάδα μείνασαν εις τον ελαιώνα. Eξέλιπον οι μικροί μακρυλοί καρποί από τας αγριελαίας εις το βουνόν του Bαραντά, εξέλιπον τα μύρτα από τας ευώδεις μυρσίνας εις της Mαμούς το ρέμα, και τώρα τα κοσσυφάκια τα λάλα με το αμαυρόν πτέρωμα, οι κηρομύται οι γλυκείς και αι κίχλαι αι εύθυμοι πίπτουσι θύματα της θηλιάς του γερο-Φερετζέλη.<br />
<br />
Tην άλλην βραδιάν επανήρχετο, όχι πολύ οινοβαρής, έρριπτε βλέμμα εις τα παράθυρα της Πολυλογούς, ύψωνε τους ώμους, κ’ εμορμύριζεν:<br />
― Ένας Θεός θα μας κρίνη... κ’ ένας θάνατος θα μας ξεχωρίση.<br />
Kαι είτα μετά στεναγμού προσέθετε:<br />
― K’ ένα κοιμητήρι θα μας σμίξη.<br />
Aλλά δεν ημπορούσε, πριν απέλθη να κοιμηθή, να μην υποψάλη το σύνηθες άσμα του:<br />
<br />
Σοκάκι μου μακρύ-στενό, με την κατεβασιά σου,<br />
κάμε κ’ εμένα γείτονα με την γειτόνισσά σου.<br />
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
</div>
Tην άλλην βραδιάν, η χιών είχε στρωθή σινδών, εις όλον τον μακρόν, στενόν δρομίσκον.<br />
― Άσπρο σινδόνι... να μας ασπρίση όλους στο μάτι του Θεού... ν’ ασπρίσουν τα σωθικά μας... να μην έχουμε κακή καρδιά μέσα μας.<br />
Eφαντάζετο αμυδρώς μίαν εικόνα, μίαν οπτασίαν, έν ξυπνητόν όνειρον. Ωσάν η χιών να ισοπεδώση και ν’ ασπρίση όλα τα πράγματα, όλας τας αμαρτίας, όλα τα περασμένα: Tο καράβι, την θάλασσαν, τα ψηλά καπέλα, τα ωρολόγια, τας αλύσεις τας χρυσάς και τας αλύσεις τας σιδηράς, τας πόρνας της Mασσαλίας, την ασωτίαν, την δυστυχίαν, τα ναυάγια, να τα σκεπάση, να τα εξαγνίση, να τα σαβανώση, διά να μη παρασταθούν όλα γυμνά και τετραχηλισμένα, και ως εξ οργίων και φραγκικών χορών εξερχόμενα, εις το όμμα του Kριτού, του Παλαιού Hμερών, του Tρισαγίου. N’ ασπρίση και να σαβανώση τον δρομίσκον τον μακρόν και τον στενόν με την κατεβασιάν του και με την δυσωδίαν του, και τον οικίσκον τον παλαιόν και καταρρέοντα, και την πατατούκαν την λερήν και κουρελιασμένην: Nα σαβανώση και να σκεπάση την γειτόνισσαν την πολυλογού και ψεύτραν, και τον χειρόμυλόν της, και την φιλοφροσύνην της, την ψευτοπολιτικήν της, την φλυαρίαν της, και το γυάλισμά της, το βερνίκι και το κοκκινάδι της, και το χαμόγελόν της, και τον άνδρα της, τα παιδιά της και το γαϊδουράκι της: Όλα, όλα να τα καλύψη, να τα ασπρίση, να τα αγνίση!<br />
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhZYU-eYwGi7Z22HxG8mG3how23LqiV73-ZNc6j9U7mHc4HMhAdmI9n7RyTGzR5AT_cWLmUanOIgXGe03Kq6JLhZiqsKna4EC2yCzvyRnmcuREKTq2wF41iXVqv5KAJdsc7XakJgkLTypE/s1600/%25CE%2588%25CF%2581%25CF%2589%25CF%2584%25CE%25B1%25CF%2582+%25CF%2583%25CF%2584%25CE%25B1+%25CF%2587%25CE%25B9%25CF%258C%25CE%25BD%25CE%25B9%25CE%25B1+%25CE%259C%25CE%25BF%25CF%2581%25CE%25AC%25CF%2581%25CE%25BF%25CF%2582+2.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="304" data-original-width="240" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhZYU-eYwGi7Z22HxG8mG3how23LqiV73-ZNc6j9U7mHc4HMhAdmI9n7RyTGzR5AT_cWLmUanOIgXGe03Kq6JLhZiqsKna4EC2yCzvyRnmcuREKTq2wF41iXVqv5KAJdsc7XakJgkLTypE/s1600/%25CE%2588%25CF%2581%25CF%2589%25CF%2584%25CE%25B1%25CF%2582+%25CF%2583%25CF%2584%25CE%25B1+%25CF%2587%25CE%25B9%25CF%258C%25CE%25BD%25CE%25B9%25CE%25B1+%25CE%259C%25CE%25BF%25CF%2581%25CE%25AC%25CF%2581%25CE%25BF%25CF%2582+2.jpg" /></a></div>
<div style="text-align: center;">
<span style="color: blue;"><b>Δημήτρης Μοράρος</b><b>, "Έρωτας στα χιόνια" (2001)</b></span></div>
<div style="text-align: center;">
<b><br /></b></div>
Tην άλλην βραδιάν, την τελευταίαν, νύκτα, μεσάνυκτα, επανήλθε μεθυσμένος πλειότερον παράποτε.<br />
Δεν έστεκε πλέον εις τα πόδια του, δεν εκινείτο ουδ’ ανέπνεε πλέον.<br />
Xειμών βαρύς, οικία καταρρέουσα, καρδία ρημασμένη. Mοναξία, ανία, κόσμος βαρύς, κακός, ανάλγητος. Yγεία κατεστραμμένη. Σώμα βασανισμένον, φθαρμένον, σωθικά λυωμένα. Δεν ημπορούσε πλέον να ζήση, να αισθανθή, να χαρή. Δεν ημπορούσε να εύρη παρηγορίαν, να ζεσταθή. Έπιε διά να σταθή, έπιε διά να πατήση, έπιε διά να γλιστρήση. Δεν επάτει πλέον ασφαλώς το έδαφος.<br />
Hύρε τον δρόμον, τον ανεγνώρισεν. Eπιάσθη από το αγκωνάρι. Eκλονήθη. Aκούμβησε τις πλάτες, εστύλωσε τα πόδια. Eμορμύρισε:<br />
― Nα είχαν οι φωτιές έρωτα!... Nα είχαν οι θηλιές χιόνια...<br />
Δεν ημπορούσε πλέον να σχηματίση λογικήν πρότασιν. Συνέχεε λέξεις και εννοίας.<br />
Πάλιν εκλονήθη. Eπιάσθη από τον παραστάτην μιας θύρας. Kατά λάθος ήγγισε το ρόπτρον. Tο ρόπτρον ήχησε δυνατά.<br />
― Ποιος είναι;<br />
Ήτο η θύρα της Πολυλογούς, της γειτόνισσας. Eυλογοφανώς θα ηδύνατό τις να του αποδώση πρόθεσιν ότι επεχείρει ν’ αναβή, καλώς ή κακώς, εις την οικίαν της. Πώς όχι;<br />
Eπάνω εκινούντο φώτα και άνθρωποι. Ίσως εγίνοντο ετοιμασίαι. Xριστούγεννα, Άις-Bασίλης, Φώτα, παραμοναί. Kαρδιά του χειμώνος.<br />
― Ποιος είναι; είπε πάλιν η φωνή.<br />
Tο παράθυρον έτριξεν. O μπαρμπα-Γιαννιός ήτο ακριβώς υπό τον εξώστην, αόρατος άνωθεν. Δεν είναι τίποτε. Tο παράθυρον εκλείσθη σπασμωδικώς. Mίαν στιγμήν ας αργοπορούσε!<br />
O μπαρμπα-Γιαννιός εστηρίζετο όρθιος εις τον παραστάτην. Eδοκίμασε να είπη το τραγούδι του, αλλ’ εις το πνεύμα του το υποβρύχιον, του ήρχοντο ως ναυάγια αι λέξεις:<br />
«Γειτόνισσα πολυλογού, μακρύ-στενό σοκάκι!...»<br />
Mόλις ήρθρωσε τας λέξεις, και σχεδόν δεν ηκούσθησαν. Eχάθησαν εις τον βόμβον του ανέμου και εις τον στρόβιλον της χιόνος.<br />
― Kαι εγώ σοκάκι είμαι, εμορμύρισε... ζωντανό σοκάκι.<br />
Eξεπιάσθη από την λαβήν του. Eκλονήθη, εσαρρίσθη, έκλινε και έπεσεν. Eξηπλώθη επί της χιόνος, και κατέλαβε με το μακρόν του ανάστημα όλον το πλάτος του μακρού στενού δρομίσκου.<br />
Άπαξ εδοκίμασε να σηκωθή, και είτα εναρκώθη. Eύρισκε φρικώδη ζέστην εις την χιόνα.<br />
«Eίχαν οι φωτιές έρωτα!... Eίχαν οι θηλιές χιόνια!»<br />
Kαι το παράθυρον προ μιας στιγμής είχε κλεισθή. Kαι αν μίαν μόνον στιγμήν ηργοπόρει, ο σύζυγος της Πολυλογούς θα έβλεπε τον άνθρωπον να πέση επί της χιόνος.<br />
Πλην δεν τον είδεν ούτε αυτός ούτε κανείς άλλος. K’ επάνω εις την χιόνα έπεσε χιών. Kαι η χιών εστοιβάχθη, εσωρεύθη δύο πιθαμάς, εκορυφώθη. Kαι η χιών έγινε σινδών, σάβανον.<br />
Kαι ο μπαρμπα-Γιαννιός άσπρισεν όλος, κ’ εκοιμήθη υπό την χιόνα, διά να μη παρασταθή γυμνός και τετραχηλισμένος, αυτός και η ζωή του και αι πράξεις του, ενώπιον του Kριτού, του Παλαιού Hμερών, του Tρισαγίου.<br />
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
</div>
<br />
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhbYya6HXGhStJQ4dlFMkf-Vo5NPEkQ1onfeyQDzqwL3Mjo-pY8cSwZy1ttsH9ruRWKYDISIYw4TbfM8BbOJCwy7r3QsPW0jDzdidxuQXrXgv9eOCPuUQDD7Tpc_nm_A9wN2pYdo1izh9U/s1600/EX-1.jpg" imageanchor="1" style="clear: left; float: left; margin-bottom: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="650" data-original-width="540" height="200" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhbYya6HXGhStJQ4dlFMkf-Vo5NPEkQ1onfeyQDzqwL3Mjo-pY8cSwZy1ttsH9ruRWKYDISIYw4TbfM8BbOJCwy7r3QsPW0jDzdidxuQXrXgv9eOCPuUQDD7Tpc_nm_A9wN2pYdo1izh9U/s200/EX-1.jpg" width="165" /></a></div>
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjp5Wqj1cludif2e61UgqdjN6k6jAV7ud4J3gekrx8gt2eVRn0-Mp4mFsRi7Lzkki55xw_UnnFOWxCXyvbLL0S2YlWW0G6uitB88hbezHwNg6RRFNOCBPv6J5aEvzKzVmHA2A8Ml-ZWzNw/s1600/EX-3.jpg" imageanchor="1" style="clear: right; float: right; margin-bottom: 1em; margin-left: 1em;"><img border="0" data-original-height="452" data-original-width="300" height="200" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjp5Wqj1cludif2e61UgqdjN6k6jAV7ud4J3gekrx8gt2eVRn0-Mp4mFsRi7Lzkki55xw_UnnFOWxCXyvbLL0S2YlWW0G6uitB88hbezHwNg6RRFNOCBPv6J5aEvzKzVmHA2A8Ml-ZWzNw/s200/EX-3.jpg" width="132" /></a><br />
<div style="text-align: center;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjsUT1HlxdMlNF0CW3mwYXloQej3F_lQtNlRxUGa7-oijl2PrXqWMWZ4BuYSte2XWOs8Al_SMMAjcrnFYfXnO3NWD7Z4CCNO6bTK4r26nV1MvXjhwrrtb8ZUhn_AsjBwi1uFn4tGrT5sCQ/s1600/EX-2.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="1417" data-original-width="1417" height="200" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjsUT1HlxdMlNF0CW3mwYXloQej3F_lQtNlRxUGa7-oijl2PrXqWMWZ4BuYSte2XWOs8Al_SMMAjcrnFYfXnO3NWD7Z4CCNO6bTK4r26nV1MvXjhwrrtb8ZUhn_AsjBwi1uFn4tGrT5sCQ/s200/EX-2.jpg" width="200" /></a> </div>
<br />
<br />
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhrABuIy2-cn_-QXohY-5pDlqNXT1ktJwjfu_EBTwIDKkDKJoY7Nq2K7wye0N2MexNtxQX3HedR5jkOlAuLWhteocAkoLOgfK_yuzl8d77ujXD1JkMcvB7DtuCBBDFttZI_zeNMWpwp0mU/s1600/EX-4.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="385" data-original-width="241" height="200" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhrABuIy2-cn_-QXohY-5pDlqNXT1ktJwjfu_EBTwIDKkDKJoY7Nq2K7wye0N2MexNtxQX3HedR5jkOlAuLWhteocAkoLOgfK_yuzl8d77ujXD1JkMcvB7DtuCBBDFttZI_zeNMWpwp0mU/s200/EX-4.jpg" width="125" /></a></div>
<br />
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
</div>
<div style="text-align: center;">
<b>Πηγή:</b></div>
<div style="text-align: center;">
<a href="http://www.snhell.gr/anthology/content.asp?author_id=33&id=448">Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού</a></div>
<div style="text-align: center;">
<br />
Επιμέλεια Ιστολογίου: Φιλοθέη Κολίτση </div>
<br /></div>
fkhttp://www.blogger.com/profile/16929972766556802480noreply@blogger.com1tag:blogger.com,1999:blog-2030335275756970803.post-87724088925547965202013-05-06T01:08:00.002-07:002013-05-08T02:29:06.977-07:00Can Eryumlu, Καλημέρχαμπα Σμύρνη / Kalimerhaba Izmir (2004) <div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<br />
<div style="text-align: center;">
<b>Can Eryumlu </b><br />
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiSJCNtuTRkYac0PVwO2s51bFPKBuWAYhM4KZ7snauUOIstW2JAwQvs9OBymYt3hTsedP2nhs8a_Gevx8E5c_s6q5evU5x3HVAes2z1LHLPk7UU6JUFLGWT1ucksTvOi9_CUoROOKnawGA/s1600/CAN_ERYUMLU.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiSJCNtuTRkYac0PVwO2s51bFPKBuWAYhM4KZ7snauUOIstW2JAwQvs9OBymYt3hTsedP2nhs8a_Gevx8E5c_s6q5evU5x3HVAes2z1LHLPk7UU6JUFLGWT1ucksTvOi9_CUoROOKnawGA/s1600/CAN_ERYUMLU.jpg" /></a></div>
<br /></div>
<div style="text-align: center;">
<b>Kalimerhaba Izmir (2004)</b><br />
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhmHP7gnktFuDdEBWkNDO9RxcDHHGRMkbRyPx3ftYRrJLzo7NRNhNsnss_n9psbthyphenhyphendY9CGT6PX1yE06lRjP_tnsau6UiLRV2nHu0rjaCvbleSSn1GbeIiivS6nJNoNgRx3C_JDey7tfXc/s1600/KALIMERHABA_IZMIR.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhmHP7gnktFuDdEBWkNDO9RxcDHHGRMkbRyPx3ftYRrJLzo7NRNhNsnss_n9psbthyphenhyphendY9CGT6PX1yE06lRjP_tnsau6UiLRV2nHu0rjaCvbleSSn1GbeIiivS6nJNoNgRx3C_JDey7tfXc/s320/KALIMERHABA_IZMIR.jpg" width="320" /></a></div>
<br />
<b><br /></b></div>
<div style="text-align: center;">
<b>Καλημερχαμπά Σμύρνη </b><br />
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEipem8Yu4ahb191jrjU5So5CPJMFW1dqVNH-36Qa0Yvf_D3PYoAUKnVpc0Sh8OozPJV9SN12d5kbyBnrWveBXE-dPKJmcbeU3WiUFsNECMmEGR0KxWzUeTCECjOH_wwbVtpgWrKzNdTl-s/s1600/KALIMERHABA_SMYRNI.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEipem8Yu4ahb191jrjU5So5CPJMFW1dqVNH-36Qa0Yvf_D3PYoAUKnVpc0Sh8OozPJV9SN12d5kbyBnrWveBXE-dPKJmcbeU3WiUFsNECMmEGR0KxWzUeTCECjOH_wwbVtpgWrKzNdTl-s/s1600/KALIMERHABA_SMYRNI.jpg" /></a></div>
<br /></div>
<div style="text-align: center;">
<b>I.</b><br />
<b>8 Σεπτεμβρίου του έτους 1922, ημέρα Παρασκευή...</b><br />
<b><br /></b>
Άρχιζε να βραδιάζει. Σε κάθε γωνιά της πόλης επικρατεί η ίδια φοβερή σύγχυση. Το πλήθος σαστισμένο όλο και μεγαλώνει, βυθίζεται σε μια μεριά, ξεπροβάλλει αλλού, τρέχει σύσσωμο πότε δω και πότε κει δίχως να ξέρει πού πηγαίνει. Τα χάνια, οι αποθήκες, τα υπόστεγα, τα σχολεία, οι εκκλησιές και οι δρόμοι, γεμάτα ανθρώπους. Ο πληθυσμός της Σμύρνης είχε αυξηθεί τρεις και τέσσετις φορές. Δύο και τρεις Σμύρνες πάσχιζαν τώρα να βρουν καταφύγιο μέσα σε ένα μόνο κομμάτι της. Κανένας δεν ξέρει τι ακριβώς συμβαίνει, φήμες, που δεν είναι ξεκάθαρο από πού ξεφύτρωσαν, εξαπλώνονται από στόμα σε στόμα, και ο φόβος όλο και μεγαλώνει. Η φρίκη στις ψυχές των ανθρώπων, που είναι έτοιμοι να πιστέψουν σε καθετί που ακούνε, αλλάζει συνεχώς διαστάσεις, και τις κατακλύζει.<br />
Ο Παναγιώτης όμως ήξερε. Στάθηκε σε μια γωνιά με κομμένη την ανάσα και ακούμπησε στον τοίχο πίσω του. Ο νέος άντρας, με την κουρελιασμένη και καταματωμένη στρατιωτική στολή, ήξερε τι συνέβη κι ότι όλα τέλειωσαν. Ήταν στρατιώτης στη Μεραρχία της Σμύρνης. Δηλαδή πριν διαλυθεί ο στρατός... γιατί στρατός δεν είχε απομείνει πια. Είχε ηττηθεί. Η αλήθεια ήταν τόσο απλή. Με βρώμικο τρόπο το παιχνίδι είχε χαθεί. Ξωπίσω έρχονταν οι Τούρκοι με άλογα, σπαθιά, λόγχες, πιστόλια, τουφέκια και κανόνια. Μ΄ όλη τους την οργή... Ακόμα και ο Διοικητής του Μετώπου, ο Τρικούπης, είχε πέσει αιχμάλωτος του Κεμάλ. Από εκείνου το μέτωπο ερχόταν. Παρά τρίχα τη γλίτωσε και το έσκασε. Φτάνοντας εδώ έμαθε ότι ο αιχμάλωτος Τρικούπης είχε γίνει αρχιστράτηγος. Αχ! Αυτή ήταν η κατάσταση. (σσ. 11-12)<br />
[..]<br />
Στο σταθμό της Πούντας είδε έναν φαντάρο με πληγωμένο το πόδι να σφαδάζει απελπισμένος. Δεν ήξερε το όνομά του, είχαν όμως ανταμωθεί κάποιες φορές στο μέτωπο. Σηκώνοντάς τον μια στην πλάτη και μια στην αγκαλιά του, τον πήγε πρώτα στον Σαιν Τζων, την εκκλησία των Εγγλέζων, και βλέποντας εκεί μεγάλη κοσμοσυρροή τον μετέφερε στην εκκλησία του Αγίου Ιωάννη. Δεν τον άφησε όμως γιατί ήταν γεμάτη πρόσφυγες που περίμεναν φοβισμένοι. Τον παίρνει ξανά στην πλάτη και τον παραδίδει σε μια νοσοκόμα στο Γαλλικό Νοσοκομείο. Άφησε το φαντάρο, που κλαίγοντας προσπαθούσε να τον ευχαριστήσει, και έφυγε. (σ. 13)<br />
[...]<br />
"Ανοίξτε! Ανοίξτε! Εγώ είμαι. Ο Παναγιώτης."<br />
Λίγο μετά, το παραθυράκι της πόρτας ανοίγει δυο δάχτυλα μόλις, κι ένας άντρας κοιτάζει έξω καχύποπτα. Με το που αναγνωρίζει το παλληκάρι, ανοίγει αμέσως την πόρτα και το τραβάει μέσα. [...] Από το δωμάτιο, που ήταν πίσω από τη σκάλα, ήρθαν τρέχοντας δύο γυναίκες, και έγιναν όλοι μια μεγάλη αγκαλιά. (σσ. 18-19)<br />
[...]<br />
"Και πού να πάμε, γιόκα μου;" Ρώτησε ο άντρας που στεκόταν όρθιος απέναντί του. "Πώς θα πάμε;Πριν από λίγο έξω ήμουν. Η παραλία είναι γεμάτη κόσμο. Φαντάροι... δεκάδες χιλιάδες επαρχιώτες που εγκατέλειψαν τα χωριά τους, τις πόλεις τους... Όλοι θέλουν να φύγουν, αλλά τα ξένα πλοία που βρίσκονται στ' ανοιχτά δεν παίρνουν κανέναν από τη Σμύρνη. Για να μην αδειάσει ο τόπος. Τα ελληνικά πλοία μαζί με τους φαντάρους πήραν και τους υπαλλήλους και έφυγαν. Εκεί ήμουν όταν έφυγε το τελευταίο πλοίο, το "Νάξος῾ Τα καΐκια και οι μαούνες ασφυκτικά γεμάτες κόσμο. Οι καϊκτζήδες παίρνουν αντάλλαγμα χρυσό για να τους μεταφέρουν. Πού; Λένε ότι οι Εγγλέζοι έριξαν στη θάλασσα όσους προσπάθησαν να ανέβουν στα πλοία τους. Οι φαντάροι πάλι, με τα όπλα τους, κατέβαζαν διά της βίας τους πολίτες για να ανέβουν οι ίδιοι. Κανείς δεν άκουγε κανέναν. Όποιος πρόλαβε τον Κύριον οίδε". Ο άντρας, καρφώνοντας το βλέμμα στις δύο γυναίκες, σιώπησε για λίγο. "Ένα σωρό φήμες κυκλοφορούν ανεξέλεγκτα", συνέχισε μετά, κοιτάζοντας τον Παναγιώτη. "Κάποιοι λένε ότι ο στρατός του Τρικούπη πέρασε στην αντεπίθεση. Άλλοι ότι ο Τρικούπης πέθανε. Κάποιοι άλλοι, ότι ο Πλαστήρας προελαύνει από τον Τσεσμέ στη Σμύρνη και κάποιος φώναξε ότι είχε ήδη φύγει σκαστός για τη Χίο. Λένε μάλιστα ότι η Αθήνα θα στείλει καινούργια πλοία για να πάρει αυτούς που περιμένουν εδώ. Ποιον να πιστέψεις; Σωστό χάος... Είδα τον Χρυσόστομο μπροστά στην Αγία Φωτεινή. Δεν τον είχα δει ποτέ μου τόσο άσχημα. Τότε μόνο κατάλαβα κι εγώ πως η κατάσταση είναι πραγματικά τραγική."<br />
"Ο Στεργιάδης έφυγε με το εγγλέζικο πλοίο "΄Αιρον Ντιουκ", αφού παρέδωσε το κλειδί του βιλαετιού στον Γάλλο πρόξενο", είπε ο Παναγιώτης οργισμένος. "Διέδωσαν ότι η Αθήνα θα έστελνε πλοία. Αλλά και στην Αθήνα μήπως έμεινε τίποτα όρθιο, μπάρμπα; Πριν από τρεις μέρες δεν παραιτήθηκε η κυβέρνηση; Υπάρχει έστω κι ένας που να ξέρει τι πραγματικά γίνεται;"<br />
"΄Οχι, γιόκα μου, όχι, δεν υπάρχει! Αλλά κι έξω κόλαση είναι. Εγώ αυτά ξέρω αυτά λέω", τον διέκοψε απότομα. Κουνούσε το κεφάλι του απογοητευμένος, κοιτώντας πιο πολύ τις γυναίκες.<br />
Λένε πως όσους πιάνουν, τους σφάζουν όλους, ζωντανό δεν αφήνουν πίσω τους. Απ' όπου περνούν γεμίζουν τις κοιλάδες με πτώματα."<br />
"Λένε, λένε, λένε, και τι μ' αυτό; Αν είναι γραμμέο στο κούτελό σου να πεθάνεις, κι εκεί κι εδώ θα πεθάνεις. Γιε μου, από το σπίτι του ανθρώπου δεν υπάρχει ασφαλέστερος τόπος." (σσ. 20-22)<br />
[...]<br />
Ο Παναγιώτης σηκώθηκε, πήγε πλάι της και πιάνοντάς την από τους ώμους προσπάθησε να στρέψει προς τη μεριά του το πρόσωπό της που κοίταζε κάτω.<br />
"Δηλαδή", είπε, κοιτώντας τη βαθιά στα μάτια, "εσύ τώρα θα με παρατήσεις για χάρη της περιουσίας;"<br />
"Ποιος θα σε παρατήσει εσένα, χαζέ", μουρμούρισε το κορίτσι και μαζεύτηκε δίπλα του. "Κι εσύ εδώ θα μείνεις. Μην ανησυχείς, τίποτα δεν θα μας συμβεί. Όπως ήμασταν παλιά, έτσι θα είμαστε και πάλι". Η Ελένη βλέποντας τον Παναγιὠτη σιωπηλό ζάρωσε κι άλλο πάνω του και του ψιθύρισε στ' αυτί: "Δεν βλέπεις που έχεις γυρίσεις σώος και αβλαβής; Ατό είναι που μετράει. Θα παντρευτούμε. Όλα όσα είναι δικά μου είναι και δικά σου. Πώς θα φύγεις και θα μας αφήσεις; Εμένα, αυτούς, τα πάντα..."<br />
Η μάνα σηκώθηκε και πλησίασε τους δύο νέους.<br />
"Λογικέψου, γιε μου", είπε. "Η φυγή δεν είναι λύση. Εδώ είναι ο τόπος μας, τα χώματά μας, η πατρίδα μας. Τίποτα κακό δε θα μας συμβεί. Θα δεις. Οι Τούρκοι ούτε τρίχα δεν θα μας πειράξουν. Δεν θα τους αφήσουν οι άλλοι να το κάνουν. Τι λες, εσύ, τα πλοία που βρίσκονται στη θάλασσα, έτσι τζάμπα στέκονται εκεί; Οι Τούρκοι ίσως μπήξουν τα δόντια τους στους Έλληνες, αλλά τους άλλους δεν θα τους πειράξουν. Θα καθίσουν να κουβεντιάσουν με μας και τις Μεγάλες Δυνάμεις. Μάλλον δεν πρέπει τώρα να στενοχωριόμαστε, αλλά να χαιρόμαστε που τέλειωσε ο πόλεμος. Κι εμείς και οι Τούρκοι πρέπει να χαιρόμαστε. Όλα τα βάσανα που τραβήξαμε, αύριο θα έχουν τελειώσει." (σσ. 26-27)<br />
<br />
Επιλογή κειμένων: Φιλοθέη Κολίτση<br />
<br />
<br />
<br />
</div>
</div>
fkhttp://www.blogger.com/profile/16929972766556802480noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2030335275756970803.post-45275293265159515962013-05-06T01:02:00.006-07:002013-05-08T01:37:20.692-07:00Μήλλας Ηρακλής, Τι πρέπει τι δεν πρέπει / Millas, do's and don'ts <div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<br />
<div style="text-align: center;">
<b>Ηρακλής Μήλλας</b><br />
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgv3c1_hdYV3tEsKvMVVY6JX00Z20q7DnDCeGnKBHnty9cNIg2LClncPdFk1nXQNUEP4wcdi5TpJROrVKbuJWBTJKBPgewHklIDOwal3xZmYRRWhoAy-jo3hS8x2vbwxBRW9Xq75wFNdn0/s1600/IRAKLIS_MILLAS.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgv3c1_hdYV3tEsKvMVVY6JX00Z20q7DnDCeGnKBHnty9cNIg2LClncPdFk1nXQNUEP4wcdi5TpJROrVKbuJWBTJKBPgewHklIDOwal3xZmYRRWhoAy-jo3hS8x2vbwxBRW9Xq75wFNdn0/s1600/IRAKLIS_MILLAS.jpg" /></a></div>
<b><br /></b></div>
<div style="text-align: center;">
<b><span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">Τι πρέπει Τι δεν πρέπει</span></b></div>
<div style="text-align: center;">
<b><span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">Οδηγός συμπεριφοράς για καλύτερες ελληνοτουρκικές σχέσεις </span></b></div>
<div style="text-align: center;">
<b><span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">(Αθήνα, Εκδ. Παπαζήση, 2002)</span></b><br />
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhtyrNTDdY5SGVt9TrobmeMp6ApIkbXkCTgpg4WDYwdKTZlmesMNwLDKirx80QIZJLL-LQxu36xrdAX3URrcYwrneKS7fV5wHhUaARPaosrQQPQrNyhlkhpZb0rIW1xqsehkXRzQpDUQEs/s1600/MILLAS_DOS_DONTS.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhtyrNTDdY5SGVt9TrobmeMp6ApIkbXkCTgpg4WDYwdKTZlmesMNwLDKirx80QIZJLL-LQxu36xrdAX3URrcYwrneKS7fV5wHhUaARPaosrQQPQrNyhlkhpZb0rIW1xqsehkXRzQpDUQEs/s1600/MILLAS_DOS_DONTS.jpg" /></a></div>
<br />
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm; margin-left: -0.01cm; margin-right: -0.03cm; orphans: 0; widows: 0;">
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;"><br /></span>
<b><span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">Κεφάλαιο 1</span></b><br />
<b><span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">Αντιπαλότητες για τα ονόματα</span></b><br />
<b><span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">Χαρακτηρισμοί, τοπωνύμια κ.α.</span></b><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;"><b><br /></b>
<span class="Apple-tab-span" style="white-space: pre;"> </span>“Οι τοπωνυμίες είναι ένα άλλο περίπλοκο θέμα. Ένα γράμμα που ταχυδρομείται από την Τουρκία προς την Ελλάδα συνήθως δε γίνεται αποδεκτό από τις ελληνικές ταχυδρομικές αρχές και επιστρέφεται με τη σφραγίδα “άγνωστη διεύθυνση” εάν στον φάκελο αναγράφεται ο όρος Yunanistan αντί Greece. Αυτό συμβαίνει ακόμα και αν δηλώνεται με σαφήνεια η πόλη, π.χ. η Αθήνα, και διευκρινίζεται η χώρα επίσης και ως “Hellas” ή “Greece”. Η λογική είναι ότι οι ελληνικές αρχές αντιδρούν (με βάση την αρχή της αμοιβαιότητας) κατά της άρνησης της τουρκικής πλευράς να αποδεχτεί τη χρήση της λέξης “Κωνσταντινούπολη”.</span><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;"><span class="Apple-tab-span" style="white-space: pre;"> </span>Τα ελληνικά διαβατήρια δεν περιλαμβάνουν την Κωνσταντινούπολη ως τόπο γέννησης, εφόσον ο όρος θα προκαλέσει προβλήματα στον κάτοχο αυτού του ταξιδιωτκού εγγράφου όταν θα πάει στην Τουρκία. Μπορεί να μη γίνει δεκτός στη χώρα. Η λύση, εφόσον οι ελληνικές αρχές δεν δέχονται να γράψουν τη λέξη Ιστανμπούλ, είναι να αναγράφεται μια περιοχή, μια συνοικία της Πόλης. Ένας Τούρκος δεν παίρνει βίζα για να έρθει στην Ελλάδα εάν στο διαβατήριό του αναγράφεται ως τόπος γέννησης το Gümülcine αντί της ελληνικής ονομασίας Κομοτηνή.” (σ. 35) </span><br />
<span class="Apple-tab-span" style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif; white-space: pre;"> </span><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;"><span class="Apple-tab-span" style="white-space: pre;"> </span>“Είναι όμως σχεδόν αδύνατος ο απόλυτος εξαγνισμός του “άλλου” από τα αμφισβητούμενα ονόματα. Ακόμα και οι πρωθυπουργοί των δύο χωρών λίγα χρόνια πριν είχαν ονόματα που ανήκαν στον “άλλο”: ο Έλληνας Κ. Καραμανλής (Karaman) και ο Τούρκος Α. Μεντερές (Μαίανδρος). Πολλοί Έλληνες, για ιστορικούς λόγους, έχουν τουρκικό επώνυμο. [...]</span><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;"><span class="Apple-tab-span" style="white-space: pre;"> </span>Και οι δύο πλευρές με μεγάλο πάθος αλλάζουν όσο μπορούν τις τοπωνυμίες που θυμίζουν τον “άλλο”. Στην Τουρκία το νησί Ίμβρος έχει γίνει Gökçeada και το Τουρκολίμανο του Πειραιά έχει γίνει Μικρολίμανο. Εκατοντάδες τοπωνυμίες έχουν αλλάξει και η διαδικασία συνεχίζεται. Η ειρωνεία είναι ότι η προσπάθεια είναι αδιέξοδη. Το “Βαλκάνια” είναι τουρκική λέξη και η Ινστανμπούλ προέρχεται, σύμφωνα με μια πειστική ετυμολογία, από τα ελληνικά (στην Πόλη). Ακόμα και η κατάληξη της Τουρκίας (Türkiye) είναι ελληνική (ια). Η κοινή ιστορία είναι ταυτόχρονα ενωτική και διχαστική.” (σ. 37) </span><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;"><b><br /></b>
<b>Κεφάλαιο 3 </b></span><br />
<b><span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">Μια κοινή ιστορία που διχάζει </span></b><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;"><b><br /></b>
<span class="Apple-tab-span" style="white-space: pre;"> </span>“Οι Έλληνες πολέμησαν κατά των “Τούρκων”για να ιδρύσουν το εθνικό κράτος τους το 1821-1829. Οι Τούρκοι πολέμησαν κατά των Ελλήνων το 1919-1922, ύστερα από εκατό χρόνια, με τον ίδιο στόχο. Αυτή μπορεί να είναι η μόνη περίπτωση στην ιστορία όπου ιδρύθηκαν δύο έθνη-κράτη αφού πολέμησαν το ένα κατά του άλλου, διαδοχικά, και όπου ο “άλλος” εκλαμβάνεται ως “εθνικός εχθρός”. </span><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;"><span class="Apple-tab-span" style="white-space: pre;"> </span>Ο “άλλος” τοποθετείται σε αυτό το γενικό πλαίσιο της ιστορικής ερμηνείας και σχετίζεται με ανασφάλεια και φόβο και από τις δύο πλευρές. Για τους Τούρκους οι Έλληνες είναι ένας λαός με ατέρμονα επεκτατική συμπεριφορά. Ξεκίνησαν με ένα ταπεινό εθνικό κρατίδιο το 1829 και μετά επεκτάθηκαν κατά των τουρκικών (οθωμανικών) εδαφών πολλές φορές: το 1881, 1913 1923, 1947. Υπάρχουν και αποτυχημένες απόπειρες: 1897, 1919-1922, 1974. Οι Έλληνες έχουν διαφορετικό πλαίσιο αναφοράς. Οι Τούρκοι ήρθαν από την Ασία ως εισβολείς και κατέκτησαν τα ελληνικά (βυζαντινά) εδάφη. Προκάλεσαν τον αφανισμό των Ελλήνων της Μικράς Ασίας και σκλάβωσαν τους Έλληνες οι οποίοι ζούσαν στα εδάφη που σήμερα είναι γνωστά ως Ελλάδα. Οι Τούρκοι, οι οποίοι ζουν σήμερα σε παλαιά ελληνικά εδάφη, ακόμη απειλούν την ακεραιότητα της Ελλάδας. Τελευταία κατέκτησαν μέρος της Κύπρου.” (σ. 62) </span><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">[...]<span class="Apple-tab-span" style="white-space: pre;"> </span></span><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;"><span class="Apple-tab-span" style="white-space: pre;"> </span>“Έχοντας τα ανωτέρω κατά νου γίνονται κάπως κατανοητές ορισμένες ιστορικές θέσεις και ορισμένα συναισθήματα. Οι Έλληνες θέλουν να τεκμηριώσουν τα κάτωθι: </span><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">Α) Αποτελούν ένα έθνος το οποίο έζησε “σ' αυτή την περιοχή” εδώ και 3.000-4.000 χρόνια. Χωρίς διακοπή.</span><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">Β) Οι αρχαίοι Έλληνες οι Βυζαντινοί, οι Καραμανλήδες, οι Νεοέλληνες κ.α. Αποτελούν ένα σύνολο, το ελληνικό έθνος.</span><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">Γ) Οι Έλληνες, οι οποίοι πάντα ίδρυαν μεγάλους πολιτισμούς, αντιμετώπισαν τους “βαρβάρους” Τούρκους, καταστράφηκαν και υποδουλώθηκαν σ' αυτούς. </span><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">Δ) Οι Έλληνες για πολλούς αιώνες υπέφεραν από την τουρκική κατοχή και πολέμησαν σκληρά για να αποκτήσουν την ελευθερία τους. </span><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">Ε) Ακόμα και σήμερα, αυτό το σκοτεινό παρελθόν γίνεται αισθητό, σαν μια απειλή και σαν μια πιθανότητα να επαναληφθεί. Η κατοχή της Κύπρου και οι διωγμοί κατά της ελληνικής μειονότητας της Κων/πολης μνημονεύονται για να τεκμηριωθούν οι κακές προσθέσεις της “άλλης πλευράς”. </span><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">[...]</span><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;"><span class="Apple-tab-span" style="white-space: pre;"> </span>Η τουρκική πλευρά ανέπτυξε μια σχεδόν αντίστροφη ιστοριογραφία. Το παρελθόν είναι διαφορετικό, όχι μόνο σε σχέση με το ελληνικό αλλά και με εκείνο του δυτικού (χριστιανικού) κόσμου. </span><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">Α) Οι αρχαίοι Έλληνες και οι Νεοέλληνες είναι τελείως διαφορετικοί λαοί. </span><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">Β) Στη δεκαετία του 1930 αναπτύχθηκε μια ριζοσπαστική θεωρία, η οποία υποστηρίχθηκε επίσημα από το κράτος. Σύμφωνα με αυτή τη θέση, σχεδόν όλοι οι αρχαίοι λαοί έχουν τουρκική καταγωγή. Κατά συνέπεια και οι αρχαίοι Έλληνες παρουσιάστηκαν ως Τούρκοι. Κατάλοιπα αυτής της θέσης παρατηρούνται ακόμα στην τουρκική ιστοριογραφία. </span><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">Γ) Ο πολιτισμός της Ιωνίας δεν ήταν ελληνικός, αλλά “της Ανατολίας”. </span><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">Δ) Το βυζαντινό κράτος και ο βυζαντινός πολιτισμός δεν ήταν ελληνικά, αλλά της Ανατολικής Ρώμης. </span><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">Ε) (Κάποτε) Οι Οθωμανοί δεν είναι Τούρκοι, αλλά πολίτες μιας πολυεθνικής αυτοκρατορίας, και κατά συνέπεια οι σύγχρονοι Τούρκοι δεν φέρουν καμία “ευθύνη” για το παρελθόν της αυτοκρατορίας. </span><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">ΣΤ) (Συνήθως) Οι Οθωμανοί ήταν Τούρκοι και το τουρκικό κράτος ήταν γενναιόδωρο και ανεκτικό απέναντι στα έθνη που ήλεγχε. </span><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">Ζ) Οι Έλληνες έζησαν ευτυχισμένοι κάτω από την οθωμανική διοίκηση, αλλά επαναστάτησαν (λόγω των δυτικών δολοπλοκιών ή λόγω αχαριστίας).</span><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">Η) Οι Νεοέλληνες ακολούθησαν επεκτατική πολιτική κατά των τουρκικών εδαφών και καταδίωξαν τους τουρκικούς και μουσουλμανικούς πληθυσμούς.</span><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">Θ) Οι Έλληνες προσβάλλουν τους Τούρκους προσάπτοντάς τους βαρβαρότητα και μη αναγνωρίζοντάς τους κάποιον πολιτισμό. </span><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">Ι) Οι σημερινές κακές προθέσεις της “άλλης πλευράς” επιδεικνύονται υπενθυμίζοντας τις συμπεριφορές των Ελλήνων κατά της τουρκικής μειονότητας της Δυτικής Θράκης και της τουρκικής κοινότητας της Κύπρου, όπως και κατά της Τουρκίας γενικότερα.” (σσ. 63-65) </span><br />
<div>
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;"><br /></span></div>
</div>
</div>
<div style="text-align: center;">
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">Ολόκληρο το βιβλίο σε ηλεκτρονική μορφή υπάρχει</span><br />
<b><a href="http://www.herkulmillas.com/pdf/ti-prepei-ti-den-prepei.pdf"><span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">ΕΔΩ</span></a></b><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">στην επίσημη ιστοσελίδα του συγγραφέα:</span><br />
<a href="http://www.herkulmillas.com/"><span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">http://www.herkulmillas.com/</span></a><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;"><br /></span>
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;">Επιλογή κειμένων: Φιλοθέη Κολίτση</span><br />
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;"><br /></span>
<span style="font-family: Arial, Helvetica, sans-serif;"><br /></span></div>
<div style="text-align: center;">
<b><br /></b></div>
</div>
fkhttp://www.blogger.com/profile/16929972766556802480noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2030335275756970803.post-75193043222211719822012-10-18T18:28:00.000-07:002012-10-18T18:28:21.022-07:00Νίκος Εγγονόπουλος - Γιώργος Κόρδης / Nikos Engonopoulos / Giorgos Kordis<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<br />
<br />
<div style="text-align: center;">
<b><span style="color: red;">Νίκος Εγγονόπουλος </span></b></div>
<div style="text-align: center;">
<b><span style="color: red;">(1907-1985) </span></b></div>
<div style="text-align: center;">
<b><span style="color: red;"><br /></span></b></div>
<div style="text-align: center;">
<b><span style="color: red;">Γιώργος Κόρδης </span></b></div>
<div style="text-align: center;">
<b><span style="color: red;">"Τα φευγαλέα οράματα της χαράς: </span></b></div>
<div style="text-align: center;">
<b><span style="color: red;">Εικαστικός διάλογος με την ποίηση του Νίκου Εγγονόπουλου"</span></b><br />
[Εκδόσεις Ιανός, Θεσσαλονίκη, 2007]<br />
<b><span style="color: red;"><br /></span></b></div>
<div style="text-align: center;">
<b><br /></b></div>
<div style="text-align: center;">
<div class="separator" style="clear: both;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgP_xVQ-ugNJAhQl7jX2BqFWxiPNb9n1xSn9SUrHZWND6ZuZjc281x5yo2LsLA0vR-ocFFZoapTZ4SOvEymmqp5FT46rjBGWGO2VLgHuZGBgp3eRPU06dajaW8qW_qTCRV-hqLCDdVC_TQ/s1600/ko1.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgP_xVQ-ugNJAhQl7jX2BqFWxiPNb9n1xSn9SUrHZWND6ZuZjc281x5yo2LsLA0vR-ocFFZoapTZ4SOvEymmqp5FT46rjBGWGO2VLgHuZGBgp3eRPU06dajaW8qW_qTCRV-hqLCDdVC_TQ/s320/ko1.jpg" width="195" /></a></div>
Εικόνα 1<br />
"Η πλάτη της είναι τα ματογυάλια της θάλασσας..."<br />
<br />
-------------------------------------<br />
<b><br /></b>
<div class="separator" style="clear: both;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiMCFzsPIatjGY4YNHhJCgiWQ9YTfxNmX4oPJ04u1m-vkXqLLlK4ga12rj65v72sX-OxfC8vUu37rPOAxOTcSnIXUArCkXFCB1s2kG5v2UoSZf8vL_Xu_4IrjuyFUf0-9xPpBgaIIMF88M/s1600/ko2.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiMCFzsPIatjGY4YNHhJCgiWQ9YTfxNmX4oPJ04u1m-vkXqLLlK4ga12rj65v72sX-OxfC8vUu37rPOAxOTcSnIXUArCkXFCB1s2kG5v2UoSZf8vL_Xu_4IrjuyFUf0-9xPpBgaIIMF88M/s320/ko2.jpg" width="296" /></a></div>
Εικόνα 2<br />
"Νυχτερινή Μαρία"<br />
<br /></div>
<div style="text-align: center;">
-------------------------------------<br />
<b><br /></b>
<div class="separator" style="clear: both;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEh8L8d4Bkw082B1EOOmqtrweAV-YxkMmHNmqkc8UmkUmdnRiOZqFqgP85B4QK7vN29skCYfYWUc3UcF5qzNYtngUvrwfqONYq5HIi5dy9z9P-2wSybj96Zphz-jCy6qRYLDT7sd5VxDd6g/s1600/ko3.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEh8L8d4Bkw082B1EOOmqtrweAV-YxkMmHNmqkc8UmkUmdnRiOZqFqgP85B4QK7vN29skCYfYWUc3UcF5qzNYtngUvrwfqONYq5HIi5dy9z9P-2wSybj96Zphz-jCy6qRYLDT7sd5VxDd6g/s320/ko3.jpg" width="267" /></a></div>
Εικόνα 3<br />
"Μες στ' άσπρα ντυμένη, κάτω απ' το φως του φεγγαριού"<br />
<b><br /></b>-------------------------------------<br />
<b><br /></b>
<div class="separator" style="clear: both;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiBWl_0J7oxqOgtecTTJ9SNXjwywDyvdEmJ6qRD4g-Hsokh6dL-rAiTkPnCIk5nICGJ4U8W3nHg5oG18f67yx5UXYH60-97mE2RdPqyXhTlSvPmhggzYtZE5PERWn81FMWCmXMU9uP_IWs/s1600/ko4.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="236" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiBWl_0J7oxqOgtecTTJ9SNXjwywDyvdEmJ6qRD4g-Hsokh6dL-rAiTkPnCIk5nICGJ4U8W3nHg5oG18f67yx5UXYH60-97mE2RdPqyXhTlSvPmhggzYtZE5PERWn81FMWCmXMU9uP_IWs/s320/ko4.jpg" width="320" /></a></div>
Εικόνα 4<br />
"Ο μαύρος αγέρας ξεκινά τρελός από τα σκοτεινά λιμέρια του"<br />
<b><br /></b>-------------------------------------<br />
<b><br /></b>
<div class="separator" style="clear: both;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiODoamwIWCo1gZENqvQqy18oUXg46VN5LG9oUG4kETIVpOetxXssktdGRFjBviUP_UbkjabCE0boZSVPGSwWeUkyIjZUmLsOq7f5Rg5j0KknqxL0fk9fJCCrrHecSublCn1xco9vmeeuI/s1600/ko5.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiODoamwIWCo1gZENqvQqy18oUXg46VN5LG9oUG4kETIVpOetxXssktdGRFjBviUP_UbkjabCE0boZSVPGSwWeUkyIjZUmLsOq7f5Rg5j0KknqxL0fk9fJCCrrHecSublCn1xco9vmeeuI/s320/ko5.jpg" width="213" /></a></div>
Εικόνα 5<br />
"Η Ελεωνόρα η χρυσή κόρη"<br />
<b><br /></b>-------------------------------------<br />
<b><br /></b>
<div class="separator" style="clear: both;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiYBWeMHVW-ZEPq6xeubh0ooW8hIJI_szzd3qyHvCsc4VyJMuoTlf8fGrHNV0IxX9N2SIzdkO9SRjTdTNB4XaaZe44C6gYfcr2OS6DTfVhR-7OgEG2QiFZZ96bFhH-MFqQSsOX1-DC7miU/s1600/ko6.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiYBWeMHVW-ZEPq6xeubh0ooW8hIJI_szzd3qyHvCsc4VyJMuoTlf8fGrHNV0IxX9N2SIzdkO9SRjTdTNB4XaaZe44C6gYfcr2OS6DTfVhR-7OgEG2QiFZZ96bFhH-MFqQSsOX1-DC7miU/s320/ko6.jpg" width="230" /></a></div>
Εικόνα 6<br />
"Βρέχει..."<br />
<b><br /></b>-------------------------------------<br />
<b><br /></b>
<div class="separator" style="clear: both;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjoxUOwuxVfuy_KRa56mvocLR0si5dJeAhmjwaGrDQn8a1Fkmu9LUIdcW8uoiEj-7587eJ5yPxDO_HM_KGNEorIAqrUa_b9t4TOJt2Z1LPZgVVm2F_aIdAXEnUvvFmdra0pUvaRbOFbzjM/s1600/ko7.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjoxUOwuxVfuy_KRa56mvocLR0si5dJeAhmjwaGrDQn8a1Fkmu9LUIdcW8uoiEj-7587eJ5yPxDO_HM_KGNEorIAqrUa_b9t4TOJt2Z1LPZgVVm2F_aIdAXEnUvvFmdra0pUvaRbOFbzjM/s320/ko7.jpg" width="227" /></a></div>
Εικόνα 7<br />
"Κι είναι η Ευρυδίκη, η Ευρυδίκη που έρχεται και φεύγει..."<br />
<b><br /></b>-------------------------------------<br />
<b><br /></b>
<div class="separator" style="clear: both;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiGihHu3J9JXGLnX27IjltM54JUIs8Ygym7sYXOkNCdxc7NzpI5RE5YusYk_XkGxduOM_KkrkYl2gUJfxZQZAEj786m8YYxGprpkxALuTIKXjxb3qkBaA1TPJjMBvJtwbmyBILgRe_ezUM/s1600/ko8.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiGihHu3J9JXGLnX27IjltM54JUIs8Ygym7sYXOkNCdxc7NzpI5RE5YusYk_XkGxduOM_KkrkYl2gUJfxZQZAEj786m8YYxGprpkxALuTIKXjxb3qkBaA1TPJjMBvJtwbmyBILgRe_ezUM/s320/ko8.jpg" width="228" /></a></div>
Εικόνα 8<br />
"Τα δυο της στήθια είναι σαν τη ζωγραφική μου"<br />
<b><br /></b>-------------------------------------<br />
<b><br /></b>
<div class="separator" style="clear: both;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEibD5K1YbYhiFFoAtgkImm4vupUaBEroxTkQjaswST9a04tGlHHhxWYl5R5zlmL9czsvf839zZbtulnY3zr30PXyH0RplFfQiVDRgzbHcujfORSKFEPdmszOTb4Z6cyYF4eaR6J27DaJfk/s1600/ko9.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEibD5K1YbYhiFFoAtgkImm4vupUaBEroxTkQjaswST9a04tGlHHhxWYl5R5zlmL9czsvf839zZbtulnY3zr30PXyH0RplFfQiVDRgzbHcujfORSKFEPdmszOTb4Z6cyYF4eaR6J27DaJfk/s320/ko9.jpg" width="213" /></a></div>
Εικόνα 9<br />
"Έσκυβα ευλαβικά και φιλούσα την άκρια των δακτύλων της..."<br />
<b><br /></b>-------------------------------------<br />
<b><br /></b>
<div class="separator" style="clear: both;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhlsMKS1h5lngRLAckvqPod_cP-3S-rVl8EKzUf0DT4r_bfjR8g9fCC6Xg6R7QBpbG31thCPwOmB2A_EchKSHFWmS4UFzfdMqxCWmN7P0671HUTIzzDiz-5tHojFl_L9mLB9jwKR9IDcHI/s1600/ko10.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhlsMKS1h5lngRLAckvqPod_cP-3S-rVl8EKzUf0DT4r_bfjR8g9fCC6Xg6R7QBpbG31thCPwOmB2A_EchKSHFWmS4UFzfdMqxCWmN7P0671HUTIzzDiz-5tHojFl_L9mLB9jwKR9IDcHI/s320/ko10.jpg" width="229" /></a></div>
Εικόνα 10<br />
"Νίκος Εγγονόπουλος, ποιητής"<br />
<b><br /></b>-------------------------------------<br />
<b><br /></b>
<div class="separator" style="clear: both;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjaMtPA6gnDgdJH_DYZ-Qr-D_ORDIhCAeigXyizMq-V95eOg7evfgxw3AMRvijjVTGL303T593QI0C7AErl04FuWBOyoHJfld7NVdaUlBDQ1L-VbSb-eHFdGexY_wzTytb_h7xy0HqO9hI/s1600/ko11.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjaMtPA6gnDgdJH_DYZ-Qr-D_ORDIhCAeigXyizMq-V95eOg7evfgxw3AMRvijjVTGL303T593QI0C7AErl04FuWBOyoHJfld7NVdaUlBDQ1L-VbSb-eHFdGexY_wzTytb_h7xy0HqO9hI/s320/ko11.jpg" width="228" /></a></div>
Εικόνα 11<br />
"Λευκές αρμονικές γυναίκες με το βλέμμα της πίκρας..."<br />
<b><br /></b>-------------------------------------<br />
<br />
<div class="separator" style="clear: both;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiEKR_Gdu3a7n9xKQtELARi4K04NIs3tNAzsaEHkgYS3H9mxltuc2g3Sfyud0PuiCm_MhtlO9ZRQhG34oT6TqbFwt6u5ASbDLtxLSd-0dUAK3z3mPao5plnE234xkKcnBscLeTtb3cTZEY/s1600/ko12.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiEKR_Gdu3a7n9xKQtELARi4K04NIs3tNAzsaEHkgYS3H9mxltuc2g3Sfyud0PuiCm_MhtlO9ZRQhG34oT6TqbFwt6u5ASbDLtxLSd-0dUAK3z3mPao5plnE234xkKcnBscLeTtb3cTZEY/s320/ko12.jpg" width="231" /></a></div>
Εικόνα 12<br />
"Πάλι έμενα πάντοτες αιχμάλωτος..."<br />
<br />
-------------------------------------<br />
<br />
<br />
<div class="separator" style="clear: both;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhA0EvaqCn5Oin6ufBmAe1O1TUzaRFDJn3lPhj1ybOA7ydgCHhbzxZPvTuZW21RQFT-yMz4RlX0maJKLXhCRE7Cip6BIP8cimBlH-Qu4Dd7iTw7pshIzp4Qflmh4l4mKE8NyDmH-em_i_U/s1600/ko13.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhA0EvaqCn5Oin6ufBmAe1O1TUzaRFDJn3lPhj1ybOA7ydgCHhbzxZPvTuZW21RQFT-yMz4RlX0maJKLXhCRE7Cip6BIP8cimBlH-Qu4Dd7iTw7pshIzp4Qflmh4l4mKE8NyDmH-em_i_U/s320/ko13.jpg" width="230" /></a></div>
Εικόνα 13<br />
"Νεκρή κοπέλλα π' αγαπούσαμε όλοι..."<br />
<b><br /></b>-------------------------------------<br />
<b><br /></b>
<div class="separator" style="clear: both;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjZ4azJ8oQdggiCgMXQNMHv3jS-84gIbsKuzyCuc3bqpj5oFAMdNdu8mDW4gwRTmvaPSd5raLK7MWvou8MbqCsdaUOrs-c3vw7fAOjtFikw4q2Q1ZqdT2QYdTtm4U9xvECovhEXHVowBSI/s1600/ko14.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjZ4azJ8oQdggiCgMXQNMHv3jS-84gIbsKuzyCuc3bqpj5oFAMdNdu8mDW4gwRTmvaPSd5raLK7MWvou8MbqCsdaUOrs-c3vw7fAOjtFikw4q2Q1ZqdT2QYdTtm4U9xvECovhEXHVowBSI/s320/ko14.jpg" width="235" /></a></div>
Εικόνα 14<br />
"Κι ενώ μαίνεται γύρω μου η καταιγίδα..."<br />
<b><br /></b>-------------------------------------<br />
<b><br /></b>
<div class="separator" style="clear: both;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiDoM_sSWBifonL4gKUtQYYbJBiZJGB2-Yz87zKKm5ipE0WlRkkdkbC-ARW2kNcnah7EM7h78B8z_1d0AaTuwTT30Zbok4Vr6XVpk43iN8s98QAAht62pLmuRo2rXKSb3acy9ZBEBO2ors/s1600/ko15.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiDoM_sSWBifonL4gKUtQYYbJBiZJGB2-Yz87zKKm5ipE0WlRkkdkbC-ARW2kNcnah7EM7h78B8z_1d0AaTuwTT30Zbok4Vr6XVpk43iN8s98QAAht62pLmuRo2rXKSb3acy9ZBEBO2ors/s320/ko15.jpg" width="262" /></a></div>
Εικόνα 15<br />
"Η σκάλα ανέβαινε ψηλά κι ωνόμαζα θλιμμένα την καρδιά μου"<br />
<b><br /></b>-------------------------------------<br />
<b><br /></b>
<div class="separator" style="clear: both;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiPglA8cEuBoRIGj5XbeR_9azBecsIBE5yLqF7v7Ssoyyb9sdgYSxSpucjub9dZyUBRLEi5loT_OBIvU1PlMIoDuKPIQALQTUYrTYlS_jOLxP-J0VBMMcYAlvth3TrBb2NXLwGGQO6MGmw/s1600/ko16.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiPglA8cEuBoRIGj5XbeR_9azBecsIBE5yLqF7v7Ssoyyb9sdgYSxSpucjub9dZyUBRLEi5loT_OBIvU1PlMIoDuKPIQALQTUYrTYlS_jOLxP-J0VBMMcYAlvth3TrBb2NXLwGGQO6MGmw/s320/ko16.jpg" width="236" /></a></div>
Εικόνα 16<br />
"Η ωραία κόρη, Κύριε π' αγαπούσαμε..."<br />
<b><br /></b>-------------------------------------<br />
<b><br /></b>
<div class="separator" style="clear: both;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhwpLpaWnT7APiCiAM-Z2ESA1zjiQbfYePSz3LbQh-JHCxRWKzexJKVxkbw5q1zemT5gWAHS-ksFlxMXRzBisEwthArzboIM4XMIjCqpifZZ9Yk7ifSYcr8KLV26w2I2o5Em-0Y3ea2PTM/s1600/ko17.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhwpLpaWnT7APiCiAM-Z2ESA1zjiQbfYePSz3LbQh-JHCxRWKzexJKVxkbw5q1zemT5gWAHS-ksFlxMXRzBisEwthArzboIM4XMIjCqpifZZ9Yk7ifSYcr8KLV26w2I2o5Em-0Y3ea2PTM/s320/ko17.jpg" width="234" /></a></div>
Εικόνα 17<br />
"Κι ενώ απλώνεται -βαθμηδόν- στ' ακρογιάλι η ερημιά..."<br />
<br />-------------------------------------<br />
<b><br /></b>
<div class="separator" style="clear: both;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEi7R1umMzYKVzwMNYOsZhMDiBCucgkEQhAKZJ2YeHXyf0sDmYe0XVqTVLLff7H243-nY7Oez5ygVQsJ_tZcFRfL_-HqX3hirvvcKzbNoKCRQfYsk_mMj3rbBxEEB-vM9DrBFY3ZNqNHVSo/s1600/ko18.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEi7R1umMzYKVzwMNYOsZhMDiBCucgkEQhAKZJ2YeHXyf0sDmYe0XVqTVLLff7H243-nY7Oez5ygVQsJ_tZcFRfL_-HqX3hirvvcKzbNoKCRQfYsk_mMj3rbBxEEB-vM9DrBFY3ZNqNHVSo/s320/ko18.jpg" width="231" /></a></div>
Εικόνα 18<br />
"Τα φευγαλέα οράματα της χαράς..."<br />
<b><br /></b>-------------------------------------<br />
<b><br /></b>
<div class="separator" style="clear: both;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiIxkmnJW55drgJTZ2-QMXUStKVPrqrctMhZsk4UZpeS2aGQ_7h9WUhLAfpG2DgctLJZPz7_nukU6CNXfDi4glppqLMqcVyhkTtw27CKiHlJM3-2DmUq8G3ghize3IhLT5Cf_s4WIC_S7o/s1600/ko19.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiIxkmnJW55drgJTZ2-QMXUStKVPrqrctMhZsk4UZpeS2aGQ_7h9WUhLAfpG2DgctLJZPz7_nukU6CNXfDi4glppqLMqcVyhkTtw27CKiHlJM3-2DmUq8G3ghize3IhLT5Cf_s4WIC_S7o/s320/ko19.jpg" width="235" /></a></div>
Εικόνα 19<br />
"Κοσμώ το μέτωπό μου με ψάρια και ομπρέλλες"<br />
<b><br /></b>-------------------------------------<br />
<b><br /></b>
<div class="separator" style="clear: both;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgG6ykjMUTh63UpGfP3ng2hq3DePhBJwCevBxElPbS3608zBg5vnL_jvHh5kO7-eIpNhFx9d3qUZ_CSnm8coJZyCAzkO-smRI10VRwKV6ZFBf8d1kpR-rZ7T40s1JHG2rvoICkn6EISK_w/s1600/ko20.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgG6ykjMUTh63UpGfP3ng2hq3DePhBJwCevBxElPbS3608zBg5vnL_jvHh5kO7-eIpNhFx9d3qUZ_CSnm8coJZyCAzkO-smRI10VRwKV6ZFBf8d1kpR-rZ7T40s1JHG2rvoICkn6EISK_w/s320/ko20.jpg" width="93" /></a></div>
Εικόνα 20<br />
"Ο δρόμος προς την αγάπη είναι νυχτερινός..."<br />
<b><br /></b>-------------------------------------<br />
<b><br /></b>Επιμέλεια ιστοσελίδας: Φιλοθέη Κολίτση<br />
<b><br /></b>
<b><br /></b></div>
</div>
fkhttp://www.blogger.com/profile/16929972766556802480noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2030335275756970803.post-4019536893276836792012-10-16T11:23:00.001-07:002012-10-16T11:23:28.371-07:00Σοφοκλής, Αντιγόνη / Sophocles, Antigone <div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<br />
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm; page-break-before: always;">
<br /></div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<b><span style="color: red;">Σοφοκλής </span></b></div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: red;"><i><b>Αντιγόνη</b></i><b> </b></span></div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: red;"><b>(441 π. Χ.) </b>
</span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<br /></div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<b>Γ΄ Στάσιμο</b></div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<b>Ελεύθερη
μετάφραση </b>
</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
(από την
κινηματογραφική μεταφορά της <i>Αντιγόνης</i>
σε σκηνοθεσία Γιώργου Τζαβέλλα, 1961)</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<br /></div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Έρωτα Εσύ, που
κανείς δε σε νίκησε</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Έρωτα, που όλα
είν’ δικά σου</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Που νυχτοπερπατάς
στων κοριτσιών τα τρυφερά τα μάγουλα</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Και πάνω από τις
θάλασσες και τις στεριές πλανιέσαι.</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Κανένας δεν σου
ξέφυγε ούτε θεός ούτ’ άνθρωπος
</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Κι όποιον κρατάς
τον ξετρελαίνεις.</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Εσύ αλλάζεις τα
μυαλά των λογικών με τον χαμό τους</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Εσύ τον πόλεμο
άναψες αυτόν ανάμεσα σε γιο και σε
πατέρα.</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Μα νικητής
πατώντας πάνω απ’ όλους τους μεγάλους
νόμους</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Είν’ ολοφάνερος
ο πόθος για τα μάτια της Πανώριας Κόρης,</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Που παιχνιδίζεις
μέσα τους, Εσύ,
</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
ακατανίκητος
θεός,
</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Έρωτα, γιε της
Αφροδίτης!</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<br /></div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<b>Αρχαίο Κείμενο</b></div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Έρως, ανίκατε
μάχαν,</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Έρως, ος εν ημασιν
πίπτεις,</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
ος εν μαλακαις
παρειαις</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
νεάνιδος
εννυχεύεις,</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
φοιτας δ’
υπερπόντιος</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
έν τ’ αγρονόμοις
αυλαις<span style="font-family: Symbol, serif;"><span lang="en-US"></span></span> .</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και σ’ ουτ’
αθανάτων φύξιμος ουδείς</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
ούθ’ αμερίων
σε γ’ ανθρώπων<span style="font-family: Symbol, serif;"><span lang="en-US"></span></span></div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
ο δ’ έχων μέμηνεν.</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
σύ και δικαίων
αδίκους</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
φρένας παρασπας
επί λώβα</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
σύ και τόδε
νεικος ανδρων</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
ξύναιμον έχεις
ταράξας.</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
νικα δ’ εναργής
βλεφάρων</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
ίμερος ευλέκτρου</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
νύμφας, των
μεγάλων πάρεδρον εν αρχαις</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
θεσμων<span style="font-family: Symbol, serif;"><span lang="en-US"></span></span>
άμαχος γάρ εμπαίζει</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
θεός Αφροδίτα.</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
</div>
</div>
fkhttp://www.blogger.com/profile/16929972766556802480noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2030335275756970803.post-12420919476429723562012-10-16T10:56:00.003-07:002012-10-16T10:56:36.921-07:00Dorothy Parker, Penelope <div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<br />
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm; page-break-before: always;">
<span style="color: red;"><span lang="en-GB"><b>Dorothy Parker </b></span><span lang="en-US"><b>(1893-1967)</b></span></span></div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm; page-break-before: always;">
<span lang="en-US"><b><br /></b></span></div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<span lang="en-GB"><b>"Penelope" </b></span><b>(1928)</b></div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<span lang="en-GB"><b>“</b></span><b>Πηνελόπη</b><span lang="en-GB"><b>” </b></span></div>
<div align="CENTER" lang="en-GB" style="margin-bottom: 0cm;">
<br />
</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: black;"><span lang="en-GB">In
the pathway of the sun,<br />In the footsteps of the breeze,<br />Where
the world and sky are one,<br />He shall ride the silver seas,<br />He
shall cut the glittering wave.<br />I shall sit at home, and
rock;<br />Rise, to heed a neighbor's knock;<br />Brew my tea, and snip
my thread;<br />Bleach the linen for my bed.</span></span><span style="color: black;">They
will call him brave. </span>
</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<br />
</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<br />
</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<br />
</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Στο μονοπάτι
του Ήλιου</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Και στα χνάρια
του Ζέφυρου</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Όπου σμίγουν ο
κόσμος κι ο ουρανός</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Αυτός θα ταξιδεύει
στις ασημένιες θάλασσες</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Και θα δαμάζει
τα ιριδίζοντα κύματα</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Ενώ εγώ σπίτι
θα κάθομαι και θα πηγαινοέρχομαι</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Σήκω να τρέξεις
στην ανάγκη του γείτονα</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Κάνε μου τσάι
και κόψε την κλωστή</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
λεύκανε τα
σεντόνια για το κρεβάτι μου.</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Κι όλοι θα τον
λεν γενναίο.
</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<br />
</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
[μετάφραση Φ.
Κολίτση]</div>
</div>
fkhttp://www.blogger.com/profile/16929972766556802480noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2030335275756970803.post-66524488750948562492012-10-16T09:44:00.000-07:002012-10-16T09:44:05.999-07:00Κική Δημουλά / Kiki Dimoula<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm; page-break-before: always;">
<span style="color: red;"><b>Κική Δημουλά</b></span></div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm; page-break-before: always;">
<b><span style="color: red;">(1931-)</span></b></div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm; page-break-before: always;">
<span style="color: black;"><b><br /></b></span></div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<b style="text-align: left;">"Πληθυντικός αριθμός"</b></div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<b>από την ποιητική συλλογή: <i>Το λίγο του κόσμου</i></b><b> (1971) </b></div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<br /></div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Ο έρωτας<br />
όνομα ουσιαστικόν<br />
πολύ ουσιαστικόν,<br />
ενικού αριθμού,<br />
γένους ούτε αρσενικού ούτε θηλυκού,<br />
γένους ανυπεράσπιστου.<br />
Πληθυντικός αριθμός<br />
οι ανυπεράσπιστοι έρωτες.<br />
<br />
Ο φόβος,<br />
όνομα ουσιαστικόν,<br />
στην αρχή ενικός αριθμός<br />
και μετά πληθυντικός:<br />
οι φόβοι.<br />
Οι φόβοι<br />
για όλα από δω και πέρα.<br />
<br />
Η μνήμη,<br />
κύριο όνομα των θλίψεων,<br />
ενικού αριθμού,<br />
μόνον ενικού αριθμού<br />
και άκλιτη.<br />
Η μνήμη, η μνήμη, η μνήμη.<br />
<br />
Η νύχτα,<br />
όνομα ουσιαστικό, γένους θηλυκού,<br />
ενικός αριθμός.<br />
Πληθυντικός αριθμός<br />
οι νύχτες.<br />
Οι νύχτες από δω και πέρα.<br />
<div>
<br /></div>
<div>
<br /></div>
<div>
Από την ποιητική συλλογή</div>
<div>
Κική Δημουλά, <i>Το λίγο του κόσμου</i>, Αθήνα, 1971, σσ. 14-15. </div>
<div>
<br /></div>
</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
</div>
</div>
fkhttp://www.blogger.com/profile/16929972766556802480noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2030335275756970803.post-46819613833079358482012-10-16T09:41:00.000-07:002012-10-16T09:41:00.554-07:00Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ / Katerina Angelaki-Rouk<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<br />
<div align="CENTER" style="line-height: 0.53cm; margin-bottom: 0cm; page-break-before: always;">
<b><span style="color: red;">Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ (1939-)</span></b></div>
<div align="CENTER" style="line-height: 0.53cm; margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: #333333;"><br /></span></div>
<div align="CENTER" style="line-height: 0.53cm; margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: #333333;">“</span><b>Λέει η Πηνελόπη”</b></div>
<div align="CENTER" style="line-height: 0.53cm; margin-bottom: 0cm;">
από την ποιητική συλλογή: <i>Τα σκόρπια χαρτιά της Πηνελόπης </i>(1977)</div>
<div align="RIGHT" lang="en-GB" style="margin-bottom: 0cm;">
<br /></div>
<div align="RIGHT" lang="en-GB" style="margin-bottom: 0cm;">
“<span style="font-size: x-small;">And your absence teaches me</span></div>
<div align="RIGHT" lang="en-GB" style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="font-size: x-small;">what art could not”</span></div>
<div align="RIGHT" style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="font-size: x-small;">Daniel Weissbort</span></div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Δεν ύφαινα, δεν έπλεκα,</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
ένα γραφτό άρχιζα, κι έσβηνα</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κάτω απ' το βάρος της λέξης</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
γιατί εμποδίζεται η τέλεια έκφραση</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
όταν πιέζετ' από πόνο το μέσα.</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Κι ενώ η απουσία είναι το θέμα της ζωής μου</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
- απουσία από τη ζωή -</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κλάματα βγαίνουν στο χαρτί</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κι η φυσική οδύνη του σώματος</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
που στερείται.</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<br /></div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Σβήνω, σχίζω, πνίγω</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
τις ζωντανές κραυγές</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
"που είσαι έλα σε περιμένω</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
ετούτη η άνοιξη δεν είναι σαν τις άλλες"</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και ξαναρχίζω το πρωί</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
με νέα πουλιά και λευκά σεντόνια</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
να στεγνώνουν στον ήλιο.</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Δε θα' σαι ποτέ εδώ</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
με το λάστιχο να ποτίζεις τα λουλούδια</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
να στάζουν τα παλιά ταβάνια</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
φορτωμένα βροχή</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και να ΄χει διαλυθεί η δική μου</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
μες στη δική σου προσωπικότητα</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
ήσυχα, φθινοπωρινά…</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Η εκλεκτή καρδιά σου</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
-εκλεκτή γιατί τη διάλεξα-</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
θα' ναι πάντα αλλού</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
τις κλωστές που με δένουν</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
με τον συγκεκριμένο άντρα</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
που νοσταλγώ</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
όσο να γίνει σύμβολο Νοσταλγίας ο Οδυσσέας</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και ν' αρμενίζει τις θάλασσες</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
στου καθενός το νου.</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Σε λησμονώ με πάθος κάθε μέρα</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
για να πλυθείς από τις αμαρτίες</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
της γλύκας και της μυρουδιάς</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κι ολοκάθαρος πια</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
να μπεις στην αθανασία.</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Είναι σκληρή δουλειά κι άχαρη.</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Μόνη μου πληρωμή αν καταλάβω</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
στο τέλος τι ανθρώπινη παρουσία</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
τι απουσία</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
ή πως λειτουργεί το εγώ</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
στην τόσην ερημιά, στον τόσο χρόνο</div>
<div align="CENTER" lang="en-GB" style="margin-bottom: 0cm;">
[...]</div>
</div>
fkhttp://www.blogger.com/profile/16929972766556802480noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2030335275756970803.post-41913086304393775682012-10-16T09:29:00.001-07:002012-10-16T20:46:13.248-07:00Ερωτόκριτος / Erotokritos <div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<br />
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm; page-break-before: always;">
<span style="color: red;"><b>Βιτσέντζος Κορνάρος (1556-1613), </b>
</span></div>
<span style="color: red;">
</span><br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: red;"><i><b>Ερωτόκριτος
</b></i><b>(1590-1600?)</b></span></div>
<span style="color: red;">
</span><br />
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<br />
</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<b>ΜΕΡΟΣ Α΄</b>
</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Tου Κύκλου τα
γυρίσματα, που ανεβοκατεβαίνουν,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και του
Τροχού, που ώρες ψηλά κι ώρες στα βάθη
πηαίνουν·</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και του Καιρού
τα πράματα, που αναπαημό δεν έχουν,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
μα στο Kαλό
κ' εις το Kακό περιπατούν και τρέχουν·</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και των Αρμάτω'
οι ταραχές, όχθρητες, και τα βάρη,
5</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
του Έρωτος
οι μπόρεσες και τση Φιλιάς η χάρη·</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
αυτάνα μ'
εκινήσασι τη σήμερον ημέραν,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
ν' αναθιβάλω
και να πω τά κάμαν και τά φέραν</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
σ' μιά Κόρη
κ' έναν Άγουρο, που μπερδευτήκα' ομάδι</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
σε μιά
Φιλιάν αμάλαγη, με δίχως ασκημάδι.
10</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
[...]</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Ήρχισε και
μεγάλωνε το δροσερό κλωνάρι,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και πλήθαινε
στην ομορφιά, στη γνώση, και στη χάρη.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Eγίνηκεν τόσο
γλυκειά, που πάντοθ' εγρικήθη</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
πως για να
το'χου' θάμασμα στον Kόσμον εγεννήθη.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Kαι τ' όνομά
τση το γλυκύ το λέγαν Aρετούσα, 61</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
οι ομορφιές
τση ή[σα]ν πολλές, τα κάλλη τση ήσαν
πλούσα.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Xαριτωμένο
θηλυκό τως το'καμεν η Φύση,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και σαν
αυτή δεν ήτονε σ' Aνατολή και Δύση.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Όλες τσι χάρες
κι αρετές ήτονε στολισμένη, 65</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
ευγενική
και τακτική, πολλά χαριτωμένη.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
[...]</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Eίχε κι αυτός
έναν υ-γιό πολλά κανακιασμένο,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
φρόνιμον
κι αξαζόμενο, ζαχαροζυμωμένο.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
4 Ήτονε δεκοκτώ
χρονών, μα'χε γερόντου γνώση,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
οι λόγοι
του ήσανε θροφή, κ' η ερμηνειά του βρώση.
80</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Kαι τ' όνομά
του το γλυκύ Pωτόκριτον ελέγα',</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
ήτονε τσ'
αρετής πηγή και τσ' αρχοντιάς η φλέγα·</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κι όλες τσι
χάρες π' Oυρανοί και τ' Άστρη εγεννήσαν,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
μ' όλες τον
εμοιράνασι, μ' όλες τον εστολίσαν.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
[...]</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<b>ΜΕΡΟΣ Γ΄ </b>
</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Ήφταξε το
μεσάνυκτον, η ώρα που ανιμέναν,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
στον τόπον
ευρεθήκασι, που κάθε νύκτα επηαίναν.
1350</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Mιάν ώρα εκλάψασιν
ομπρός δριμιά κ' ελουχτουκήσαν,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κι απόκει μ'
αναστεναμούς τα Πάθη τως αρχίσαν.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<br />
</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
EPΩTOKPITOΣ</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Λέγει της ο
Pωτόκριτος· "Ήκουσες τα μαντάτα,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
που ο Kύρης σου
μ' εξόρισε σ' τση ξενιτιάς τη στράτα;</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
K' εφάνη του κ'
εσφάγηκεν ο-γι' αφορμή εδική μου,
1355</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
σαν ήμαθε την
προξενιάν, που'κουσε του Γονή μου.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
K' έτοιας λογής
εμάνισε, τόσο βαρύ του φάνη,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κι ο Kύρης μου
απ' την πρίκαν του λογιάζω ν' αποθάνει.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Tέσσερεις μέρες
μοναχάς μου'δωκε ν' ανιμένω,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κι απόκει να
ξενιτευτώ, πολλά μακρά να πηαίνω.
1360</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Kαι πώς να σ'
αποχωριστώ, και πώς να σου μακρύνω,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και πώς να ζήσω
δίχως σου στο χωρισμόν εκείνο;</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Eσίμωσε το τέλος
μου, μάθεις το θες, Kερά μου,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
στα ξένα πως μ'
εθάψασι, κ' εκεί'ν' τα κόκκαλά μου.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Kατέχω το κι ο
Kύρης σου γλήγορα σε παντρεύγει,
1365</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Pηγόπουλο,
Aφεντόπουλο, σαν είσαι συ, γυρεύγει.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Kι ουδέ μπορείς
ν' αντισταθείς, σα θέλουν οι Γονείς σου</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
νικούν την-ε τη
γνώμη σου, κι αλλάσσει η όρεξή σου.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<br />
</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
204"Mιά χάρη,
Aφέντρα, σου ζητώ, κ' εκείνη θέλω μόνο,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και μετά κείνη
ολόχαρος τη ζήση μου τελειώνω. 1370</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Tην ώρα που
αρραβωνιαστείς, να βαραναστενάξεις,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κι όντε σα νύφη
στολιστείς, σαν παντρεμένη αλλάξεις,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
ν' αναδακρυώσεις
και να πεις· "Pωτόκριτε καημένε,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
τά σου'ταξα
λησμόνησα, τό'θελες πλιό δεν έναι."</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Kι όντε σ' Aγάπη
αλλού γαμπρού θες δώσεις την εξά σου,
1375</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και νοικοκύρης
να γενεί στα κάλλη τσ' ομορφιάς σου,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
όντε με σπλάχνος
σε φιλεί και σε περιλαμπάνει,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
θυμήσου ενός
οπού για σε εβάλθη ν' αποθάνει.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Θυμήσου πως μ'
επλήγωσες, κ' έχω Θανάτου πόνον,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κι ουδέ ν' απλώσω
μου'δωκες σκιάς το δακτύλι μόνον.
1380</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Kαι κάθε μήνα
μιά φορά μέσα στην κάμερά σου,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
λόγιασε τά'παθα
για σε, να με πονεί η καρδιά σου.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Kαι πιάνε και τη
σγουραφιάν, που'βρες στ' αρμάρι μέσα,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και τα τραγούδια,
που'λεγα, κι οπού πολλά σου αρέσα',</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και διάβαζέ τα,
θώρειε τα, κι αναθυμού κ' εμένα, 1385</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
που μ' εξορίσανε
ο-για σε πολλά μακρά στα ξένα.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Kι όντε σου πουν
κι απόθανα, λυπήσου με και κλάψε,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και τα τραγούδια
που'βγαλα, μες στη φωτιάν τα κάψε,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
για να μην έχεις
αφορμήν εις-ε καιρόν κιανένα,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
πλιό σου να τ'
αναθυμηθείς, μα να'ν' λησμονημένα.
1390</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
[...]</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Mα όπου κι αν
πάγω, όπου βρεθώ, και τον καιρόν που
ζήσω, 1395</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
τάσσω σου άλλη
να μη δω, μουδέ ν' αναντρανίσω.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Kάλλιά'χω εσέ με
Θάνατον, παρ' άλλη με ζωή μου,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
για σένα εγεννήθηκε
στον Kόσμον το κορμί μου.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
[...]</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
ΠOIHTHΣ</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Δεν ημπορεί πλιό
η Aρετή ετούτα ν' απομένει, 1405</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κι αγκουσεμένη
ευρίσκεται και ξεπεριορισμένη.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Kαι λέγει του να
μη μιλεί, πλιότερα μη βαραίνει</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
μιά λαβωμένη
τσ' Eρωτιάς, του Πόθου αρρωστημένη·</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<br />
</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
APETOYΣA</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
"Tα λόγια σου,
Pωτόκριτε, φαρμάκι-ν εβαστούσαν,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κι ουδ' όλπιζα,
ουδ' ανίμενα τ' αφτιά μου ό,τι σ' ακούσαν.
1410</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Ίντά'ναι τούτα
τά μιλείς, κι ο νους σου πώς τα βάνει;</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Πού τα'βρε αυτάνα
η γλώσσα σου οπού μ' αναθιβάνει;</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Kαι πώς μπορεί
τούτη η καρδιά, που με χαρά μεγάλη</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
στη μέσην της
εφύτεψε τα νόστιμά σου κάλλη,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και θρέφεσαι
καθημερνό, στα σωθικά ριζώνεις, 1415</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
ποτίζει σε το
αίμα τση, κι ανθείς και μεγαλώνεις,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κι ως σ' έβαλε,
σ' εκλείδωσε, δε θέλει πλιό ν' ανοίξει,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και το κλειδί-ν
ετσάκισεν, άλλης να μη σε δείξει.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Kαι πώς μπορεί
άλλο δεντρόν, άλλοι βλαστοί κι άλλ' άθη,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
μέσα τση πλιό
να ριζωθούν, που το κλειδί-ν εχάθη;
1420</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<br />
</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
"Σγουραφιστή
σ' όλον το νουν έχω τη στόρησή σου,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και δεν μπορώ
άλλη πλιό να δω παρά την εδική σου.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Xίλιοι σγουράφοι
να βρεθούν, με τέχνη, με κοντύλι,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
να θέ' να
σγουραφίσουσι μάτια άλλα κι άλλα χείλη,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
τη στόρησή σου
ως την-ε δουν, χάνεται η μάθησή τως,
1425</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
γιατί κάλλιά'ναι
η τέχνη μου παρά την εδική τως.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Eγώ, όντε σ'
εσγουράφισα, ήβγαλα απ' την καρδιά μου</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
αίμα, και με το
αίμα μου εγίνη η σγουραφιά μου.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
206Όποια με το
αίμα τση καρδιάς μιά σγουραφιά τελειώσει,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κάνει την όμορφη
πολλά, κι ουδέ μπορεί να λιώσει. 1430</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Πάντά'ναι η σάρκα
ζωντανή, καταλυμό δεν έχει,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και ποιός να
κάμει σγουραφιά πλιό σαν εμέ κατέχει;</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Tα μάτια, ο νους
μου, κ' η καρδιά, κ' η όρεξη εθελήσαν,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κ' εσμίξαν και
τα τέσσερα, όντε σ' εσγουραφίσαν.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Kαι πώς μπορώ να
σ' αρνηθώ; Kι α' θέλω, δε μ' αφήνει 1435</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
τούτ' η καρδιά
που εσύ'βαλες σ' τσ' Aγάπης το καμίνι,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κ' εξαναγίνη
στην πυρά, την πρώτη Φύση εχάσε,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
η στόρησή μου
εχάθηκε και τη δική σου επιάσε.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Λοιπόν, μη βάλεις
λογισμό σ' έτοια δουλειά, να ζήσεις,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
δε σ' απαρνούμαι
εγώ ποτέ, κι ουδέ κ' εσύ μ' αφήσεις.
1440</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Kι ο Kύρης μου,
όντε βουληθεί, να θέ' να με παντρέψει,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και δω πως γάμο
'κτάσσεται και το γαμπρό γυρέψει,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κάλλια θανάτους
εκατό την ώρα θέλω πάρει,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
άλλος παρά ο
Pωτόκριτος γυναίκα να με πάρει.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<br />
</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Ολόκληρο το
κείμενο του <i>Ερωτόκριτου</i> υπάρχει
στο Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
στην ηλεκτρονική
διεύθυνση: <u><a href="http://www.snhell.gr/anthology/writer.asp?id=20"><span style="color: blue;">http://www.snhell.gr/anthology/writer.asp?id=20</span></a></u></div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<br />
</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<b>ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ</b></div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<b>ΓΝΩΜΙΚΑ ΚΑΙ
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ</b></div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<br />
</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<b>ΜΕΡΟΣ Α΄</b>
</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
ΠOIHTHΣ</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
19 Γρικήσετε
του <b>Έρωτα</b>, θαμάσματα τά κάνει.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Eις-ε
θανάτους εκατό, όσοι αγαπούν, τσι βάνει·
530</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
πληθαίνει
τως την όρεξη, και δύναμη τως δίδει·</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
μαθαίνει
τσι να πολεμού' σ' τση νύκτας το σκοτίδι·</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κάνει τον
ακριβό φτηνό, τον άσκημο, ερωτάρη,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κάνει και
τον ανήμπορον, άντρα και παλικάρι,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
το φοβιτσάρην
άφοβο, πρόθυμον τον οκνιάρη, 535</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κάνει και
τον ακάτεχο να ξεύρει κάθε χάρη.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
***</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Aπ' ό,τι κάλλη
έχει άνθρωπος, τα <b>λόγια</b> έχουν τη
χάρη 871</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
να κάμουσιν
κάθε καρδιάν παρηγοριά να πάρει·</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κι οπού κατέχει
να μιλεί με γνώσιν και με τρόπον,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κάνει και
κλαίσιν και γελούν τα μάτια των ανθρώπων.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
***</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<br />
</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<br />
</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<b>ΜΕΡΟΣ Γ΄ </b>
</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<br />
</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
178§Ωσά λαήνι
οπού γενεί πολλά πλατύ στον πάτο,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κ' εις το
λαιμόν πολλά στενό, κ' είναι νερό γεμάτο,
590</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κι όποιος θελήσει
και βαλθεί όξω νερό να χύσει,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και το λαήνι
με τη βιάν προς χάμαι να γυρίσει,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
μέσα κρατίζει
το νερό, κι απόξω δεν το βγάνει,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κι όσον το
γέρνει, τόσον πλιά μόνον τον κόπον χάνει―</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
εδέτσι εμοιάσασι
κι αυτοί, κ' ήτον γεμάτοι Πάθη, 595</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
η αποκοτιά
τως να τα π[ουν], ως εσιμώσα', εχάθη.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Kαι θέλοντας να
πουν πολλά, τα λίγα δεν μπορούσι,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
το στόμα
τως εσώπαινε, με την καρδιά μιλούσι.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<br />
</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Ποιός εις τον
Kόσμο εφάνηκε, κι Aγάπη δεν κατέχει;</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Ποιός δεν
την εδικίμασε; ποιός δεν την-ε ξετρέχει;</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Ό[χι] οι ανθρώποι
μοναχάς, που'χου' θωριάν, και γνώση,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
τρέχουν εις
τούτο το δεντρό τσ' Aγάπης, για να τρώσι.
1270</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Πέτρες, δεντρά,
και σίδερα, και ζα στην Oικουμένη,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
όλα γνωρίζουν,
και γρικούν τον Πόθον πως τα γιαίνει.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
K' ένα με τ' άλλο
τη Φιλιάν κι Aγάπη λογαριάζει,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κι όλα
αγαπούν, και πεθυμούν το πράμα, οπού
ταιριάζει.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Mα όλα για μένα
εσφάλασι, και πάσιν άνω-κάτω, 1275</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
για με
ξαναγεννήθηκεν η Φύση των πραμάτω'."</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
***</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Mε τον Kαιρόν τα
δύσκολα και τα βαρά αλαφραίνουν,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
οι ανάγκες,
πάθη, κι αρρωστιές γιατρεύγουνται και
γιαίνουν·</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
με τον Kαιρόν οι
ανεμικές και ταραχές σκολάζουν,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και τα ζεστά
κρυαίνουσι, τα μαργωμένα βράζουν·
1630</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
με τον Kαιρόν οι
συννεφιές παύγουσι κ' οι αντάρες,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κ' ευχές
μεγάλες γίνουνται με τον Kαιρό οι κατάρες.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<br />
</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<b>ΜΕΡΟΣ Ε΄</b>
</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<br />
</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Άδικον είν',
Pωτόκριτε, ετούτα να τα κάνεις,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
βλέπε μ'
αυτάνα έτσ' άδικα να μην την αποθάνεις.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Θωρείς την, πώς
ευρίσκεται, μ' ακόμη δεν πιστεύγεις;</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Ίντ' άλλα
μεγαλύτερα σημάδια τής γυρεύγεις;</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Tα πλούτη και
την Aφεντιάν αρνήθηκε για σένα, 725</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
πάντά'ν' τα
χείλη τση πρικιά, τα μάτια τση κλαημένα.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Zει με τσι
κακοριζικιές, θρέφεται με τσι πόνους,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και μες στη
βρομερή φλακήν εδά'χει πέντε χρόνους.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Tες Προξενιές
τω' Bασιλιών αρνήθη και τα πλούτη,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κι ο Kύρης
τση τσ' οργίστηκε στην αφορμήν ετούτη.
730</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Kι ακόμη θέ' να
την-ε δεις, και δεν την-ε κατέχεις;</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Aν την
πειράξεις πλιότερα, κρίμα μεγάλον έχεις.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<br />
</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
§Kαλά το λεν οι
φρόνιμοι, η Aγάπη φόβο φέρνει,</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κ' εις ένα
πράμα, οπού αγαπά, λίγες φορές γιαγέρνει.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Xίλια σημάδια
να θωρεί άνθρωπος, να κατέχει 735</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
άδολα πως
τον αγαπά, αναπαημό δεν έχει.</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Mα λέγει, και
ξαναρωτά, και ξαναδικιμάζει</div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
τήν αγαπά,
αν τον αγαπά, και πάντα του λογιάζει.</div>
</div>
fkhttp://www.blogger.com/profile/16929972766556802480noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2030335275756970803.post-28125236217064978492012-10-16T08:55:00.004-07:002012-10-16T09:27:55.592-07:00Χριστόπουλος Αθανάσιος / Christopolos Athanasios<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<br />
<div style="text-align: center;">
<b><span style="color: red;">Αθανάσιος Χριστόπουλος </span></b></div>
<div style="text-align: center;">
<b><span style="color: red;">(1772-1847)</span></b></div>
<div style="text-align: center;">
<br /></div>
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
“<b>Άμιλλα”</b></div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<br /></div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Δύο νέες
εφιλιούνταν</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και μαζί
φιλοτιμιούνταν</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
στα φιλήματα να
φθάσει</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
μια την άλλην
να περάσει.</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Άκουσε, με λέγ'
η μία,</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
πώς φιλώ με
μελωδία,</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Άκουσε, με λέγ'
η άλλη</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
πώς το φίλημά
μου ψάλλει.</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Καλέ, λέω,
φιλενάδες,</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
τι είν' τούτ' οι
χωρατάδες;</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Με το άκουσε θα
μείνω</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
τα φιλήματα να
κρίνω;</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Φέρτ' εδώ να τα
γευθούμεν</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
κι έτσι τότε να
ιδούμεν</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
ποίον έχει στην
αράδα</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
περισσότερη
γλυκάδα. </div>
<br />
<br />
<br />
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
-----------------------------------------------------
</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<br /></div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
“<b>Σύντροφοι”</b></div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<br /></div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Χθες το βράδυ
βυθισμένος</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
εις τον ύπνον
τον γλυκόν</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
είδα όλος
τρομαγμένος</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
ένα όνειρον
κακόν.</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Εις βουνόν εγώ
και ο Έρως,</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και η αγάπη μου
μαζί,</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και ο Καιρός ο
πάντα γέρος</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
ανεβαίναμεν
πεζοί.</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Η αγάπη σταματούσε</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
εις τον δρόμον
τον σκληρόν,</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και ο Έρωτας
περνούσε</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
βιαστικά με τον
Καιρόν.</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
«Στάσου», λέγω,
«Έρωτά μου·</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
τόση βία διατί;</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Η καλή συντρόφισσά
μου</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
η αγάπη δεν
κρατεί».</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Τότε βλέπω και
τινάζουν</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και οι δυο τους
τα φτερά,</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και τον δρόμον
τους αλλάζουν</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και πετούν στ'
αριστερά.</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Απελπίζομαι,
τρομάζω,</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
το κατόπι πιλαλώ.</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Πού, ω Έρωτα,
φωνάζω,</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
πού πετάς,
παρακαλώ;</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Τότ' ο άστατος
γυρίζει</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και με λέγει το
παρόν·</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
Φίλ', ο Έρως
συνηθίζει</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
και πετάει με
τον καιρόν.</div>
<div align="CENTER" style="margin-bottom: 0cm;">
<br />
Από το βιβλίο:<br />
<span style="color: blue; line-height: 100%; text-align: left;"><span style="color: black;"><span style="font-family: Times New Roman, serif;"><span lang="en-US">Αθανάσιος
Χριστόπουλος </span></span></span></span><span style="color: blue; line-height: 100%; text-align: left;"><span style="color: black;"><span style="font-family: Times New Roman, serif;"><span lang="el-GR">(επιμ.
Ελ. Τσαντσάνογλου), </span></span></span></span><span style="color: blue; line-height: 100%; text-align: left;"><span style="color: black;"><span style="font-family: Times New Roman, serif;"><span lang="el-GR"><i>Λυρικά</i></span></span></span></span><span style="color: blue; line-height: 100%; text-align: left;"><span style="color: black;"><span style="font-family: Times New Roman, serif;"><span lang="el-GR">, </span></span></span></span><br />
<span style="color: blue; line-height: 100%; text-align: left;"><span style="color: black;"><span style="font-family: Times New Roman, serif;"><span lang="el-GR"> Αθήνα: Εκδόσεις Ερμής, 1970, σσ. 57-58 & 69-70.</span></span></span></span><br />
<div align="JUSTIFY" style="line-height: 100%; margin-bottom: 0cm;">
<br /></div>
</div>
<br />
<br /></div>
fkhttp://www.blogger.com/profile/16929972766556802480noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2030335275756970803.post-86056505116192883792012-09-24T00:31:00.002-07:002012-10-08T10:57:34.298-07:00Shakespeare, Midsummer night's dream<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div style="text-align: center;">
<b>WILLIAM SHAKESPEARE </b></div>
<div style="text-align: center;">
<b>(1564-1616)</b></div>
<div style="text-align: center;">
<b>MIDSUMMER NIGHT'S DREAM</b></div>
<div style="text-align: center;">
<b><br /></b>
<br />
<b><span style="color: red;">Πράξη Α΄, Σκηνή 1</span></b><br />
<b><br /></b>
<br />
<div style="text-align: left;">
ΛΥΣΑΝ: Γιατί, καλή μου, εχλώμιανε το μάγουλό σου;<br />
Ποια μοίρα εμάρανε τα ρόδα του έτσι γλήγορα;<br />
<br />
ΕΡΜΙΑ: Λοιπόν αφού η πιστή αγάπη είν' όλο βάσανα</div>
<div style="text-align: left;">
θα ειπεί πως το 'χει γράψει η μοίρα και γι αυτό</div>
<div style="text-align: left;">
ας κάνει υπομονή η αγάπη μας, αφού</div>
<div style="text-align: left;">
κι αυτό κακό συνηθισμένο της αγάπης,</div>
<div style="text-align: left;">
καθώς η συλλογή, οι καημοί, τα δάκρυα, τα όνειρα</div>
<div style="text-align: left;">
κι οι στεναγμοί, ακολουθία του δόλιου του έρωτα.<br />
ΛΥΣΑΝ: Καλά το λες, Ερμία, για τούτο άκου τι λέω:<br />
έχω μια θεία χήρα, πλούσια κι άτεκνη,<br />
που μένει εφτά χιλιόμετρα έξω απ' την Αθήνα<br />
και σαν παιδί της μ' αγαπάει. Εκεί, καλή μου,<br />
μπορούμε να στεφανωθούμε. Εκεί ο κακός<br />
ο νόμος της Αθήνας δε μας φτάνει.<br />
ΕΡΜΙΑ: Λύσανδρε, σου ορκίζομαι<br />
στο πιο γερό δοξάρι του Έρωτα, στην πιο καλή του<br />
σαΐτα χρυσαγκιδωτή, στης Αφροδίτης<br />
τα περιστέρια, που η απλή τους χάρη τις ψυχές<br />
ενώνει και προκόβει την αγάπη, στη φωτιά<br />
που έκαψε τη βασίλισσα της Καρχηδόνας, όταν<br />
είδε μακριά τον άπιστο Τρωαδίτη ν' αρμενίζει,<br />
σ' όλους τους όρκους που έχουν πατηθεί από άντρες<br />
και που είναι πιο πολλοί απ' όσους κάνανε οι γυναίκες,<br />
σ΄ αυτό το μέρος που μου ορίζεις αύριο βράδυ<br />
θα ρθω πιστή να σ' ανταμώσω στο σκοτάδι.<br />
ΛΥΣΑΝ: Κράτησε λόγο, αγάπη μου. - Δες, έρχεται η Ελένη.<br />
<span style="text-align: center;"> (Μπαίνει η ΕΛΕΝΗ)</span><br />
<span style="text-align: center;">ΕΡΜΙΑ: Καλώς τη. Πώς εδώθε, ωραία Ελένη; </span><br />
<span style="text-align: center;">ΕΛΕΝΗ: Με λες ωραία; Μην πεις τη λέξη: ωραία. Ο Δημήτρης</span><br />
εσένα λέει ωραία; Μην πεις τη λέξη ωραία. Ο Δημήτρης<br />
εσένα λέει ωραία, ευτυχισμένη.<br />
[...]</div>
<div style="text-align: left;">
ΕΡΜΙΑ: Εγώ του κάνω μούτρα, εκείνος με λατρεύει.</div>
<div style="text-align: left;">
ΕΛΕΝΗ: Το μούτρο και το γέλιο μου την τέχνη αυτή δεν ξέρει.</div>
<div style="text-align: left;">
ΕΡΜΙΑ: Εγώ τον καταριέμαι, εκείνος μ' αγαπάει.</div>
<div style="text-align: left;">
ΕΛΕΝΗ: Πού τέτοια τύχη εγώ με τα γλυκά μου λόγια! </div>
<div style="text-align: left;">
ΕΡΜΙΑ: Όσο τον διώχνω, τόσο εκείνος τρέχει πίσω μου.</div>
<div style="text-align: left;">
ΕΛΕΝΗ: Όσο κοντά του τρέχω, τόσο αυτός μ' εχτρεύεται. </div>
<div style="text-align: left;">
ΕΡΜΙΑ: Δεν είναι η τρέλα του δικό μου φταίξιμο. </div>
<div style="text-align: left;">
ΕΛΕΝΗ: Όχι, είναι η ομορφιά σου. Ας είχα αυτό το φταίξιμο! </div>
<div style="text-align: left;">
ΕΡΜΙΑ: Ελένη, ησύχασε και πια δε θα με βλέπει.</div>
<div style="text-align: left;">
Ο Λύσανδρος κι εγώ θα φύγουμε από δω.</div>
<div style="text-align: left;">
[...]</div>
<div style="text-align: left;">
ΛΥΣΑΝ: Ξενοιάσου. Χαίρε, Ελένη, κι όπως καίγεσαι<br />
για τον Δημήτρη σου, έτσι να καεί κι αυτός για σένα. </div>
<div style="text-align: left;">
ΕΛΕΝΗ: Πώς πάει τόσο πολλή ευτυχία σε καμπόσους!<br />
Όλη η Αθήνα σαν κι αυτήν με λέει ωραία.<br />
Τι μ' ωφελεί; Ο Δημήτρης δεν το λέει.<br />
Πλανιέται αυτός λατρεύοντας τα μάτια της Ερμίας,<br />
κι εγώ γυρίζω θαμπωμένη από τις χαρές του.<br />
Σε πράματα χυδαία κι ανάξια και μικρά<br />
η αγάπη δίνει αξία κι ανάστημα. Η αγάπη<br />
δε βλέπει με τα μάτια παρά με το νου<br />
γι αυτό και το Ερωτόπουλο στραβό το ζωγραφίζουν.<br />
Κι ο νους του Έρωτα δεν έχει στάλα κρίση,<br />
τι φτερωτός κι αόμματος θα ειπεί στραβή βιασύνη,<br />
γι αυτό και το Ερωτόπουλο μωρό το παρασταίνουν,<br />
γιατί συχνά γελιέται όταν διαλέγει. Κι όπως<br />
παλιόπαιδα, όταν παίζουν, παίρνουν όρκους ψεύτικους,<br />
έτσι και το χαμίνι ο Έρως, ψευτορκίζεται<br />
πάντα παντού. Προτού ο Δημήτρης αντικρίσει<br />
τα μάτια της Ερμίας κατέβαζε χαλάζι<br />
τους όρκους πως μ' αγάπαε. Κι όταν το χαλάζι<br />
το άγγιξε η ζέστα της Ερμίας, ευθύς έλιωσε<br />
κι έλιωσαν κι οι κατεβασιές οι όρκοι.<br />
[...] </div>
<div style="text-align: left;">
<div style="text-align: center;">
<b><span style="color: red;">Πράξη Β΄, Σκηνή 2 </span></b></div>
1<br />
`````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````0<br />
(Λύσανδρος και Ερμία αποκοιμιούνται)<br />
<br />
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b>ΠΟΥΚ: Μεσ' στο δάσος
όλο γύρα</b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b> πουθενά Αθηναίο
δεν ήβρα,</b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b> στα ματόφυλλά
του απάνω</b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b> δοκιμή του ανθού
να κάνω.
</b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b> Μα, σιωπή και
νύχτα! Ποιος</b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b> στ' Αθηνιώτικα
είν' αυτός;</b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b> Τούτος είναι
που τη νέα</b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b> πρόσβαλε την
Αθηναία.</b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b> Να τη, βαριοκοιμισμένη</b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b> στο υγρό χώμα η
καημένη,</b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b> κι απ' τον άκαρδο
μακριά</b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b> της αγάπης τον
φονιά.</b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b> Βάρβαρε, σου
χύνω τώρα</b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b> μαγικιά στα
μάτια μώρα.</b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b> Ύπνο πια στο
ξυπνητό σου δε θα δει το βλέφαρό σου,</b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b> θα τον διώχνει
ο Έρωτας.</b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b> Ξύπνα, πάω στον
Όμπερον. </b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
(Βγαίνει) </div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<br /></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b>PUCK: Through the forest have I gone.
</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b> But Athenian found I none,
</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b> On whose eyes I might approve
</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b> This flower's force in stirring love.</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b> Night and silence.--Who is here? 70
</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b> Weeds of Athens he doth wear:
</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b> This is he, my master said,
</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b> Despised the Athenian maid;
</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b> And here the maiden, sleeping sound,</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b> On the dank and dirty ground.
</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b> Pretty soul! she durst not lie
</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b> Near this lack-love, this
kill-courtesy.
</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b> Churl, upon thy eyes I throw
</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b> All the power this charm doth owe.</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b> When thou wakest, let love forbid
80
</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b> Sleep his seat on thy eyelid:
</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b> So awake when I am gone;
</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b> For I must now to Oberon.
</b></span></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"> (Exit)</span></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<br />
ΕΛΕΝΗ: Δημήτρη, στάσου, στάσου, στάσου, εσύ φονιά μου!</div>
ΔΗΜΗΤ: Σου λέω ξεκόλλα πια από μένανε! Μακριά μου!<br />
ΕΛΕΝΗ: Αχ, μέσα στο σκοτάδι το άγριο μη μ'αφήνεις.<br />
ΔΗΜΗΤ: Πηγαίνω εγώ κι εσύ στην τύχη σου να μείνεις. (Βγαίνει.)<br />
ΕΛΕΝΗ: Αχ, πιάστηκε η πνοή μου απ' το τρελό κυνήγι.</div>
<div style="text-align: left;">
Όσο τον κάνω θεό, τόσο πιο λίγο το έλεος.<br />
Η Ερμία, αυτή 'ναι ευτυχισμένη, όπου κι αν είναι. <br />
Μαγευτική είναι η χάρη που έχουνε τα μάτια της,<br />
που λάμπουν όχι από τα δάκρυα, τι αν πεις δάκρυα<br />
τα μάτια μου είναι πιο συχνολουσμένα απ' τα δικά της.<br />
Όχι, όχι, εγώ 'μαι ασκημομούρα σαν αρκούδα,<br />
που μ' αντικρίζουνε τ' αγρίμια και προγκάνε.<br />
Γι αυτό παράξενο δεν είναι που ο Δημήτρης<br />
σαν να 'μαι κάνα τέρας φεύγει από μπροστά μου.<br />
Τι μαγικός κι αλλαξοπρόσωπος καθρέφτης<br />
παρόμοιασε με την γλυκιάν Ερμία εμένα;<br />
Μα εδώ ποιος είναι; Ο Λύσανδρος, στο χώμα.<br />
Νεκρός, ή κοιμισμένος; Αίματα δε βλέπω.<br />
Λύσανδρε, αν είσαι ζωντανός, καλέ μου, ξύπνα!<br />
ΛΥΣΑΝ: (Ξυπνώντας) Πέφτω και στη φωτιά για χάρη σου, ω αιθέρια,<br />
διάφανη Ελένη. Η φύση κάνει αυτό το θάμα<br />
μέσα απ' το στήθος σου να βλέπω την καρδιά σου.<br />
Πού 'ναι ο Δημήτρης; Α, τι λόγος ελεεινός,<br />
τ' όνομα αυτό, με το σπαθί μου θα το σβήσω.<br />
ΕΛΕΝΗ: Λϋσανδρε, μην το πεις. Αυτό να μην το πεις.<br />
Κι αν αγαπάει την Ερμία σου, τι μ' αυτό;<br />
Η Ερμία εσέναν αγαπάει, κι ευχαριστήσου.<br />
ΛΥΣΑΝ: Με την Ερμία; Όχι ποτέ! Το μετανιώνω<br />
που έχω με δαύτη χάσει ανούσια τον καιρό μου.<br />
Δεν είν' η Ερμία αγάπη μου, παρά η Ελένη.<br />
Ποιος κόρακα δε θ' άλλαζε με περιστέρι;<br />
Του άντρα η
θέληση απ' τον νου του κυβερνιέται<br />
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
κι ο νους μου
λέει εσύ 'σαι ανώτερη σ' αξία.
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
[...]</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΕΛΕΝΗ: Γιατί να γεννηθώ
γι αυτήν την κοροϊδία;</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Για τέτοια χλεύη,
πότε σου 'δωσα εγώ θάρρος;
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Δε φτάνει, νέε
μου, δε μου φτάνει που ποτέ μου,</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ποτέ μου δεν
αξιώθηκα ούτε θ' αξιωθώ</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
γλυκιά ματιά
από τον Δημήτρη, παρά πρέπει</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
να περγελάς κι
εσύ την αναξιότητά μου;</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Μου κάνεις άδικο,
αλήθεια κι απαλήθεια,</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
πολύ, πολύ άδικο,
να μου ζητάς αγάπη</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
μ' αυτόν τον
τρόπο τον προσβλητικό. Σ' αφήνω</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
κι ομολογώ σε
νόμιζα πιο κύριον. Ω,
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ντροπή, επειδή
μια κόρη ο ένας δεν την θέλει,</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
για τούτο οι
άλλοι να την κάνουνε κουρέλι. (Βγαίνει.)</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΛΥΣΑΝ: Δεν είδε την
Ερμία. Ερμία, εδώ κοιμήσου</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
και μη ζυγώσεις
πια τον Λύσανδρο. Γιατί,</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
καθώς κατάχρηση
απ' τα πιο γλυκά γλυκίσματα</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
φέρνει την πιο
κακιά αναγούλα στο στομάχι,</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
κι όπως αιρετικός,
που γύρισε στην πίστη του,</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
απ' όλους πιο
πολύ μισεί την πλάνη που είχε πέσει,</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
έτσι κι εσύ,
κατάχρησή μου κι αίρεσή μου,</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
απ' όλους να'σαι
μισητή, και πιο πολύ από μένα.</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Κι ολόβολα
ριχτείτε τώρα δυνατά μου,</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
στη λάτρα της
Ελένης, τι είναι αυτή η κυρά μου. (Βγαίνει.)</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΕΡΜΙΑ: (Ξυπνώντας) Ω, Λύσανδρέ μου,
πρόφτασε, βοήθεια, βοήθεια!</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Διώξε το φίδι
αυτό που μου'ζωσε τα στήθια.</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Αλί μου, τι όνειρο
είδα: Λϋσανδρέ μου, δες</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
πώς τρέμω από
τον φόβο μου. Ένα φίδι τάχα</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
έτρωγε την καρδιά
μου. Εσύ χαμογελώντας</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
καθόσουν και το
κοίταζες το απαίσιο θέαμα.</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Λύσανδρε! Πώς;
Φευγάτος; Θεέ μου! Λϋσανδρε, ε;
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
[...]
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<br />
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm; text-align: center;">
<b><span style="color: red;">Πράξη Γ΄, Σκηνή
2η</span></b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<br /></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b>ΠΟΥΚ: Βασιλιά των
ξωτικώ</b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b> να κι η Ελένη,
φτάνει εδώ.</b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b> Κι από πίσω
της με πάθος</b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b> τρέχει ο νιος,
που πήρα λάθος.</b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b> Γλέντι που έχει
να γενεί!</b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b>ΟΜΠΕΡΟΝ: Κρύψου! Μόλις
θα μιλήσουν</b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b> τον Δημήτρη θα
ξυπνήσουν.</b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b>ΠΟΥΚ: Δυο θε ν' αγαπούνε
μια,</b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b> τι αστείο, τι
πετυχια!
</b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b> Πώς μ' αρέσουν
οι δουλειές</b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<b> που έχουν τέτοιες
μπερδεψιές!
</b></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
(Ξαναμπαίνουν ο Λύσανδρος κι η Ελένη)
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<br /></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b>PUCK: Captain of our fairy band, 110
</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b> Helena is here at hand;</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b> And the youth, mistook by me,
</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b> Pleading for a lover's fee.
</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b> Shall we their fond pageant see?
</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b> Lord, what fools these mortals be!
</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b>OBERON: Stand aside: the noise they
make</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b> Will cause Demetrius to awake.
</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b>PUCK: Then will two at once woo one;
</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b> That must needs be sport alone;
</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b> And those things do best please me
120
</b></span></div>
<div style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"><b> That befal preposterously.</b></span></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<span style="color: blue;"> (Enter LYSANDER and
HELENA)</span></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<br /></div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Γιατί θαρρείς
πως κοροϊδεύω όταν σου λέω</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
πως σ' αγαπώ;
Δες, σαν ορκίζομαι, πως κλαίω.</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Δάκρυα δε φέρνει
ο χλευασμός, ούτ' η ειρωνεία.</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Της πίστης δάκρυα
είναι αυτά. Πώς κοροϊδία</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
μπορεί να φαίνεται
σε σένα αυτό το πράμα</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
αφού της πίστης
είναι βούλα αυτό το κλάμα;
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΕΛΕΝΗ: Η πονηριά σου
όσο πάει και δυναμώνει.</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Φριχτό η αλήθεια
την αλήθεια να σκοτώνει</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Τους ίδιους
όρκους έχεις κάνει στην Ερμία;</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Πώς την αρνιέσαι
με τη νέα σου φλυαρία;
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Γιατί τον όρκο
με τον όρκο όταν ζυγιάζεις,</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
δε βρίσκεις
άκρη, και τους όρκους που αραδιάζεις</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
σε με κι εκείνη,
αν μπουν στο ζύγι, αντιζυγιάζουν</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
κι είν' αλαφροί
το ίδιο, φαφλατάδες μοιάζουν.
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΛΥΣΑΝΔΡΟΣ: Όταν ορκίζομουν
σ' αυτή, δεν είχα κρίση.</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΕΛΕΝΗ: Όχι, ούτε τώρα
που την έχεις παρατήσει.</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΛΥΣΑΝΔΡΟΣ: Εκείνη θέλει κι
ο Δημήτρης, όχι εσένα.</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΔΗΜΗΤΡΗΣ: (Ξυπνώντας)
Ελένη, θεά, νεράιδα, ουράνια, αιθέρια,
τέλεια!</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Με τι μάτια σου,
ω καλή, να παρομοιάσω;</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Το κρούσταλλο
είναι σκούρο. Ω, πόσο σκανταλίζουν</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
για το φιλί τα
χείλη σου, ώριμα κεράσια!
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Το πιο καθάριο
χιόνι στην κορφή του Ταύρου,</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
που κρουσταλλένια
ασπράδα παίρνει απ' την πνοή</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
του ανατολίτη
αγέρα, μαύρη κάργια γίνεται,
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
μόλις σηκώσεις
συ το χέρι σου. Άσε με, αχ,</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
να προσκυνήσω
της ασπράδας της βασίλισσα,</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
του ολάσπρου
αγνού τη θεία σφραγίδα να φιλήσω!</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΕΛΕΝΗ: Ω κόλαση! Ω
ντροπή! Σεις βλέπω συμφωνήσατε</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
να διασκεδάσετε
μαζί μου: κύριοι αν ήσαστε</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
κι είχατε τρόπους,
έτσι δε θα με προσβάλλατε.
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Ξέρω το μίσος
της καρδιάς σας, δε σας φτάνει</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
παρά βαλθήκατε
και να με ρεζιλέψετε;</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Αν ήσαστε άντρες,
όπως είσαστε στην όψη,</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
σε μια κυρία δε
θα φερνόσαστε έτσι. Μ' όρκους</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
και λόγια αγάπης
να παινεύετε τα μέλη μου,</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ενώ απ' τα βάθη
της καρδιάς σας με μισείτε!</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Εσείς δυο
αντίπαλοι για αγάπη της Ερμίας,</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
και πάλι αντίπαλοι
στην κοροϊδία για μένα!
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
[...]</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
(Ξαναμπαίνει η
Ερμία.)</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΕΡΜΙΑ: Δε σ' ήβρε,
Λύσανδρε, το μάτι μου. Τ' αφτί μου</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
σε σένα μ' έφερε,
γι αυτό το ευχαριστώ.
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Μ' αυτός τι τρόπος
ήταν έτσι να μ' αφήσεις;
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΛΥΣΑΝΔΡΟΣ:Κι έχει όποιος
σπρώχνεται απ' τον έρωτα στασιό;</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΕΡΜΙΑ: Τι έρωτας έσπρωξε
τον Λύσανδρο μακριά μου;</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΛΥΣΑΝΔΡΟΣ: Του Λϋσανδρου
έρωτας, που δεν τον άφηνε ήσυχο,</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
η ωραία Ελένη,
που στολίζει πιο πολύ</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
τη νύχτα απ' όλα
αυτά τ' αστέρια και τις πούλιες.</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Τι τρέχεις πίσω
μου; Μ' αυτό δεν το κατάλαβες,</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
πως από σένα
μίσος μ' έδιωξε για σένα;
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΕΡΜΙΑ: Δεν τα πιστεύεις
όσα λες, δε γίνεται, όχι.</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΕΛΕΝΗ: Α, είναι και
τούτη μες σ' αυτή τη συμπαιγνία!</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Τώρα το βλέπω:
συμφωνήσανε κι οι τρεις τους</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
για να μου παίξουν
αυτό το άνοστο παιγνίδι.</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Κακίστρω Ερμία!
Κόρη αχάριστη! Και συ</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
συνώμοσες μαζί
μ' αυτούς και τα σκεδιάσατε</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
για να με μπλέξετε
μεσ' στη σαχλή ειρωνεία σας;
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
[...]</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΕΡΜΙΑ: Παραξενεύομαι
με τα οργισμένα λόγια σου.</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Σε κοροϊδεύω
εγώ, ή εσύ με κοροϊδεύεις;</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΕΛΕΝΗ: Εσύ δεν έβαλες
επίτηδες τον Λύσανδρο</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
να τρέχει πίσω
μου γι αστεία και να παινεύει</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
το πρόσωπό μου
και τα μάτια μου; Δεν έκανες</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
τον ερωμένο σου
τον άλλο, τον Δημήτρη, -
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
που τώρα μόλις
λίγο με κλωτσοπάτησε -
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
να με καλεί θεά,
νεράιδα, θεία, πεντάμορφη,</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ουράνια, ασύγκριτη;
Πώς τέτοια λέει σ' αυτή</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
που τη μισεί;
Και πώς ο Λύσανδρος αρνιέται</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
τον έρωτά σου,
που ήταν πλούτος στην ψυχή του,</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
να μου προσφέρει
αγάπη εμένα, αν δεν τον έβαλες</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
εσύ με την δική
σου συγκατάθεση;
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
[...]</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΛΥΣΑΝΔΡΟΣ: Ελένη, στάσου,
ευγενικιά ψυχή, άκουσέ με</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ζωή μου, αγάπη
μου, ψυχή μου, ωραία Ελένη!
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΕΛΕΝΗ: Έξοχα!</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΕΡΜΙΑ: Φίλε μου, έτσι
μην την κοροϊδεύεις.</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΔΗΜΗΤΡΗΣ: Αν όχι με καλό,
θ' ακούσει με στανιό!</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΛΥΣΑΝΔΡΟΣ: Στανιό δικό σου
κι αυτηνής ορμήνιες το ίδιο τα 'χω.</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Δεν πιάνουν οι
φοβέρες σου, ούτε τα παρακάλια της.</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Σ' το λέω, Ελένη,
σ' αγαπώ, μα τη ζωή μου.</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Σ' αυτί σ'
ορκίζομαι, που εσένα το θυσιάζω,</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
να βγάλω ψεύτη
αυτόν που λέει δε σ' αγαπώ.
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΔΗΜΗΤΡΗΣ: Κι εγώ σου λέω
πως σ' αγαπώ απ' αυτόνε πιο πολύ.</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΛΥΣΑΝΔΡΟΣ: Αφού το λες με
το σπαθί σου, απόδειξέ το κιόλα.</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΔΗΜΗΤΡΗΣ: Εμπρός!</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΕΡΜΙΑ: Τι είν' όλα τούτα,
Λύσανδρέ μου;</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΛΥΣΑΝΔΡΟΣ: Τραβήξου αράπισσα!</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΔΗΜΗΤΡΗΣ: Όχι δα! Για δες
τον, τάχα</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
πως πολεμάει να
της ξεφύγει. Πρώτα κάνεις</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
τάχα πως θες ν'
ακολουθήσεις, μα δεν έρχεσαι.</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Είσαι δειλός
καημένε!</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΛΥΣΑΝΔΡΟΣ: Φεύγα, στα
κομμάτια!</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Άσε με γάτα,
γκολλιτσίδα, άσε, γιατί</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
θα σε τινάξω πέρα,
σίχαμα, σα φίδι!</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΕΡΜΙΑ: Πώς έτσι αγρίεψες,
πώς άλλαξες, καλέ μου;</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΛΥΣΑΝΔΡΟΣ: Καλός σου! Πέρα,
μαυροτσούκαλο, Άδη, Τάρταρε!</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Φεύγα, αναγούλα,
γιατρικό πικρό, μακριά!
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΕΡΜΙΑ: Δε χωρατεύεις;</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΕΛΕΝΗ: Πώς; Κι εσύ το
ίδιο κάνεις;</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΛΥΣΑΝΔΡΟΣ: Δημήτρη, έχεις
το λόγο μου.</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΔΗΜΗΤΡΗΣ: Θα προτιμούσα</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
να σ' έχω με χαρτί
δεμένο, τι όπως βλέπω,</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
κι ένας αδύνατος
δεσμός σε καταφέρνει.</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Λόγο από σένα
δεν πιστεύω.
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΛΥΣΑΝΔΡΟΣ: Μα τι θέλεις;</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
να τη χτυπήσω,
να τη δείρω, να τη σφάξω;</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
κι αν τη μισώ,
κακό δε θέλω να της κάνω.
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
ΕΡΜΙΑ: Κι είναι κακό
χειρότερο απ' το μίσος σου άλλο;</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Μίσος! Γιατί;
Αχ, αλί μου, τι ναι τούτα, αγάπη μου;
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Δεν είμαι γω η
Ερμία; Εσύ δεν είσαι ο Λύσανδρος;
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Ωραία και τώρα
είναι η μορφή μου όσο και πριν.</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Σαν ήρθε η νύχτα
μ' αγαπούσες.
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
Νύχτα είν' ακόμα
και μ' αφήνεις.
</div>
<div lang="el-GR" style="margin-bottom: 0cm;">
<br /></div>
</div>
<br />
<br />
<br />
<br />
<div style="text-align: center;">
Επιμέλεια ιστοσελίδας: Φιλοθέη Κολίτση </div>
</div>
<br />
<br /></div>
<div style="text-align: center;">
<b><br /></b></div>
<div style="text-align: center;">
<b><br /></b></div>
<div style="text-align: center;">
<br /></div>
</div>
fkhttp://www.blogger.com/profile/16929972766556802480noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2030335275756970803.post-25944729664179371922012-09-23T16:13:00.000-07:002012-10-30T03:10:07.195-07:00Ριμάδα Κόρης και Νιου <div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div style="text-align: center;">
<b>ΡΙΜΑΔΑ ΚΟΡΗΣ ΚΑΙ ΝΙΟΥ</b></div>
<div style="text-align: center;">
<br /></div>
<div style="text-align: center;">
Κόρη και νιος δικάζεται από 'να παραθύρι</div>
<div style="text-align: center;">
μια νύκτα ως οπόδωσεν τς αυγής το σημαντήρι.</div>
<div style="text-align: center;">
Ο νιότερος ζητά φιλί κι η κόρη δακτυλίδι,</div>
<div style="text-align: center;">
κι ο νιος το δακτυλίδιν του της κόρης δεν το δίδει,</div>
<div style="text-align: center;">
μα με κρυφά κομπώματα δώσει το θέλει λέγει</div>
<div style="text-align: center;">
και πώς και τί και ποταπώς, με τί τρόπον το λέγει;</div>
<div style="text-align: center;">
<br /></div>
<div style="text-align: center;">
"Όντεν ο κόρακας γενή άσπρος σαν περιστέρι,</div>
<div style="text-align: center;">
όντεν ιδής ασπούργιτα να διώχνη το ξιφτέρι,</div>
<div style="text-align: center;">
όντεν η θάλασσα σπαρθή σιτάρι και κριθάρι,</div>
<div style="text-align: center;">
όντεν ιδείς εις το βουνί να περπατεί το ψάρι,</div>
<div style="text-align: center;">
όντεν ο σκύλος κι ο λαγός ποίσουν αδελφοσύνη,</div>
<div style="text-align: center;">
κι η γάτα με τον ποντικόν ποίσουν συντεκνοσύνη,</div>
<div style="text-align: center;">
όντεν ο γάιδαρος γενεί άγγελος να πετάξει</div>
<div style="text-align: center;">
και ιδείς τον ήλιον τ' ουρανού τη στράτα του ν' αλλάξει,</div>
<div style="text-align: center;">
όντεν ιδείς τς ασπάλαθους και να γενούν μερσίνη,</div>
<div style="text-align: center;">
όντε γενούσιν οι μηλιές του λαγκαδίου σκίνοι,</div>
<div style="text-align: center;">
όντεν ιδείς το πέλαγος ν' αρχίσει ν' αποφρύσσει</div>
<div style="text-align: center;">
τότες εμέν κι εσέν, κυρά, θέλουσιν ευλογήσει".</div>
<div style="text-align: center;">
<br /></div>
<div style="text-align: center;">
Η κόρη, ως ήτον φρόνιμη, με γνώσην εγρικήθη</div>
<div style="text-align: center;">
και προς αυτόν τον νιότερον ίτις απιλογήθη:</div>
<div style="text-align: center;">
"Όντεν ο μέγας ουρανός πέσει κάτω στο χώμα</div>
<div style="text-align: center;">
και η αλήθεια, νιότερε, φανερωθεί για ψόμα,</div>
<div style="text-align: center;">
όντες ιδείς τη θάλασσα και αρχίσει να γλυκάνει,</div>
<div style="text-align: center;">
όντε βρεθεί για τους νεκρούς ανάστασης βοτάνι,</div>
<div style="text-align: center;">
όντε το φέγγος τ' ουρανού πέσει στη γη να σβήσει,</div>
<div style="text-align: center;">
τότες εσέν, αφέντη μου, θέλω γλυκοφιλήσει".</div>
<div style="text-align: center;">
<br /></div>
<div style="text-align: center;">
Και μέσα στ' όχι και εις το ναι, μέρωμα και εις αγριάδα</div>
<div style="text-align: center;">
έσωνε και κατάνταινε της μέρας η ασπράδα</div>
<div style="text-align: center;">
κι εκίνα ο κυρ Ήλιος του δρόμου να φουσκώνει,</div>
<div style="text-align: center;">
της νύχτας τες κουρφόβλεψες να τες ξεφανερώνει.</div>
<div style="text-align: center;">
Τότες ο νιος εμίσεψεν από την κορασίδα</div>
<div style="text-align: center;">
και σε καμία συνίβαση δεν ήλθασιν, ως οίδα. [...]</div>
<div style="text-align: center;">
Δεύτερη νύκτα σ' ώρες τρεις εκάτσε το φεγγάρι,</div>
<div style="text-align: center;">
κι ο νιος εγύρεψε να μπει στης λυγερής τη χάρη.</div>
<div style="text-align: center;">
Κι η κόρη, ως ήτον προς αυτόν κάμποσο βαρεμένη,</div>
<div style="text-align: center;">
εκάθετο κι ενίμενε κι ήτονε κι ήτονε κι εγνοιασμένη,</div>
<div style="text-align: center;">
ότ' ήτονε στον έρωτα του πόθου πλανεμένη</div>
<div style="text-align: center;">
και στης αγάπης τη φιλιά ήτον πεδουκλωμένη. [...]</div>
<div style="text-align: center;">
Και απείν την είδε ο νιότερος, γλυκιά εχαιρέτησεν τη</div>
<div style="text-align: center;">
κι από την πίκραν την πολλήν επαρηγόρησέν τη</div>
<div style="text-align: center;">
κι είπεν της: Τάχα, μάτια μου, κρατείς μου κακοσύνη</div>
<div style="text-align: center;">
στα λόγια, στην υπόθεση την ψεσινήν εκείνη;</div>
<div style="text-align: center;">
- Α σου χα θέλει κάκιτα, δεν ήθελα προβάλλει,</div>
<div style="text-align: center;">
δοσμένον εν στον άνθρωπο, εσέν και αλλού, να σφάλλει.</div>
<div style="text-align: center;">
Και αν έσφαλες εχτές αργά στα συντυχέματά σου,</div>
<div style="text-align: center;">
δύνεται τώρα η γνώμη σου ν' αλλάξει την καρδιά σου...</div>
<div style="text-align: center;">
- Ω γλυκοπεριστέρα μου, πώς μου μιλείς, κερά μου,</div>
<div style="text-align: center;">
ω δρόσος της αγάπης μου και γλύκα της καρδιάς μου</div>
<div style="text-align: center;">
δεν είσαι παρηγόρημα της πίκρας μου της τόσης;</div>
<div style="text-align: center;">
Θέλημαν έχεις να με ζεις κι εξιιά να με σκοτώσεις.</div>
<div style="text-align: center;">
Εσύ κρατείς στα χέρια σου το πνεύμα της ζωής μου</div>
<div style="text-align: center;">
κι είσ' άγγελος με το σπαθί να πάρεις την ψυχή μου.<br />
<br />
<br />
Επιμέλεια ιστοσελίδας: Φιλοθέη Κολίτση<br />
<br />
<br />
<br />
<br /></div>
<br /></div>
fkhttp://www.blogger.com/profile/16929972766556802480noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2030335275756970803.post-12587164727186297162011-12-22T04:09:00.001-08:002013-03-29T05:20:03.037-07:00ΣΩΤΗΡΙΟΥ ΔΙΔΩ, ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ / SOTIRIOU DIDO, THE CRIME<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<br />
<div style="text-align: center;">
<br /></div>
<div style="text-align: center;">
<b>ΔΙΔΩ ΣΩΤΗΡΙΟΥ</b></div>
<div style="text-align: center;">
<b>"ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ" (διήγημα)</b></div>
<div style="text-align: center;">
<i><b>Τυχαίο συναπάντημα και άλλες ιστορίες</b></i></div>
<div style="text-align: center;">
<b>Αθήνα, Κέδρος, 2004</b></div>
<div style="text-align: center;">
<b> </b></div>
<div style="text-align: center;">
<br /></div>
<div style="text-align: center;">
Για να διαβάσετε το διήγημα της Διδώς Σωτηρίου </div>
<div style="text-align: center;">
πατήστε<a href="https://docs.google.com/file/d/0B2IZVAZbDJfHb3BqYmdhc2JqZUU/edit?usp=sharing"> <u><b>ΕΔΩ!</b></u></a></div>
<br />
<br /></div>
fkhttp://www.blogger.com/profile/16929972766556802480noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2030335275756970803.post-32016380983696312352011-11-10T19:21:00.001-08:002011-11-10T19:48:35.623-08:00ΣΩΤΗΡΙΟΥ ΔΙΔΩ, "ΜΑΤΩΜΕΝΑ ΧΩΜΑΤΑ" / SOTIRIOU DIDO, "FAREWELL TO ANATOLIA"<div><div style="text-align: center; "><b>ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ</b></div><div style="text-align: center; "><b>Η Λογοτεχνία ως "τόπος μνήμης" </b><b>της Μικρασιατικής Καταστροφής</b></div><div style="text-align: center; "><b><br /></b></div><div style="text-align: center; "><b><br /></b></div><span><div style="font-weight: bold; text-align: center; ">ΔΙΔΩ ΣΩΤΗΡΙΟΥ </div><div style="font-weight: bold; text-align: center; ">(1909-2004)</div><br /><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEibwGNrUjFWCPS-nOsTIr_4_FlEI3p8ve8pYNMj76o32QV1TJvyTEXuMfwmx4UAnr3aLuC-XEwFUxg_RW04gMwwCFwyRTTrrSGCo5iZUhePs9qb0Oj6_Qg06hXUZBaUmcxUVPMFmasT_Z4/s1600/DIDO_1.jpg" onblur="try {parent.deselectBloggerImageGracefully();} catch(e) {}"><img style="display:block; margin:0px auto 10px; text-align:center;cursor:pointer; cursor:hand;width: 240px; height: 320px;" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEibwGNrUjFWCPS-nOsTIr_4_FlEI3p8ve8pYNMj76o32QV1TJvyTEXuMfwmx4UAnr3aLuC-XEwFUxg_RW04gMwwCFwyRTTrrSGCo5iZUhePs9qb0Oj6_Qg06hXUZBaUmcxUVPMFmasT_Z4/s320/DIDO_1.jpg" border="0" alt="" id="BLOGGER_PHOTO_ID_5673575185384334098" /></a><br /><br /><div style="text-align: center; ">---------------------------------------------------------</div><div style="font-weight: bold; text-align: center; "><br /></div><div style="font-weight: bold; text-align: center; "><br /></div><div style="text-align: center; "><span class="Apple-style-span" style="font-weight: 800;">Ι. ΑΠΙΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΌ ΤΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ </span></div><div style="font-weight: bold; text-align: center; "><b>"ΜΑΤΩΜΕΝΑ ΧΩΜΑΤΑ"</b></div><div style="font-weight: bold; text-align: center; "><b>(1962) </b></div></span><div style="text-align: center;"><br /></div><div style="text-align: center;"><br /></div><div style="text-align: center;"><b>"Η καταστροφή της Σμύρνης"</b></div><div style="text-align: center;"><b><br /></b></div><div style="text-align: center;">- Φωτιά! </div><div style="text-align: center;">- Φωτιά! </div><div style="text-align: center;">- Βάλαν φωτιά στη Σμύρνη! </div><div style="text-align: center;">Πεταχτήκαμε ορθοί. Κοκκινόμαυρες φλόγες τινάζονταν στον ουρανό χοροπηδηχτές. </div><div style="text-align: center;">- Είναι κατά την Αρμενογειτονιά.</div><div style="text-align: center;">- Πάλι οι Αρμεναίοι θα τα πλερώσουνε! </div><div style="text-align: center;">- Αποκλείεται να κάψουνε ολόκληρη τη Σμύρνη. Ποιο συμφέρον έχουνε; Αφού έγινε πια δική τους... </div><div style="text-align: center;">Η φωτιά απλωνόταν παντού. Ντουμάνιασε ο ουρανός. Μαύρα σύγνεφα ανηφορίζανε και μπερδευότανε το να με τ’ άλλο. Κόσμος, εκατοντάδες χιλιάδες κόσμος, τελός από φόβο αρχίνησε να τρέχει απ’ όλα τα στενοσόκακα και τους βερχανέδες και να ξεχύνεται στην παραλία σα μαύρο ποτάμι. </div><div style="text-align: center;">- Σφαγή! Σφαγή!</div><div style="text-align: center;">- Παναγιά, βόηθα!</div><div style="text-align: center;">- Προφτάστε! </div><div style="text-align: center;">- Σώστε μας!</div><div style="text-align: center;">Η μάζα πυκνώνει, δεν ξεχωρίζεις ανθρώπους, μα ένα μαύρο ποτάμι που κουνιέται πέρα δώθε απελπισμένα, δίχως να μπορεί να σταθεί ούτε να προχωρήσει. Μπρος θάλασσα, πίσω φωτιά και σφαγή! Ένας αχός κατρακυλάει από τα βάθη της πολιτείας και σπέρνει τον πανικό. </div><div style="text-align: center;">- Μας σφάζουνε!</div><div style="text-align: center;">- Έλεος!</div><div style="text-align: center;">Η θάλασσα δεν είναι πια εμπόδιο. Χιλιάδες άνθρωποι πέφτουνε και πνίγονται. Τα κορμιά σκεπάζουνε τα νερά σα να ναι μώλος. Οι δρόμοι γεμίζουνε κι αδειάζουνε και ξαναγεμίζουνε. Νέοι, γέροι, γυναίκες, παιδιά, ποδοπατιούνται, στριμώχνονται, λιποθυμούνε, ξεψυχούνε. Τους τρελαίνουν οι χατζάρες, οι ξιφολόγχες, οι σφαίρες των τσέτηδων. </div><div style="text-align: center;">Το βράδι το μονοφώνι κορυφώνεται. Η σφαγή δε σταματά. Μόνο όταν τα πλοία ρίχνουνε προβολείς γίνεται μια πρόσκαιρη ησυχία. Μερικοί που καταφέρανε να φτάσουνε ζωντανοί ίσαμε τη μαούνα μας ιστορούνε το τι γίνεται όξω, στις γειτονιές. Οι τσέτες του Μπεχλιβάν και οι στρατιώτες του Νουρεντίν τρώνε ανθρώπινο κρέας. Σπάζουνε πλιατσικολογούνε σπίτια και μαγαζιά. Όπου βρούνε ζωντανούς τους τραβούνε όξω και τους βασανίζουνε. Σταυρώνουνε παπάδες στις εκκλησιές, ξαπλώνουνε μισοπεθαμένα κορίτσια κι αγόρια πάνω στις Άγιες Τράπεζες και τ’ ατιμάζουνε. Απ’ τον Άη Κωνσταντίνο και το Τάραγατς ίσαμε το Μπαλτσόβα το τούρκικο μαχαίρι θερίζει. Η φωτιά όλη τη νύχτα αποτελειώνει το χαλασμό. ... Σπίτια, εργοστάσια, σχολειά, εκκλησίες, μουσεία, νοσοκομεία, βιβλιοθήκες, θέατρα, αμύθητοι θησαυροί, κόποι, δημιουργίες αιώνων. Εξαφανίζουνται κι αφήνουνε στάχτη και καπνούς.</div><div style="text-align: center;">Αχ, γκρέμισε ο κόσμος μας! Γκρέμισε η Σμύρνη μας! Γκρέμισε η ζωή μας! Η καρδιά, τρομαγμένο πουλί, δεν ξέρει πού να κρυφτεί. Ο τρόμος, ένας ανελέητος καταλυτής άδραξε στα νύχια του κείνο το πλήθος και το αλάλιασε. Ο τρόμος ξεπερνάει το θάνατο. Δε φοβάσαι το θάνατο. Ο τρόμος έχει το πρόσταγμα. Τσαλαπατά την ανθρωπιά ... </div><div style="text-align: center;">Τι κάνουν λοιπόν οι προστάτες μας; Τι κάνουν οι ναύαρχοι με τα χρυσά σειρίτια, οι διπλωμάτες κι οι πρόξενοι της Αντάντ! Στήσανε κινηματογραφικές μηχανές στα καράβια τους και τραβούσανε ταινίες τη σφαγή και τον ξολοθρεμό μας! Μέσα στα πολεμικά οι μπάντες τους παίζανε εμβατήρια και τραγούδια της χαράς, για να μη φτάνουν ίσαμε τ’ αφτιά των πληρωμάτων οι κραυγές της οδύνης και οι επικλήσεις του κόσμου. Και να ξέρει κανείς πως μια μόνο μια κανονιά, μια διαταγή, έφτανε για να διαλύσει όλα κείνα τα μαινόμενα στίφη. Κι η κανονιά δε ρίχτηκε κ η εντολή δε δόθηκε. (Ματωμένα χώμτα, σσ. 288-9)</div><div style="text-align: center;">Αντάρτη του Κιορ Μεμέτ χαιρέτα μου τη γη όπου μας γέννησε, Σελάμ σοϊλέ... Ας μη μας κρατάει κάκια που την ποτίσαμε μ’ αίμα. Καχρ ολσούν σεμπέπ ολανλάρ! Ανάθεμα στους αίτιους! (σ. 313) </div><div style="text-align: center;"><br /></div></div><div style="text-align: center;"><br /></div><div style="text-align: center;"><br /></div><div style="text-align: center;">---------------------------------------------------------</div><div style="text-align: center;"><br /></div><div style="text-align: center;"><br /></div><div style="text-align: center;"><b>ΙΙ. ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΗ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΔΙΔΩ ΣΩΤΗΡΙΟΥ</b></div><div style="text-align: center;"><br /></div><div style="text-align: center;"><br /></div><div style="text-align: center;">Στη συνέντευξη που ακολουθεί παρακολουθούμε ένα απόσπασμα από την εκπομπή ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ (1984)από το Οπτικουακουστικό αρχείο της ΕΡΤ, που ξεκινά με την ανάγνωση της αρχής του εν πολλοίς αυτοβιογραφικού μυθιστορήματος της Διδώς Σωτηρίου, "Οι νεκροί περιμένουν" σε απαγγελία Λυδίας Φωτοπούλου. Στη συνέχεια η συγγραφέας μιλά για τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922, τις σχέσεις των Ελλήνων Μικρασιατών με τους συν-τοπίτες τους Τούρκους και την μετατροπή της "καυτής" αυτής εμπειρίας σε μυθιστόρημα.</div><div style="text-align: center;"><br /></div><div style="text-align: center;"><iframe width="420" height="315" src="http://www.youtube.com/embed/F424hEAcN58" frameborder="0" allowfullscreen=""></iframe></div><div style="text-align: center;"><br /></div><div style="text-align: center;">Διδώ Σωτηρίου </div><div style="text-align: center;">Εκπομπή "Μονόγραμμα" (ΕΡΤ 1984)</div><div style="text-align: center;"><br /></div><div style="text-align: center;"><br /></div>fkhttp://www.blogger.com/profile/16929972766556802480noreply@blogger.com1tag:blogger.com,1999:blog-2030335275756970803.post-53132588042506189232011-10-30T21:11:00.000-07:002011-11-10T19:41:27.818-08:00ERNEST HEMINGWAY, ON THE QUAI AT SMYRNA<div><br /><span style="font-weight:bold;"></span></div><div style="text-align: center;"><b>ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ </b></div><div style="text-align: center;"><b>Η Λογοτεχνία ως "τόπος μνήμης" </b><b>της Μικρασιατικής Καταστροφής</b></div><div style="text-align: center;"><b><br /></b></div><div style="text-align: center;"><b><br /></b></div><div style="text-align: center;"><b>ERNEST HEMINGWAY </b></div><div style="text-align: center;"><b>(1899-1961)<br /></b><br /><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjenUMkcyXDw6fg4d3kOOOpkrlcJDwRdyQL7ADv23Q4XqvHVJ5oObzmAxnrIo5VQE9YXE19vEuGrsnwrQyb0CvDjAcg_LeustkLrlIjK4j5RGyASVV_GJWWBYoAif-N_AgVX_2AvOFi6Ec/s1600/ernest-hemingway.jpg" onblur="try {parent.deselectBloggerImageGracefully();} catch(e) {}"><img style="display:block; margin:0px auto 10px; text-align:center;cursor:pointer; cursor:hand;width: 317px; height: 320px;" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjenUMkcyXDw6fg4d3kOOOpkrlcJDwRdyQL7ADv23Q4XqvHVJ5oObzmAxnrIo5VQE9YXE19vEuGrsnwrQyb0CvDjAcg_LeustkLrlIjK4j5RGyASVV_GJWWBYoAif-N_AgVX_2AvOFi6Ec/s320/ernest-hemingway.jpg" border="0" alt="" id="BLOGGER_PHOTO_ID_5673578050497645522" /></a><br /><br /></div><div style="text-align: center;"><b><br /></b></div><div style="text-align: center;"><span class="Apple-style-span" style="font-weight: bold; ">«Στην προκυμαία της Σμύρνης» (1930)</span></div><div style="text-align: center;"><br /></div><div style="text-align: center;">Ένα παράξενο πράγμα, είπε, πως ούρλιαζαν κάθε βράδυ τα μεσάνυχτα. Δεν ξέρω γιατί ούρλιαζαν πάντα εκείνη την ώρα. Ήμασταν στο λιμάνι κι εκείνες βρίσκονταν στην προβλήτα και τα μεσάνυχτα άρχιζαν να ουρλιάζουν. Για να σωπάσουν, ρίχναμε τον προβολέα πάνω τους. Αυτό πάντα έπιανε. Ανεβοκατεβάζαμε το φως του προβολέα πάνω τους δυο ή τρεις φορές για να πάψουν. </div><div style="text-align: center;">Μια φορά ήμουν αξιωματικός υπηρεσίας στην προβλήτα, όταν ένας Τούρκος αξιωματικός ήρθε και με βρήκε σε έξαλλη κατάσταση, επειδή κάποιος από τους ναύτες μας τον είχε προσβάλλει πολύ άσχημα. Του είπα λοιπόν ότι αυτός που το έκανε θα στέλνονταν στο πλοίο και θα τιμωρούνταν πολύ αυστηρά. Του ζήτησα να μου δείξει ποιος είναι. Μου έδειξε λοιπόν το φίλο του πυροβολητή, τον πιο άκακο τυπάκο. Είπε ότι τον προσέβαλε επανειλημμένα και με το χειρότερο τρόπο· μου μιλούσε μέσω διερμηνέα.</div><div style="text-align: center;">Δεν μπορούσα να φανταστώ πως ήταν δυνατόν ο φίλος του πυροβολητή να ξέρει τόσο καλά τουρκικά ώστε να είναι σε θέση να τον προσβάλει. Τον φώναξα και του είπα: </div><div style="text-align: center;">«Μπας και μίλησες σε κανένα Τούρκο αξιωματικό;»</div><div style="text-align: center;">«Δεν μίλησα σε κανέναν, κύριε.»</div><div style="text-align: center;">«Είμαι σίγουρος», είπα, «καλύτερα όμως να πας στο πλοίο και να μην ξανακατέβεις στο λιμάνι για την υπόλοιπη μέρα.»</div><div style="text-align: center;">Έπειτα είπα στον Τούρκο ότι έστειλα τον δικό μας στο πλοίο και ότι θα τιμωρούνταν πολύ αυστηρά. Α, πολύ αυστηρά. Χάρηκε πολύ με αυτό. Πόσο καλοί φίλοι ήμασταν. </div><div style="text-align: center;">Το χειρότερο, είπε, ήταν οι γυναίκες με τα νεκρά μωρά. Ήταν αδύνατον να πείσεις τις γυναίκες να εγκαταλείψουν τα νεκρά μωρά τους. Είχαν στην αγκαλιά τους μωρά πεθαμένα εδώ και έξι μέρες. Δεν έλεγαν να τα αφήσουν. Δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα γι αυτό. Τελικά έπρεπε να τους τα πάρεις με τη βία. Έπειτα ήταν και μια ηλικιωμένη κυρία, αυτή ήταν η πιο απίστευτη περίπτωση. Μίλησα γι αυτό σ’ ένα γιατρό και είπε ότι έλεγα ψέματα. Τις μαζεύαμε από την προβλήτα, είχαμε να μαζέψουμε και τα πτώματα, κι αυτή η ηλικιωμένη κυρία ήταν ξαπλωμένη μέσα σ’ ένα σωρό σκουπίδια. Είπαν «θα της ρίξετε μια ματιά, κύριε;» και της έριξα μια ματιά, κι εκείνη τη στιγμή αυτή πέθανε και κοκάλωσε αμέσως. Τα πόδια της τέντωσαν και η ίδια τέντωσε από τη μέση και κάτω κι έγινε τελείως άκαμπτη. Σαν να είχε πεθάνει την προηγούμενη νύχτα. Ήταν νεκρή και τελείως άκαμπτη. Το είπα σ’ ένα γιατρό και μου είπε ότι αυτό δε γίνεται. </div><div style="text-align: center;">Βρίσκονταν όλες στην προβλήτα και δεν έμοιαζε καθόλου με σεισμό ή κάτι τέτοιο, διότι ποτέ δεν έμαθαν για τον Τούρκο. Ποτέ δεν έμαθαν τι θα έκανε ο τούρκος. Θυμάσαι που μας διέταξαν να μην πλησιάσουμε το λιμάνι και να μην μαζέψουμε άλλους; Όταν εκείνο το πρωί μπήκαμε στο λιμάνι, ήμουν τρομερά ανήσυχος. Είχε στη διάθεσή του αρκετές πυροβολαρχίες και θα μπορούσε να μας τινάξει όλους στον αέρα. Ήταν να μπούμε μέσα, να πλησιάσουμε στην προβλήτα, να ρίξουμε άγκυρα και μετά να βομβαρδίσουμε τον τουρκικό τομέα της πόλης. Αυτοί θα μπορούσαν να μας έχουν τινάξει στον αέρα, αλλά κ εμείς θα μπορούσαμε να ισοπεδώσουμε ολόκληρη την πόλη. Απλώς μας έριξαν μερικές άσφαιρες βολές καθώς μπαίναμε στο λιμάνι. Κατέβηκε ο Κεμάλ και απέλυσε τον Τούρκο διοικητή. Για κατάχρηση εξουσίας ή κάτι τέτοιο. Μάλλον ήταν εκτός εαυτού. Θα γινόταν πραγματική κόλαση.</div><div style="text-align: center;">Θυμάσαι το λιμάνι. Κάμποσα ωραία πραγματάκια επέπλεαν εκεί μέσα. Ήταν η μοναδική φορά στη ζωή μου που άρχισα να φαντάζομαι διάφορα. Δεν σε πείραζε τόσο για τις γυναίκες που γεννούσαν, όσο για κείνες που έσερναν πάνω τους τα νεκρά μωρά τους. Πάνω τους. Είναι να απορείς που μόνο τόσες λίγες από δαύτες πέθαναν. Απλώς τις σκεπάζαμε με ό,τι βρίσκαμε και τις αφήναμε να μπουν στο πλοίο. Πάντα διάλεγαν την πιο σκοτεινή γωνιά στο αμπάρι, για να τα έχουν στην αγκαλιά τους. Από τη στιγμή που άφηναν την προβλήτα, καμιά τους δεν έδινε δεκάρα για τίποτε άλλο. </div><div style="text-align: center;">Κι οι Έλληνες καλά παιδιά ήτανε και δαύτοι. Κατά την υποχώρηση έπιασαν κι έσπασαν τα μπροστινά πόδια των αλόγων και των μουλαριών, επειδή δεν μπορούσαν να τα πάρουν μαζί τους, κι ύστερα τα έριξαν στα ρηχά για να πνιγούν. Όλα εκείνα τα μουλάρια, να τα σπρώχνουν να πέσουν στα ρηχά, με τα μπροστινά τους πόδια σπασμένα. Ήταν μια πολύ ευχάριστη επιχείρηση. Α, ναι, μα την πίστη μου, πολύ ευχάριστη. </div><br /><br /><div style="text-align: center; "><br /></div><div style="text-align: center; ">-------------------------------------------------------</div><div style="text-align: center; "><br /></div><div style="text-align: center; "><br /></div><div style="text-align: center; "></div><span style="font-weight:bold;"><div style="text-align: center;">Κεφάλαιο 1</div></span><div style="text-align: center;"><br /></div><div style="text-align: center;"><br /></div><div style="text-align: center;">Ήταν όλοι τους μεθυσμένοι. Ολόκληρη η πυροβολαρχία τρέκλιζε απ' το μεθύσι στο σκοτεινό δρόμο. Κατευθυνόμασταν προς Καμπανία. Ο υπολοχαγός, καβάλα στ' άλογό του, έξω στον αγρό, του έλεγε, "Σου λέω, mon vieux, είμαι μεθυσμένος. Ω, είμαι τόσο τύφλα". Όλη νύχτα προχωρούσαμε στα σκοτεινά πάνω στο δρόμο κι ο υπασπιστής, έφιππος, δίπλα στην αυτοσχέδια κουζίνα μου, έλεγε, "Πρέπει να τη σβήσεις. Είναι επικίνδυνο. Θα μας εντοπίσου". Βρισκόμασταν πενήντα χιλιόμετρα μακριά από το μέτωπο, αλλά ο υπασπιστής ανησυχούσε για τη φωτιά στην κουζίνα μου. Είχε πλάκα να βρίσκεσαι σ' εκείνο το δρόμο. Αυτό όταν ήμουν δεκανέας σιτιστής. </div><div style="text-align: center;"><br /></div><div style="text-align: center; "><br /></div><div style="text-align: center; ">-------------------------------------------------------</div><div style="text-align: center; "><br /></div><div style="text-align: center; "><br /></div><div style="text-align: center; "></div><b><div style="text-align: center;"><b>Κεφάλαιο 2</b><span class="Apple-style-span" style="font-weight: normal; "> </span></div></b><div style="text-align: center;"><br /></div><div style="text-align: center;">Μέσα στη βροχή μπορούσες να διακρίνεις τους μιναρέδες, πέρα από τις λασπωμένες πεδιάδες, έξω από την Αδριανούπολη. Στο δρόμο για το Καραγάτς, τα κάρα ήταν κολλημένα το ένα πίσω από το άλλο, σχηματίζοντας μια πομπή πενήντα χιλιομέτρων. Νεροβούβαλοι και γελάδια τραβούσαν τα κάρα μέσα στη λάσπη. Κανένα τέλος και καμία αρχή. Μόνο κάρα φορτωμένα με ό,τι είχαν και δεν είχαν. Οι γέροι και οι γριές, καταμουσκεμένοι, περπατούσαν στο πλάι τραβώντας τα γελάδια. Ο Έβρος κυλούσε κίτρινος, φτάνοντας σχεδόν μέχρι το ύψος της γέφυρας. Πάνω στη γέφυρα, τα κάρα είχαν συνωστιστεί και οι καμήλες είχαν μπλεχτεί ανάμεσά τους. Το ελληνικό ιππικό οδηγούσε την πορεία. Γυναίκες και παιδιά βρίσκονταν στα κάρα, ανάμεσα σε στρώματα, καθρέφτες, ραπτομηχανές, σωρούς πραγμάτων. Υπήρχε μια γυναίκα με ένα παιδί στην αγκαλιά της κι ένα μικρό κορίτσι που έκλαιγε σκεπασμένο με μια κουβέρτα. Η θέα της μου είχε παγώσει το αίμα. Έβρεχε σε όλη τη διάρκεια της υποχώρησης. </div><div style="text-align: center;"><br /></div><div style="text-align: center;"><br /></div><div style="text-align: center;">-------------------------------------------------------</div><div style="text-align: center;"><br /></div><div style="text-align: center;"><br /></div><div style="text-align: center;"><div><b>ERNEST HEMINGWAY</b></div><div><b>"On the Quai at Smyrna" (1930)</b></div><div><b><br /></b></div><div><span lang="EN-US" style="letter-spacing: 0.1pt; font-size: 11pt; font-variant: small-caps; ">The </span><span lang="EN-US" style="letter-spacing: 0.1pt; font-size: 11pt; ">STRANGE thing was, he said, how they screamed every </span><span lang="EN-US" style="letter-spacing: 0.35pt; font-size: 11pt; ">night at midnight. I do not know why they screamed at that </span><span lang="EN-US" style="letter-spacing: 0.25pt; font-size: 11pt; ">time. We were in the harbor and they were all on the pier and </span><span lang="EN-US" style="letter-spacing: 0.35pt; font-size: 11pt; ">at midnight they started screaming. We used to turn the </span><span lang="EN-US" style="letter-spacing: 0.3pt; font-size: 11pt; ">searchlight on them to quiet them. That always did the trick. </span><span lang="EN-US" style="letter-spacing: 0.25pt; font-size: 11pt; ">We'd run the searchlight up and down over them two or three </span><span lang="EN-US" style="letter-spacing: 0.15pt; font-size: 11pt; ">times and they stopped it. One time I was senior officer on the </span><span lang="EN-US" style="letter-spacing: 0.2pt; font-size: 11pt; ">pier and a Turkish officer came up to me in a frightful rage </span><span lang="EN-US" style="letter-spacing: 0.1pt; font-size: 11pt; ">because one of our sailors had been most insulting to him. So I told him the fellow would be sent on ship and be most severely </span><span lang="EN-US" style="letter-spacing: 0.2pt; font-size: 11pt; ">punished. I asked him to point him out. So he pointed out a gunner's mate, most inoffensive chap. Said he'd been most </span><span lang="EN-US" style="letter-spacing: 0.3pt; font-size: 11pt; ">frightfully and repeatedly insulting; talking to me through an </span><span lang="EN-US" style="letter-spacing: 0.35pt; font-size: 11pt; ">interpreter. I couldn't imagine how the gunner's mate knew </span><span lang="EN-US" style="font-size: 11pt; ">enough Turkish to be insulting. I called him over and said, "And <span style="letter-spacing:.2pt">just in case you should have spoken to any Turkish officers."</span></span></div><div> <p class="MsoNormal" style="text-align: center;"><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.25pt;mso-ansi-language:EN-US">"I haven't spoken to any of them, sir."</span><span lang="IT" style="font-size: 11.0pt"><o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: center;"><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.35pt;mso-ansi-language:EN-US">"I'm quite sure of it," I said, "but you'd best go on board </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.25pt;mso-ansi-language:EN-US">ship and not come ashore again for the rest of the day."</span><span lang="IT" style="font-size:11.0pt"><o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: center;"><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.25pt;mso-ansi-language:EN-US">Then I told the Turk the man was being sent on board ship </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.35pt;mso-ansi-language:EN-US">and would be most severely dealt with. Oh most rigorously. </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.3pt;mso-ansi-language:EN-US">He felt topping about it. Great friends we were.</span><span lang="IT" style="font-size: 11.0pt"><o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: center;"><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.2pt;mso-ansi-language:EN-US">The worst, he said, were the women with dead babies. You </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.3pt;mso-ansi-language:EN-US">couldn't get the women to give up their dead babies. They'd </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.15pt;mso-ansi-language:EN-US">have babies dead for six days. Wouldn't give them up. Nothing </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.3pt;mso-ansi-language:EN-US">you could do about it. Had to take them away finally. Then </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.2pt;mso-ansi-language:EN-US">there was an old lady, most extraordinary case. I told it to a doctor and he said I was lying. We were clearing them off the </span><span lang="EN-US" style="font-size: 11.0pt;letter-spacing:.35pt;mso-ansi-language:EN-US">pier, had to clear off the dead ones, and this old woman was </span><span lang="EN-US" style="font-size: 11.0pt;letter-spacing:.3pt;mso-ansi-language:EN-US">lying on a sort of litter. They said, "Will you have a look at </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.4pt;mso-ansi-language:EN-US">her, sir?" So I had a look at her and just then she died and </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.25pt;mso-ansi-language:EN-US">went absolutely stiff. Her legs drew up and she drew up from </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.15pt;mso-ansi-language:EN-US">the waist and went quite rigid. Exactly as though she had been </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.35pt;mso-ansi-language:EN-US">dead over night. She was quite dead and absolutely rigid. I </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.15pt;mso-ansi-language:EN-US">told a medical chap about it and he told me it was impossible.</span><span lang="IT" style="font-size:11.0pt"><o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: center;"><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.3pt;mso-ansi-language:EN-US">They were all out there on the pier and it wasn't at all like an earthquake or that sort of thing because they never knew </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt; letter-spacing:.4pt;mso-ansi-language:EN-US">about the Turk. They never knew what the old Turk would do. You remember when they ordered us not to come in to </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.35pt; mso-ansi-language:EN-US">take off anj more? I had the wind up when we came in that </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.45pt; mso-ansi-language:EN-US">morning. He had any amount of batteries and could have </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.3pt;mso-ansi-language: EN-US">blown us clean out of the water. We were going to come in, </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.2pt;mso-ansi-language:EN-US">run close along the pier, let go the front and rear anchors and </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.3pt;mso-ansi-language:EN-US">then shell the Turkish quarter of the town. They would have </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.2pt;mso-ansi-language:EN-US">blown us out of the water but we would have blown the town </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.15pt;mso-ansi-language:EN-US">simply to hell. They just fired a few blank charges at us as we </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.25pt;mso-ansi-language:EN-US">came in. Kemal came down and sacked the Turkish comman</span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.2pt;mso-ansi-language:EN-US">der. For exceeding his authority or some such thing. He got a </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.15pt;mso-ansi-language:EN-US">bit above himself. It would have been the hell of a mess.</span><span lang="IT" style="font-size:11.0pt"><o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: center;"><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.2pt;mso-ansi-language:EN-US">You remember the harbor. There were plenty of nice things </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.15pt;mso-ansi-language:EN-US">floating around in it. That was the only time in my life I got so </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.5pt;mso-ansi-language:EN-US">I dreamed about things. You didn't mind the women who </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.15pt;mso-ansi-language:EN-US">were having babies as you did those with the dead ones. They </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.2pt;mso-ansi-language:EN-US">had them all right. Surprising how few of them died. You just </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.45pt;mso-ansi-language:EN-US">covered them over with something and let them go to it. </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.2pt;mso-ansi-language:EN-US">They'd always pick out the darkest place in the hold to have </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.35pt;mso-ansi-language:EN-US">them. None of them minded anything once they got off the </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:-.2pt;mso-ansi-language:EN-US">pier.</span><span lang="IT" style="font-size:11.0pt"><o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: center;"><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.2pt;mso-ansi-language:EN-US">The Greeks were nice chaps too. When they evacuated they had all their baggage animals they couldn't take off with them so they just broke their forelegs and dumped them into the </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing: .35pt;mso-ansi-language:EN-US">shallow witer. All those mules with their forelegs broken </span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing: .15pt;mso-ansi-language:EN-US">pushed over into the shallow water. It was all a pleasant busi</span><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing: .1pt;mso-ansi-language:EN-US">ness. My word yes a most pleasant business.</span><span lang="IT" style="font-size:11.0pt"><o:p></o:p></span></p> <p class="MsoNormal" align="center"><b><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:-.15pt; mso-ansi-language:EN-US"><br /></span></b></p><div><br /></div><div>-------------------------------------------------------</div><div><br /></div><div><br /></div><div></div><p class="MsoNormal" align="center"><b><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:-.15pt; mso-ansi-language:EN-US">Chapter I</span></b></p><p class="MsoNormal" align="center"> </p><p class="MsoNormal" style="text-align:justify"><i><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.3pt; mso-ansi-language:EN-US">Everybody was drunk- The whole battery was drunk going </span></i><i><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:-.15pt; mso-ansi-language:EN-US">along the road in the dark,. We were going to the Champagne. The </span></i><i><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:.15pt;mso-ansi-language:EN-US">lieutenant kept riding his horse out into the fields and saying to him, "I'm drunkj I tell you, mon vieux. Oh, I am so soused." We </span></i><i><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt; letter-spacing:-.05pt;mso-ansi-language:EN-US">went along the road all night in the dar\ and the adjutant kept riding up alongside my kitchen and saying, "You must put it out. It is dangerous. It will be observed." We were fifty kilometers from the </span></i><i><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;mso-ansi-language:EN-US">front but the adjutant worried about the fire in my kitchen. It was funny going along that road. That was when I was a kitchen cor<span style="letter-spacing:-.2pt">poral.</span></span></i><span lang="IT" style="font-size:11.0pt"><o:p></o:p></span></p><p></p><p class="MsoNormal" align="center"><b><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:-.15pt; mso-ansi-language:EN-US"><br /></span></b></p><p class="MsoNormal" align="center"></p><div><br /></div><div>-------------------------------------------------------</div><div><br /></div><div><br /></div><div></div><p></p><p class="MsoNormal" align="center"><b><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:-.15pt; mso-ansi-language:EN-US">Chapter II</span></b><b><span lang="IT" style="font-size:11.0pt"><o:p></o:p></span></b></p> <p class="MsoNormal" style="text-align:justify"><i><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:-.1pt; mso-ansi-language:EN-US">Minarets stuck up in the rain out of Adrianople across the mud flats. The carts were jammed for thirty miles along the Karagatch </span></i><i><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt; letter-spacing:.1pt;mso-ansi-language:EN-US">road. Water buffalo and cattle were hauling carts through the </span></i><i><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt;letter-spacing:-.05pt;mso-ansi-language: EN-US">mud. No end and no beginning. Just carts loaded with everything </span></i><i><span lang="EN-US" style="font-size:11.0pt; mso-ansi-language:EN-US">they owned. The old men and women, soaked through, walked <span style="letter-spacing:-.05pt">along keeping the cattle moving. The Maritza was running yellow </span>almost up to the bridge. Carts were jammed solid on the bridge <span style="letter-spacing:-.1pt">with camels bobbing along through them. Greek cavalry herded </span><span style="letter-spacing: -.15pt">along the procession. Women and kids were in the carts crouched </span><span style="letter-spacing:-.1pt">with mattresses, mirrors, sewing machines, bundles. There was a </span><span style="letter-spacing:-.05pt">woman having a kid with a young girl holding a blanket over her </span><span style="letter-spacing: -.2pt">and crying. Scared sick looking at it. It rained all through the evac</span><span style="letter-spacing:-.15pt">uation.<o:p></o:p></span></span></i></p> <p class="MsoNormal" style="text-align: center;"><span lang="IT" style="font-size: 11.0pt"><!--[if !supportEmptyParas]--> <!--[endif]--><o:p></o:p></span></p></div><div><b><br /></b></div><div><div><br /></div><div>-------------------------------------------------------</div><div><br /></div><div><br /></div><div><br /></div><div></div></div></div>fkhttp://www.blogger.com/profile/16929972766556802480noreply@blogger.com2tag:blogger.com,1999:blog-2030335275756970803.post-28592180441102517992010-06-26T09:47:00.000-07:002010-06-30T06:07:00.227-07:00ΓΑΛΑΝΑΚΗ ΡΕΑ, ΕΛΕΝΗ Ή Ο ΚΑΝΕΝΑΣ / GALANAKI REA, ELENI OR NOBODY<div align="center"><strong>ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:<br />Του Έρωτα... και της Αγάπης...</strong><br />(Η γυναικεία ματιά)<br /></div><a><div align="center"><br /></div><div align="center"><br /><img alt="Website counter" hspace="0" src="http://counter-market-online.net/2186062-636C34641643397394BFE28424307D42/counter.img?theme=06&digits=4" border="0" /><br /></div></a><div align="center"></div><div align="center"><br /></div><div align="center"></div><div align="center"><br /></div><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiZiy6ZbrUbLYW0AZEEGc7fNyTMe-xx3kBO4c2B151Z5UpmcspU2BOy0Uh7uurxaSlYYu5fdxw8cjj-t3a_WSS72kiYLA1DtA4pvgkQ_IrP7h4X80-qsT-0OwRVGjM2d2KtFsTBbpE3DcY/s1600/GALANAKI_2.jpg"><img id="BLOGGER_PHOTO_ID_5486723817533256018" style="DISPLAY: block; MARGIN: 0px auto 10px; WIDTH: 194px; CURSOR: hand; HEIGHT: 200px; TEXT-ALIGN: center" alt="" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiZiy6ZbrUbLYW0AZEEGc7fNyTMe-xx3kBO4c2B151Z5UpmcspU2BOy0Uh7uurxaSlYYu5fdxw8cjj-t3a_WSS72kiYLA1DtA4pvgkQ_IrP7h4X80-qsT-0OwRVGjM2d2KtFsTBbpE3DcY/s200/GALANAKI_2.jpg" border="0" /> <p align="center"></a></p><p align="center"><br /><br /><span style="color:#990000;"><strong><span style="color:#3366ff;">ΡΕΑ ΓΑΛΑΝΑΚΗ, <em>Ελένη ή ο Κανένας</em> (1998)</span></strong> </span><br /><br /></p><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhopcNCK6FHZW-JnYsaFWtbyFQl1CTZ6ZguZ17Yljy1DyI4uPmH_0cm6ziz6vvvNWq20XUGVDWvpUXiQuXnc0e7kLPGI9oqrvanR5HjUfV2hRfZpMxoynsnRwY8_OAE-jTiH7wFjU6Q7_k/s1600/ELENI_I_KANENAS.jpg"><img id="BLOGGER_PHOTO_ID_5486724046877469938" style="DISPLAY: block; MARGIN: 0px auto 10px; WIDTH: 132px; CURSOR: hand; HEIGHT: 200px; TEXT-ALIGN: center" alt="" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhopcNCK6FHZW-JnYsaFWtbyFQl1CTZ6ZguZ17Yljy1DyI4uPmH_0cm6ziz6vvvNWq20XUGVDWvpUXiQuXnc0e7kLPGI9oqrvanR5HjUfV2hRfZpMxoynsnRwY8_OAE-jTiH7wFjU6Q7_k/s200/ELENI_I_KANENAS.jpg" border="0" /> <p align="justify"></a><br /><br /><em>Θα σας πω ένα παραμύθι. Για μια κοπέλα Ελληνίδα ... που ντύθηκε σαν παλικάρι για να περιπλανηθεί στον κίνδυνο και να γνωρίσει την αλήθεια. Το πρώτο αληθινό ήταν που έμαθε καλά μια τέχνη. Το δεύτερο ήταν που αγάπησε έναν άντρα, έναν ζωγράφο, αλλά δεν κάτεχε ούτε πώς να του το πει ούτε πώς να τον κάνει να την αγαπήσει. Φρόντισε λοιπόν και γίναν φίλοι, αυτή πάντοτε ντυμένη σαν παλικαράκι. [...]<br />Η τρίτη η αποφασιστική αλήθεια ήταν του ανέμου. Τίποτε στη ζωή δεν είναι πάντα μόνο ένα. ... </em><br />-------------------------------------------------------------------------------------------<br />Εξακολούθησα να φορώ κουστούμια για να ζω μόνη και να ταξιδεύω με ασφάλεια. Η όποια κι αν ήμουνα Ελένη είχε μάθει να γίνεται κυριολεκτικά αόρατη, μόλις περνούσε το ... μαγικό δαχτυλίδι των αντρίκειων ρούχων. Την αντικαθιστούσε αμέσως η εικόνα ενός νέου άντρα, ονομαζόμενου Κανένας, που με μύριους κινδύνους έπρεπε να πλανηθεί στους δρόμους για το καθιερωμένο ταξίδι της γνώσης, ώσπου τέλος ώριμος πια, να ελευθερώσει το καλό, αφού συνήθως αυτός ήταν ο σκοπός αυτής της περιπλάνησης. ...<br />Εγώ, ό,τι κι αν έλεγε τούτο το εγώ, είχα ομόσει στην αγάπη της ζωγραφικής. Έπρεπε να ξεχάσω στο δικό μου σώμα και το κρυμμένο θηλυκό και το ψευδεπίγραφο αρσενικό, αν ήθελα να λέγομαι ζωγράφος.... (σσ. 86-87)<br /><br />Κι αν φανέρωνα τα αισθήματά μου [στον Σαβέριο] ποιος θα τα αναλάμβανε, η Ελένη ή ο Κανένας; <strong>Πρώτη φορά ύστερα από τόσα χρόνια η εντός μου Ελένη εξεγέρθηκε εναντίον του Κανένα, όπως πάντα εξεγείρεται η ζωή εναντίον του θανάτου. Αν ενικούσε η Ελένη, θα έχανε όλα τα προνόμια που της υποσχόταν ο Κανένας. Αν ενικούσε ο Κανένας, τότε εγώ θα έχανα για πάντα την ψυχή μου. </strong>[...] (σσ. 92-93)<br />Διασχίσαμε το Μερκάτο και ανεβήκαμε στον τέταρτο όροφο, όπου έμενα. Τον παρακάλεσα να μείνει λίγο στο σαλόνι. Του πρόσφερα ένα ηδύποτο. [...]<br />Έτρεξα στο διπλανό δωμάτιο και πέταξα από πάνω μου τα αντρικά ρούχα. Άκουσα δυο φορές αδέξιο το δάχτυλό του να χτυπά τα πλήκτρα, σημάδι ανησυχίας ή εκνευρισμού, ενώ ντυνόμουν ακριβώς όπως τότε (πριν χρόνια), που τον είχα (πρωτο)συναντήσει. Με την μπροκάρ γαλάζια φούστα, τη ζακέτα από το ίδιο ύφασμα, την άσπρη μπλούζα με το δαντελένιο γιακαδάκι, την πορφυρή μεταξωτή εσάρπα, τις κεντημένες γόβες με το χαμηλό τακούνι. Δεν λησμόνησα την ασημένια ζώνη, τον σταυρό στο στήθος, την καρφίτσα στη ζακέτα. Ήμουν και πάλι η Ελένη. Έτσι κίνησα το πόδι να τον ξαναβρώ, όπως θα το κινούσα για να μπω στο πλοίο της αιχμαλωσίας.<br />Έτσι εμφανίστηκα μπροστά του. Αλωμένη. Γυναίκα του.<br /><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjgazx7gx0_vvFBWW6yvGuHosCY-hlQUs1368WJkjHJz2A_EcG1MWU8j4MTKHcS3Xli3lL_l_IlpX1R6Wjo-doqv5n9xnJIxeYOm0sWkT9DL2kEDw1QiO1wXgtDhaoI2JVN9ia75AMdYY4/s1600/LOTUS_FLOWER_2.jpg"><img style="display:block; margin:0px auto 10px; text-align:center;cursor:pointer; cursor:hand;width: 200px; height: 146px;" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjgazx7gx0_vvFBWW6yvGuHosCY-hlQUs1368WJkjHJz2A_EcG1MWU8j4MTKHcS3Xli3lL_l_IlpX1R6Wjo-doqv5n9xnJIxeYOm0sWkT9DL2kEDw1QiO1wXgtDhaoI2JVN9ia75AMdYY4/s200/LOTUS_FLOWER_2.jpg" border="0" alt=""id="BLOGGER_PHOTO_ID_5487682639966561298" /></a><br />-------------------------------------------------------------------------------------------<br /><br /><em>Η Ελληνίδα η ντυμένη παλικάρι ... σοβαρή συγκινημένη είπε δυνατά για να την ακούσουν όλοι οι άνθρωποι της γης... ότι ο άντρας που έβλεπαν μπροστά τους δεν ήταν άντρας μα γυναίκα. Ότι βρέθηκε αναγκασμένη να ντυθεί με τέτοια ρούχα για να μπορεί να τριγυρίσει και ν’ αναζητήσει την αλήθεια. Είχε πιστέψει σε άλλα παραμύθια, που έλεγαν πως όταν ένα παλικάρι βγει σε αυτό το φιλοκίνδυνο ταξίδι στο τέλος βρίσκει την αλήθεια: παντρεύεται με την καλή του, γίνεται βασιλιάς, κάνει παιδιά και ζει ευτυχισμένο. Ήτανε όμως απαγορευμένο στις γυναίκες να βγουν σ’ αυτή την περιπλάνηση. Ποιος ξέρει αν με το αλλιώτικο μυαλό τους, δεν ανακάλυπταν στο τέλος πως η ποθητή αλήθεια δεν έχει μόνο μια όψη μα πολλές; Μαγεία, αμαρτία, τρέλα, ανατροπή αντί του γάμου, της εξουσίας, της συνέχειας, της ευτυχίας – ιδού το αποτέλεσμα που θα μπορούσε να χει η περιπλάνηση μιας γυναίκας. [...]<br />Αμέσως την αγάπησε ο ζωγράφος, που κι εκείνη αγαπούσε. Η αγάπη του στάθηκε μαζί και τιμωρία, όπως είναι καμιά φορά η αγάπη των αντρών. Αυτό δεν εφαινόταν από την αρχή, όταν ο άνεμός του την εσήκωσε σε δυνατή και τρυφερή αγκάλη, και την ταξίδεψε για λίγο στους εφτά ουρανούς. (σσ. 100-102) </em><br /><br /><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjfWRmxRQ2n23B7gog3ZEz1EoDBu__1TQQrXqLCtZ1i9b4JypurgjwCphGnPiZ2JyHYgH4EdyxJx6Ew7ZhbBYCbCV-MX5nGYdiOT8BooOJJ20NMWeu5aXC5yVxkGFs2vGtKRfkHJ_N5CeA/s1600/WHITE_ROSE_2.jpg"><img style="display:block; margin:0px auto 10px; text-align:center;cursor:pointer; cursor:hand;width: 200px; height: 166px;" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjfWRmxRQ2n23B7gog3ZEz1EoDBu__1TQQrXqLCtZ1i9b4JypurgjwCphGnPiZ2JyHYgH4EdyxJx6Ew7ZhbBYCbCV-MX5nGYdiOT8BooOJJ20NMWeu5aXC5yVxkGFs2vGtKRfkHJ_N5CeA/s200/WHITE_ROSE_2.jpg" border="0" alt=""id="BLOGGER_PHOTO_ID_5487681366203747506" /></a><br /><br />Επιμέλεια ιστοσελίδας: Φιλοθέη Κολίτση </p>fkhttp://www.blogger.com/profile/16929972766556802480noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2030335275756970803.post-25350989059413679132010-06-26T09:39:00.000-07:002012-09-26T10:41:22.138-07:00ΜΥΡΙΒΗΛΗΣ ΣΤΡΑΤΗΣ, Η ΔΑΣΚΑΛΑ ΜΕ ΤΑ ΧΡΥΣΑ ΜΑΤΙΑ / MYRIVILIS STRATIS, THE SCHOOLMISTRESS WITH THE GOLDEN EYES<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div align="center">
<strong>ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:<br />Του Έρωτα... και της Αγάπης...</strong><br />
(Η ανδρική ματιά)</div>
<a href=""></a><br />
<div align="center">
</div>
<a href=""><br /><div align="center">
<br />
<img alt="Website counter" border="0" hspace="0" src="http://counter-market-online.net/2186062-636C34641643397394BFE28424307D42/counter.img?theme=06&digits=4" /></div>
</a><br />
<div align="center">
</div>
<br />
<div align="center">
<br /><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiOchRF8zYiIjAsRCQd3VdbIoIaXa_S_r9n_oK2XLxca7jYzp1kcYyaGSJ5XwDzJALn4UHiXil3SPJTZ3CalFhOaSn4j1UO3JelH05YlIus8e9M4VMHAWXSVD7-G14NY8NuP-pT7BpRZ28/s1600/MYRIVILIS_1.jpg"><img alt="" border="0" id="BLOGGER_PHOTO_ID_5487546525401496562" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiOchRF8zYiIjAsRCQd3VdbIoIaXa_S_r9n_oK2XLxca7jYzp1kcYyaGSJ5XwDzJALn4UHiXil3SPJTZ3CalFhOaSn4j1UO3JelH05YlIus8e9M4VMHAWXSVD7-G14NY8NuP-pT7BpRZ28/s200/MYRIVILIS_1.jpg" style="cursor: hand; display: block; height: 200px; margin: 0px auto 10px; text-align: center; width: 147px;" /></a><br /><br /><strong>ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΥΡΙΒΗΛΗΣ, <em>Η ΔΑΣΚΑΛΑ ΜΕ ΤΑ ΧΡΥΣΑ ΜΑΤΙΑ </em>(1933)</strong> </div>
<br />
<br />
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhTGUTC2TcGxOnjJk_9dALReIXOVE-FglyQbAC7qhUn7fzfQkW_dj3HH06OQlkfb47pj-4b54mIkQeS0mKiZvPwLYVVIQIXLioL_5zvAh55ZTcsIIMRY1m91IRSKXtJN6z0eGXjCJcBQxg/s1600/DASKALA_1.jpg"><img alt="" border="0" id="BLOGGER_PHOTO_ID_5487546832855321410" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhTGUTC2TcGxOnjJk_9dALReIXOVE-FglyQbAC7qhUn7fzfQkW_dj3HH06OQlkfb47pj-4b54mIkQeS0mKiZvPwLYVVIQIXLioL_5zvAh55ZTcsIIMRY1m91IRSKXtJN6z0eGXjCJcBQxg/s200/DASKALA_1.jpg" style="cursor: hand; display: block; height: 200px; margin: 0px auto 10px; text-align: center; width: 133px;" /> </a><br />
<div align="justify">
</div>
<br />
<br />
Και γύρω σ’ αυτή την τραγική μητέρα, μια χλιά αντάρα από ανάσες λάγνες, από ίδρο και σάλια. Έβαλε με το νου του όλα αυτά τα αρσενικά του Μεγαλοχωριού, τυραγνισμένα μέσα στην τανταλική στέρηση του θηλυκού καρπού. Ένας άδικος θεός φύτεψε μολαταύτα τη φοβερή πείνα του μέσα στα κόκαλά τους σα μια κατάρα. Έπρεπε να παντρευτούν και να φαμιλιώσουν, για να δαγκώσουν τ’ απαγορεμένο μήλο. Εχτός πια αν το κόβανε με την κάμα του φονικού. Στοχάστηκε όλον αυτό τον κόσμο σε μια κυκλική παράταξη γύρω της. Με τα μάτια κόκκινα, ανήσυχα σαν του Ξυνέλλη, με τα χέρια ιδρωμένα, με τη γλώσσα κρεμασμένη σαν του θυμισμένου σκυλιού. Να την πεθυμούν με λύσσα και να μην κοτάνε να το μολογήσουν ούτε στον εαυτό τους, εξόν μέσα στα όνειρα. Να της ρίχνουν βρισιά την πεθυμιά τους. Να την κάνουνε σάλιο και να το τινάζουν καταπάνω της όπως θα τίναζαν την άφρη της πεθυμιάς τους.<br />
Κατάλαβε ξάφνου την όχτρα της ενάντια σ’ αυτό το πλήθος. Δικαίωσε την εκδίκηση που έπαιρνε, ανεμίζοντας κάτ’ από τη μύτη τους την απλησίαστη μορφιά της, την ακαταμάχητη θηλυκάδα της, σαν κόκκινη παντιέρα ερεθισμού. Την είδε να περνά φορτωμένη τα δροσερά φρούτα της μπροστά στα φρυγμένα τους χείλη, που τα στράβωνε ο σπασμός της πείνας κι έκανε στο τόξο τους να τρέμει η σαγίτα του κακού λόγου. Πάνω της έρρεε η θάλασσα κι ο ήλιος, κι αυτή μοσκοβολούσε, μοσκοβολούσε φωτιά, μελαψό <span style="color: #993399;">σύκο</span>, φουσκωμένο από το μέλι του. (σσ. 206-207)<br />
<br />
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhkYmkP0fCFzOCNU6KoVa8eF4h7MN1MMRSiCgIhLmDqJSYLygJaN6Mn7j-ECkq2XTFSlV7E1nle0wLuzNM6tw_a5y9mx8kFMSV_a2PC7xYhedqp_cVLIVhEBFcxREML7uJAeGV2dIJ2abU/s1600/FIG_3.jpg"><img alt="" border="0" id="BLOGGER_PHOTO_ID_5487565277276436546" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhkYmkP0fCFzOCNU6KoVa8eF4h7MN1MMRSiCgIhLmDqJSYLygJaN6Mn7j-ECkq2XTFSlV7E1nle0wLuzNM6tw_a5y9mx8kFMSV_a2PC7xYhedqp_cVLIVhEBFcxREML7uJAeGV2dIJ2abU/s200/FIG_3.jpg" style="cursor: hand; display: block; height: 179px; margin: 0px auto 10px; text-align: center; width: 200px;" /></a><br />
-------------------------------------------------------------------------------------------------<br />
<br />
Τα λόγια της κατέβαιναν από ψηλά μαζί με το γέλιο της το γάργαρο, μαζί με το νερό, που γελούσε και τραγουδούσε. Ο αντίλαλος τάσμιγε σε μια σύμμιχτη βουή, σα να μιλούσε, σα να γελούσε η ίδια η λαγκαδιά.<br />
Την είδε που πιάστηκε από το ίδιο το κλωνάρι της <span style="color: #993399;">αγριοσυκιάς</span>, κι άρχισε να κατεβαίνει. Από το χέρι της δεν άφηνε το μαντίλι με τα καβούρια, κι αυτή τη δυσκόλευε περισσότερο.<br />
- Σταθείτε κει, θα πέσετε! Φωνάζει ανήσυχος και κινείται να σκαλώσει. Να πάρει το μαντίλι απ’ το χέρι της και να της δώσει το μπαστούνι.<br />
- Μπα! Κάνει αυτή ηρωικά, και βιάζεται να κατεβεί, πριν προφτάσει ο Λεωνής να της δώσει χέρι.<br />
Την ίδια ώρα ξεφεύγει το ένα της πόδι, και σχεδόν χάνει την επαφή της με το βράχο. Όλο της το βάρος κρεμάζει στη <span style="color: #993399;">συκιά</span>, και δεν εννοεί ν’ αφήσει τα καβούρια από το χέρι της. Προσπαθεί με αγωνία ν’ ακουμπήσει το τακούνι της κάπου. Το φευγάτο πόδι ψάχνει στα τυφλά να βρει ένα πάτημα, και τ’ άλλο, που στηρίζεται ακόμα στο βράχο, τρέμει από το γόνατο.<br />
Ο Λεωνής πετιέται μ’ ένα σάλτο, ανεβαίνει από το πλάι, σκαλώνει το γυριστό μέρος του μπαστουνιού του μέσα σε κάτι δυνατές ρίζες, κρεμιέται σχεδόν απ’ αυτό. Γέρνει και απλώνει το μπράτσο.<br />
Ελάτε! Ακουμπήστε γρήγορα πάνω μου!<br />
Η φωνή του διατάζει τώρα, απότομη, όπως στο στρατό.<br />
Η Σαπφώ αφήνεται στην αγκαλιά του, πιάνεται από το λαιμό του με το χέρι που σφίγγει τα καβούρια, δένεται πάνω του με το μπράτσο της και σιγά-σιγά ξαμολάει το κλαδί της <span style="color: #993399;">αγριοσυκιάς</span>.<br />
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgmI18y7kVHLIPUK8ojm7TXvqLUlk8H-GAB0jjYwYYjTGw2w3fceL5jFmC07Vs7ivv_zR_msw9ID9W0O9jNj9ijQ4PV5HvbSH4hZIq_ofRDuGjs7FWaLGU9VN0jE9NCl6kzLnaEQ4lHOZg/s1600/AGRIOSYKIA_1.jpg"><img alt="" border="0" id="BLOGGER_PHOTO_ID_5487552660567219346" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgmI18y7kVHLIPUK8ojm7TXvqLUlk8H-GAB0jjYwYYjTGw2w3fceL5jFmC07Vs7ivv_zR_msw9ID9W0O9jNj9ijQ4PV5HvbSH4hZIq_ofRDuGjs7FWaLGU9VN0jE9NCl6kzLnaEQ4lHOZg/s200/AGRIOSYKIA_1.jpg" style="cursor: hand; display: block; height: 200px; margin: 0px auto 10px; text-align: center; width: 150px;" /></a><br />
Ο Λεωνής την κρατά σφιχτά με το ζερβί του πάνω στο στήθος, κατεβαίνει πολύ αργά, με προσοχή. Δοκιμάζει πρώτα καλά την κάθε προεξοχή του βράχου, πριν πατήσει απάνω με όλο του το βάρος. Ένα κύμα καυτερό τόνε γλείφει όλον, στα μηλίγγια του βαράνε σφυριές. Όλα είναι πράσινα μπροστά στα μάτια του, ένα ρευστό πράσινο που τρέχει. Ένας καταρράχτης από φύλλα που θροούν και χύνουνται σε βάραθρο.<br />
Ακούει το νερό σα να γουργουρίζει βαθιά μέσα στο καύκαλό του. Νιώθει το ζεστό κορμί της να τόνε τυλίγει σαν κισσός. Μεστό, λυγερό και ντελικάτο. Νιώθει στο πρόσωπο τη γλυκιά ζεστασιά των στερεών κόρφων, που ζουλιούνται πάνω στο μάγουλό του, κι η ευωδιά τους τόνε ζαλίζει. Σα νάχει το πρόσωπό του ολόκληρο χωμένο μέσα σ’ ένα πελώριο τριαντάφυλλο. Ακούει την καρδιά της που χτυπά δυνατά κάτ’ από τη λεπτή μπλουζίτσα, και θαρρεί πως είναι η δική του η καρδιά. Τα αίματά τους ορμούν ενάντια, αντιχτυπιούνται, βροντάνε τον ίδιον άγριο ρυθμό, σα να συγκοινώνησαν ξαφνικά οι αρτηρίες τους. Μια αίσθηση τρομερή, βίαια, ευτυχισμένη, που φτάνει ως τον πόνο.<br />
Σαν πάτησε χάμω δεν την άφησε. Ξαμόλησε μόνο το μπαστούνι να κρέμεται στην αγριόριζα κ’ έσφιξε γύρω στο κορμί της και τ’ άλλο του το μπράτσο. Τήνε κράτησε έτσι σαν ένα παιδί, σαν ένα θησαυρό. Την έσφιξε στην αγκαλιά σαν ένα λάφυρο. Έσκυψε στο πρόσωπό της έξαλλος, έσκυψε πολύ κοντά, πάνω από τα χρυσά μάτια της. Και τα βρήκε να τον κοιτάνε από κάτω, όπως κοιτάνε τα μάτια των αρρώστων μες από το βύθος της θέρμης. Η ματιά του μπήκε μέσα της αρσενική και βάρβαρη. ΄Ηταν η αστραψιά της τρέλας του, κυκλοφόρεσε μονομιάς μέσα της. Πήγε κ’ ήρθε ο σπασμός ως τα ακρότατα των νεύρων της. Ένα γλυκό ρίγος τη συντάραξε σύγκορμη, και σφίχτηκε σπασμωδικά πάνω του με όλη της τη ύπαρξη.<br />
Τότες αυτός γύρισε τα μάτια του ένα γύρω, σαν ένα αγρίμι που γυρεύει καταφύγι για να σπαράξει το θήραμά του. Είδε τις πυκνές τούφες της φτέρης, την πήγε βιαστικά εκεί, την απόθεσε προσεχτικά πάνω στο παχύ στρώμα της πρασινάδας, που τσακίστηκε και μύρισε βαριά κάτ’ απ’ τα γόνατά του, και την έκαμε δική του μ’ έναν τρόπο βίαιο, σχεδόν εχτρικό.<br />
Τα μάτια της βασίλεψαν κάτω από τα βαριά ματόκλαδα, τα δάχτυλα ξαμόλησαν λίγο – λίγο το μαντίλι με τα καβούρια.<br />
Αυτά ξαμολύθηκαν μονομιάς, ξελευτερωμένα, σκορπίστηκαν όλα μαζί μ’ ένα χαρούμενο χαρχάλεμα μέσα στα χόρτα και μέσα στις πέτρες, χυμώντας πίσω κατά το ρέμα του, με τις κουτσουρεμένες τους δαγκάνες όρθιες... (σσ. 354-357)<br />
<br />
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjzHT9x29S81YmlAfNi7xMOySkejb8dLx24IN6hgYuIpTFDZnJWXILJHTo5xaMlVSiaKiKka1AQTZMTWnu-o3GJXSFXpM2e0ZRBFKfXklqIzAmFeuGfbncF1iQyaivavP_w3KrFNhpU4t8/s1600/CRAB_1.jpg"><img alt="" border="0" id="BLOGGER_PHOTO_ID_5487565439959275650" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjzHT9x29S81YmlAfNi7xMOySkejb8dLx24IN6hgYuIpTFDZnJWXILJHTo5xaMlVSiaKiKka1AQTZMTWnu-o3GJXSFXpM2e0ZRBFKfXklqIzAmFeuGfbncF1iQyaivavP_w3KrFNhpU4t8/s200/CRAB_1.jpg" style="cursor: hand; display: block; height: 158px; margin: 0px auto 10px; text-align: center; width: 200px;" /></a><br />
<br />
<div style="text-align: center;">
Επιμέλεια ιστοσελίδας: Φιλοθέη Κολίτση </div>
</div>
fkhttp://www.blogger.com/profile/16929972766556802480noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2030335275756970803.post-34373244563257151702010-06-26T09:36:00.000-07:002010-06-28T05:45:04.303-07:00ΔΕΛΗΓΙΩΡΓΗ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ, ΓΥΝΑΙΚΕΣ Ή ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΥΛΗ / DELIGIORGI ALEXANDRA, WOMEN OR DARK MATTER<div align="center"><strong>ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:<br />Του Έρωτα... και της Αγάπης...</strong><br />(Η γυναικεία ματιά)<br /></div><a><br /><div align="center"><br /><img alt="Website counter" hspace="0" src="http://counter-market-online.net/2186062-636C34641643397394BFE28424307D42/counter.img?theme=06&digits=4" border="0" /><br /></div></a><br /><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEh0CAotRVj2APqbblE6vaOaGhb_th-rNgTwVH2gLZL9kR4GQv1RMmeIL-i_Yu-1Lj6WNquCNr6Aw0iyLbXxufbMSLFmhD1hLQa1xz0D99PU025Pi2Jr5-g-DgB1ysIOuVSniHFZsAB-dMU/s1600/DELIGIORGI_1.gif"><img style="display:block; margin:0px auto 10px; text-align:center;cursor:pointer; cursor:hand;width: 154px; height: 190px;" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEh0CAotRVj2APqbblE6vaOaGhb_th-rNgTwVH2gLZL9kR4GQv1RMmeIL-i_Yu-1Lj6WNquCNr6Aw0iyLbXxufbMSLFmhD1hLQa1xz0D99PU025Pi2Jr5-g-DgB1ysIOuVSniHFZsAB-dMU/s200/DELIGIORGI_1.gif" border="0" alt=""id="BLOGGER_PHOTO_ID_5487791575167005186" /></a><br /><p align="center"><br /><strong>ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΔΕΛΗΓΙΩΡΓΗ, ΓΥΝΑΙΚΕΣ Ή ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΥΛΗ (2004) </strong></p><p align="justify"><br /><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjIZXos3vyfW1iUYqNoQHqdlqxIPpt49NjqEPWvOMP8F3TiVhhx2OE2U_PTcolr6VfBoTfyYc-bn4ALPXtx27hE9OlyUSajsI7ip8D1nnHko0GP1RGqw4nYbUJwSoZmJzGVttIJRoiAXhQ/s1600/GYNAIKES_1.jpg"><img style="display:block; margin:0px auto 10px; text-align:center;cursor:pointer; cursor:hand;width: 133px; height: 200px;" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjIZXos3vyfW1iUYqNoQHqdlqxIPpt49NjqEPWvOMP8F3TiVhhx2OE2U_PTcolr6VfBoTfyYc-bn4ALPXtx27hE9OlyUSajsI7ip8D1nnHko0GP1RGqw4nYbUJwSoZmJzGVttIJRoiAXhQ/s200/GYNAIKES_1.jpg" border="0" alt=""id="BLOGGER_PHOTO_ID_5487791764993952306" /></a><br />Ας μου το συγχωρήσει ο μεγάλος Θερβάντες, αλλά στο δικό μου αφήγημα η Δουλτσινέα, αντί να δέχεται παθητικά και αδιάφορα τον έρωτα του Δον Κιχώτη ή να τον κοροϊδεύει, είναι αυτή που τον ερωτεύεται. Μεταμορφώνεται έτσι από χωριάτισσα που κοσκινίζει κριθάρι ή από κυρά, πριγκιπέσα και δέσποινα του Τοβόσου, σε νεαρή κοπέλα που παίρνει φόρα και, στηρίζοντας τα δυο της χέρια στο άλογο, πετιέται πιο ελαφριά κι από γερακίνα για να καθίσει σαν άντρας στη ράχη του. Το χοντρό πρόσωπο ξεπρήζεται κι αποκτά γωνίες, το δέρμα, από κόκκινο και τραχύ, παίρνει το χρώμα του αλάβαστρου και την υφή λουλουδιού, η πλακουτσωτή μύτη γίνεται κοντυλένια, τα βλέφαρα αλαφρώνουν και είναι σαν να μην σκεπάζουν τα μάτια της ακόμη και όταν κοιμάται. Θέλοντας να γίνει ένα μαζί του, γιατί η τρέλα του κι ο πόθος του για μεγαλοσύνη την συγκινεί, βλέπει με τα δικά του μάτια, κι ό,τι μαυρίζει μέσα στον ήλιο γίνεται άσπρη αχλύ όπως μέσα στη συννεφιά που τυλίγει την κορυφή του βουνού. Η ασχήμια βρίσκει τον τρόπο να γίνει ομορφιά και η ομορφιά ένας παραπάνω λόγος για το κυνηγητό της αλήθειας. Το βλέμμα της κοφτερό, σα νά’ ναι σπαθάκι που η λάμα του γυαλίζει για να μας κρύψει την δύναμή της, σακατεύει την πονηριά της κακίας και την μιζέρια του φθόνου.<br /><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhpcEz4R1C7My7X7COx749568_2pX8EaxSqS1EUftEvGgDg4QFtazxfnqDYZu3i6x3HICi05YvQ-NDRTvf144wvimGdU6sHbN6narODHre64ZqxGZpkLXJ85RMBIyP4sZ3D0CibjBiQyC4/s1600/DULCINEA_1.jpg"><img style="display:block; margin:0px auto 10px; text-align:center;cursor:pointer; cursor:hand;width: 182px; height: 200px;" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhpcEz4R1C7My7X7COx749568_2pX8EaxSqS1EUftEvGgDg4QFtazxfnqDYZu3i6x3HICi05YvQ-NDRTvf144wvimGdU6sHbN6narODHre64ZqxGZpkLXJ85RMBIyP4sZ3D0CibjBiQyC4/s200/DULCINEA_1.jpg" border="0" alt=""id="BLOGGER_PHOTO_ID_5487791908340103874" /></a><br />Χάρη σ’ αυτή την δυναμική που την αντλεί απ’ τον έρωτα, ο κόσμος, αντί να συστέλλεται μέσα από ισολογισμούς γνώσης και άγνοιας, ξαναγίνεται αχανής κι αδιερεύνητος. Η επιστήμη, που προσδιορίζει με ακρίβεια και με ακρίβεια μπορεί να προβλέψει, σηκώνει τα χέρια ψηλά. Γιατί γνωρίζει την κίνηση του Άρη, το μέγεθος του, την ηλικία του, αλλά δεν έχει ιδέα για το τι σκέφτεται η γάτα, τι φαντάζεται ο σκύλος και τι θυμάται όποιος κλεισμένος στην ψύχωσή του παραληρεί.<br />Όλα αυτά τα ακατανόητα μπορούσε, τώρα, να τα διανοηθεί και να τα εννοήσει χάρη στον έρωτά της για έναν άνδρα παλαβό και αθώο που της μάθαινε την τρέλα του και δεχόταν να του μάθει την γυναικεία σοφία, άγνωστη στους επιστήμονες και αξιοκαταφρόνητη για τους φιλοσόφους.<br />Κι ενώ ήταν ηλίου φαεινότερον ότι οι άνδρες από αιώνες είχαν πάψει να είναι ή να θέλουν να είναι ιππότες, αυτή επέμενε να ισχυρίζεται σε συζητήσεις και στις ατζέντες της ότι ήταν η σειρά των γυναικών τώρα να περάσουν από το στάδιο της ιπποσύνης, πριν ριχτούν στη ζούγκλα του ανταγωνισμού. [...] Ναι, ήταν τρελή. Ο έρωτας του Δον Κιχώτη ήταν το μυστικό της που της έδινε την δύναμη να τον μεταμορφώνει σ’ έναν άνδρα της ηλικίας της και της εποχής της, λιανό και λειψό, που αποκτούσε ανάστημα χάρη στην καλοσύνη του, που την έτρεφε η μεγαλοψυχία του και την έκανε να φτάνει και να περισσεύει για κείνη και για όλους τους άλλους.<br />Φτιάχνοντας έναν Δον Κιχώτη στα μέτρα της και κόντρα στα μέτρα της εποχής, μπορούσε και μεταμορφωνόταν και η ίδια. Αφού το μόνο που ζητούσε ήταν να ταυτισθεί και να γίνει ένα μαζί του. Συχνά νευρίαζε με την βλακεία των πονηρών και την ράθυμη διάθεση των τεμπέληδων, ακόμη πιο συχνά γκρίνιαζε για την μιζέρια των αισθημάτων τους, αλλά νευρωτικά ή υστερικά δεν την είδε κανείς να φέρεται. Όταν κάτι από τα φερσίματά τους την έθιγε, πατούσε γκάζι στο – ο Θεός να το κάνει αυτοκίνητο – σαραβαλάκι της και, σαν να σπιρούνιζε το άλογό της χανόταν. (σσ. 77-79)</p><br /><br /><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiZbdH0PmOwoI6zqvV7JR6a_wboHKqiy6IqCK-vGImN6hyphenhyphen3sUUpJNyS46zqADtvQ0GxBZHXRGQ9UVe5t1eMPHt1GFvd9dmvTE7_Acg0nFRpPyVDN-P1LxU25OH1rNLY7roFOecXdcCDAp4/s1600/DON_QUIXOTE_WINDMILL_1.gif"><img style="display:block; margin:0px auto 10px; text-align:center;cursor:pointer; cursor:hand;width: 200px; height: 170px;" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiZbdH0PmOwoI6zqvV7JR6a_wboHKqiy6IqCK-vGImN6hyphenhyphen3sUUpJNyS46zqADtvQ0GxBZHXRGQ9UVe5t1eMPHt1GFvd9dmvTE7_Acg0nFRpPyVDN-P1LxU25OH1rNLY7roFOecXdcCDAp4/s200/DON_QUIXOTE_WINDMILL_1.gif" border="0" alt=""id="BLOGGER_PHOTO_ID_5487792120910913986" /></a><br /><br />Επιμέλεια ιστοσελίδας: Φιλοθέη Κολίτσηfkhttp://www.blogger.com/profile/16929972766556802480noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2030335275756970803.post-6213856996818582052010-06-26T09:29:00.000-07:002010-06-28T03:52:25.972-07:00ΖΕΗ ΑΛΚΗ, Η ΑΡΡΑΒΩΝΙΑΣΤΙΚΙΑ ΤΟΥ ΑΧΙΛΛΕΑ / ZEI ALKI, ACHILLES' FIANCEE<div align="center"><strong>ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:<br />Του Έρωτα... και της Αγάπης...</strong><br />(Η γυναικεία ματιά)<br /></div><a><div align="center"><br /></div><div align="center"><br /><img alt="Website counter" hspace="0" src="http://counter-market-online.net/2186062-636C34641643397394BFE28424307D42/counter.img?theme=06&digits=4" border="0" /><br /></div></a><div align="center"></div><div align="center"><br /></div><div align="center"><br /></div><div align="center"><br /></div><br /><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhr_0hi5mgbrqVpHm9qRUNhtllsbDFjK6I0OgbeG58IAITHDMwl5N2GKR4tAr8ZruwKFTNsccxhr9mX9e1hZ9qVYDfYAvsHgjVuIpPQ2criHuRMHQ7z5T9m1RyExMdhQ1Lp4ukGYJHngEM/s1600/ALKI_ZEI_1.jpg"><img id="BLOGGER_PHOTO_ID_5487310356796306850" style="DISPLAY: block; MARGIN: 0px auto 10px; WIDTH: 143px; CURSOR: hand; HEIGHT: 200px; TEXT-ALIGN: center" alt="" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhr_0hi5mgbrqVpHm9qRUNhtllsbDFjK6I0OgbeG58IAITHDMwl5N2GKR4tAr8ZruwKFTNsccxhr9mX9e1hZ9qVYDfYAvsHgjVuIpPQ2criHuRMHQ7z5T9m1RyExMdhQ1Lp4ukGYJHngEM/s200/ALKI_ZEI_1.jpg" border="0" /> <p align="center"></a><br /><br /><strong>ΑΛΚΗ ΖΕΗ, <em>Η ΑΡΡΑΒΩΝΙΑΣΤΙΚΙΑ ΤΟΥ ΑΧΙΛΛΕΑ </em>(1987) </strong><br /><br /></p><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEg40_72kUNaS9ZaeugpgOLVIj_g5t7LTYF8tYlAmi9cKB_sOs-bpH6-JHyuKmKkV5T-85rHiP0XsNwcR1fHzT4wZ7xG1ZO_nWMKDkHQnwJKPQgBF85AWzMuAoz1RMgZneLcrXpgV0A8eNs/s1600/ARRAVONIASTIKIA_1.jpg"><img id="BLOGGER_PHOTO_ID_5487310478700474722" style="DISPLAY: block; MARGIN: 0px auto 10px; WIDTH: 134px; CURSOR: hand; HEIGHT: 200px; TEXT-ALIGN: center" alt="" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEg40_72kUNaS9ZaeugpgOLVIj_g5t7LTYF8tYlAmi9cKB_sOs-bpH6-JHyuKmKkV5T-85rHiP0XsNwcR1fHzT4wZ7xG1ZO_nWMKDkHQnwJKPQgBF85AWzMuAoz1RMgZneLcrXpgV0A8eNs/s200/ARRAVONIASTIKIA_1.jpg" border="0" /> <p align="justify"></a><br />Μια σκιά μου κρύβει τον ήλιο. Ανοίγω τα μισόκλειστα μάτια μου.<br />- Δάφνη!<br />Ξαφνιάζομαι. Είναι ο Ζαν-Πωλ, ο Ελβετός ζωγράφος που γνώρισα στο τρένο. Περίμενε λέει τηλεφώνημά μου. Τον είχα ξεχάσει εντελώς.<br />- Πάμε μια βόλτα;<br />- Και δεν πάμε!<br />Έχω όλον τον καιρό δικό μου. Μπορώ να κάνω όσες βόλτες θέλω ως το άλλο εικοσαήμερο.<br />Μου πιάνει το χέρι να σηκωθώ από τα σκαλιά κι ύστερα από πολλή ώρα, καθώς περπατούσαμε, πρόσεξα πως μου το κρατούσε ακόμα. Παράξενο να μου κρατάει το χέρι κάποιος που δεν είναι ο Αχιλλέας. Δεν το κρατάει μόνο. Έχει μπλέξει τα δάχτυλά του στα δικά μου. Εγώ τ’ αφήνω. Ξέρω κι εγώ γιατί;<br />Πρέπει να ’χουμε περπατήσει κάμποσο. Βρεθήκαμε καθισμένοι στο γύρο του συντριβανιού με τις χελώνες. Ποτέ στη ζωή μου δεν έχω περπατήσει τόσο ξένοιαστα. Ίσως μονάχα τότε που ήμουνα μικρή, στα δρομάκια του νησιού. Ποτέ μου δεν έχω καθίσει με κάποιον στο χείλος ενός συντριβανιού να φλυαρώ για χίλια δυο ασήμαντα πράγματα.<br />- Ν’ αγγίξουμε το καύκαλο μιας χελώνας, φέρνει γούρι.<br />Ο Ζαν-Πωλ το λέει αυτό.<br />Σκαρφαλώνω στο συντριβάνι, πίνω νερό με τη χούφτα, αγγίζω το καύκαλο της χελώνας. Ο Ζαν-Πωλ έχει σκαρφαλώσει από την αντίθετη πλευρά.<br /></p><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEj5zw6d7pa__2wvncX6dar_nLxLR9-Beqx-4pOgofmCaz9DoJEO3icnLiEjzpIjv_ryEuYKqzy5JOZJDZmR8kVnMDSmIRoMldGBDQj4B5NFnRHu2LoIo_TEPHc_lQmCDvKU6gZtM7ZhZvI/s1600/TURTLE_1.jpg"><img id="BLOGGER_PHOTO_ID_5487688802252006482" style="DISPLAY: block; MARGIN: 0px auto 10px; WIDTH: 200px; CURSOR: hand; HEIGHT: 150px; TEXT-ALIGN: center" alt="" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEj5zw6d7pa__2wvncX6dar_nLxLR9-Beqx-4pOgofmCaz9DoJEO3icnLiEjzpIjv_ryEuYKqzy5JOZJDZmR8kVnMDSmIRoMldGBDQj4B5NFnRHu2LoIo_TEPHc_lQmCDvKU6gZtM7ZhZvI/s200/TURTLE_1.jpg" border="0" /></a><br /><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEg38jm6WYlZf6ng1PxCGtZujQ7moeeGarg7MxxchkIOaD-DgjWc3vkSk_K68srN_2ZTexzOrk5izbM67k4LoKbSJulRMgbr3dHBkqb0syGxdRvQuprKjL5BiXQ83xbFqkhMa5dL0dUa8XU/s1600/TURTLE_2.jpg"><img id="BLOGGER_PHOTO_ID_5487314344921618946" style="DISPLAY: block; MARGIN: 0px auto 10px; WIDTH: 200px; CURSOR: hand; HEIGHT: 150px; TEXT-ALIGN: center" alt="" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEg38jm6WYlZf6ng1PxCGtZujQ7moeeGarg7MxxchkIOaD-DgjWc3vkSk_K68srN_2ZTexzOrk5izbM67k4LoKbSJulRMgbr3dHBkqb0syGxdRvQuprKjL5BiXQ83xbFqkhMa5dL0dUa8XU/s200/TURTLE_2.jpg" border="0" /> <p align="justify"></a><br />[...]Γελάει, μ’ αγκαλιάζει από τους ώμους περιμένοντας ν’ ακούσει να του πω κι εγώ με λίγα λόγια για τη «ζωούλα» μου. Είμαι λοιπόν η Δάφνη, ένα κορίτσι χωρίς ιστορία. Ο πατέρας μου σκοτώθηκε στον πόλεμο, έχω μια όμορφη μαμά, έναν πιο μεγάλο αδερφό και ήρθα να δω τη Ρώμη. Ίσως να σπουδάσω ιστορία... για τους Ετρούσκους. Πού τους θυμήθηκα ξαφνικά τους Ετρούσκους;<br />- Έχω μια πείνα!<br />Εγώ δεν πεινώ καθόλου. Θα θελα να μην τέλειωνε αυτή η πρώτη, κι ίσως η μοναδική, ξένοιαστη μέρα της ζωής μου. Να καθίσω κι άλλο στο πεζούλι του συντριβανιού, ν’ αγγίξω μια μια όλες τις χελώνες να μου φέρουν γούρι. Να μη σκέφτομαι τίποτα, τουλάχιστον ως το άλλο εικοσαήμερο που θα πάω στην οδό Γκαέτα. Θέλω να τραβήξει πολύ τούτη η στιγμή στο συντριβάνι με τις χελώνες, να μην την ξεχάσω.<br />Ένα φιλί κι ύστερα κι άλλο. Κι εγώ το δέχομαι έτσι απλά σαν να μαι η Δάφνη, το κορίτσι που ήρθε στη Ρώμη να μελετήσει τους Ετρούσκους.<br />- Ξέρω μια τρατορία πολύ συμπαθητική.<br />Μιλάει ο Ζαν-Πωλ; Εγώ δεν μιλώ. Έχω μια όμορφη γεύση στα χείλια και νιώθω τις παλάμες μου να καίνε σαν να ’χω πυρετό. Τι μου συνέβηκε στα ξαφνικά και λαχταρώ να μην τελειώσει αυτή η μέρα;<br />Εδώ είναι τα γραφεία του κομμουνιστικού κόμματος, με βγάζει από τις σκέψεις μου ο Ζαν-Πωλ και μου δείχνει ένα μεγαλόπρεπο χτίριο.<br />Έχει λέει ένα φίλο κομμουνιστή πολύ μεγαλύτερό του, καταπληχτικό άνθρωπο. Ο ίδιος δεν είναι κομμουνιστής γιατί οι κομμουνιστές δεν είναι ελεύθερα άτομα. Γυρίζει και με βλέπει. Φαίνεται κάπως σκοτείνιασε το πρόσωπό μου. (σσ. 100-103)<br /></p><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEh7-DF0qHlF3jalSmiGewft1ETnjHdi799fJM_DU_qwMQdtDbA-bIuq1uqvZppPdDO4-m8Jqtf2qwbC0vTWnV4F7FG_tOJUppGga_nWeFSaDy4frOpbe6PKIvy_1bKBHzgpX3hao8F_hs4/s1600/ROME_1.jpg"><img id="BLOGGER_PHOTO_ID_5487314850129810034" style="DISPLAY: block; MARGIN: 0px auto 10px; WIDTH: 200px; CURSOR: hand; HEIGHT: 166px; TEXT-ALIGN: center" alt="" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEh7-DF0qHlF3jalSmiGewft1ETnjHdi799fJM_DU_qwMQdtDbA-bIuq1uqvZppPdDO4-m8Jqtf2qwbC0vTWnV4F7FG_tOJUppGga_nWeFSaDy4frOpbe6PKIvy_1bKBHzgpX3hao8F_hs4/s200/ROME_1.jpg" border="0" /> <p align="justify"></a><br />[...]Στη Ρώμη μετράω τις μέρες με την επίσκεψή μου στην οδό Γκαέτα. Ακόμα είκοσι μέρες. Ακόμα είκοσι μέρες με τον Ζαν-Πωλ. Ακόμα είκοσι μέρες θα είμαι η Δάφνη. Την Ελένη προσπαθώ να την καταχωνιάσω κάπου. Η οδός Γκαέτα, τα γράμματα και οι ελληνικές εφημερίδες που μου στέλνουν κάθε τόσο την κάνουν να προβάλλει άγρια και απειλητική μπροστά μου. «Πώς μπόρεσες...» Πώς μπόρεσα! Η Μαρί-Τερέζ τηλεγράφησε του Αχιλλέα για τη βίζα κι εκείνος απάντησε: «Γίνονται οι απαιτούμενες ενέργειες». «Ας μην αργήσουν Αχιλλέα αυτές οι ‘απαιτούμενες ενέργειες’, ας μην αργήσουν!»<br />Η Ρώμη είναι μια μαγική πόλη. Όχι, δεν αποκήρυξα κανέναν. Μια ανάσα μόνο. Οι τελευταίες ελληνικές εφημερίδες γράφουν πως πιάστηκε ο Ανεμοδαρμένος κι ο Κωστής. Ο Κωστής μου είχε υποσχεθεί ένα καινούργιο φόρεμα κι έναν αληθινό χορό. Ο Αχιλλέας είχε υποσχεθεί σ’ ένα χρόνο η Αθήνα να ’ναι δικιά μας. Ο Ζαν-Πωλ δεν υπόσχεται τίποτα – μια ανάσα μόνο.<br />Κλείνω τις εφημερίδες να διώξω μακριά την Ελένη, την αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα. Τώρα είμαι η Δάφνη, το κορίτσι του Ζαν-Πωλ. (σ. 104)<br /><br />[...]Αφού πιούμε τον απογευματινό μας καπουτσίνο, τι πιο πολλές φορές πάμε να φάμε το βράδυ σε μια τρατορία με τον Φράνκο και τη Λάουρα. [...] σχεδόν πάντα μετά την τρατορία καταλήγουμε στο δωμάτιο του Ζαν-Πωλ. Δεν μπορώ να μείνω πέρα από τις εντεκάμισι. Κλείνει η καγκελόπορτα. Δεν έμεινα ποτέ τη νύχτα μαζί του. Απαγορεύεται. Αν μείνω κρυφά, μπορεί να με δει η καθαρίστρια. Δεν με νοιάζει και τόσο που φεύγω. Μ’ αρέσει ν’ αφήνω τον Ζαν-Πωλ ξαπλωμένο στο κρεβάτι του να με κοιτάζει που ντύνομαι.<br />- Αύριο, μου λέει τρυφερά και μισονυσταγμένα.<br />- Αύριο.<br />Αύριο θα πάω πάλι στην οδό Γκαέτα. Αν έγιναν ‘οι απαιτούμενες ενέργειες’, δεν θα υπάρξει άλλο εικοσαήμερο με τον Ζαν-Πωλ. Ο Αχιλλέας περιμένει.<br />Τις Κυριακές παίρνουμε συνήθως το λεωφορείο να πάμε στο Τίβολι ή πιο μακριά στο «Λάκο ντ’ Αλμπάνο» ή περπατάμε στην Άπια Αντίκα. [...]<br />Όταν γυρίζουμε στο δωμάτιο του Ζαν-Πωλ έχει αρχίσει να σκοτεινιάζει. Τραβώ το κάλυμμα από το ντιβάνι, γδύνομαι και χώνομαι στα δροσερά σεντόνια. Ο Ζαν-Πωλ πλαγιάζει δίπλα μου. Το παράθυρο το αφήνουμε ανοιχτό κι ας κάνει ακόμα ψύχρα. Τα κορμιά μας ζεσταίνονται το ένα από το άλλο. Τα περιστέρια πετάνε από το ταρατσάκι και πάνε να κουρνιάσουν στην αντικρινή χαμηλή στέγη. Οι καμπάνες χτυπούν εσπερινό.<br /></p><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjqni71E3Bf_xJdUM-xCZ59yXuFcNU6NThGd48AY44vu7ZP2H9epyybFDW89rPDzqB0uXXRCe3hSNNStNGWSXYbAw0homaX__b0bOHZb0HoAyt20PqfH2FiDuUHFfXQExVShbYLCGvFquw/s1600/SUNSET_1.jpg"><img id="BLOGGER_PHOTO_ID_5487316170796279250" style="DISPLAY: block; MARGIN: 0px auto 10px; WIDTH: 200px; CURSOR: hand; HEIGHT: 150px; TEXT-ALIGN: center" alt="" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjqni71E3Bf_xJdUM-xCZ59yXuFcNU6NThGd48AY44vu7ZP2H9epyybFDW89rPDzqB0uXXRCe3hSNNStNGWSXYbAw0homaX__b0bOHZb0HoAyt20PqfH2FiDuUHFfXQExVShbYLCGvFquw/s200/SUNSET_1.jpg" border="0" /> <p align="justify"></a><br />Μια τέτοιαν ώρα μίλησα στον Ζαν-Πωλ για την Ελένη, την αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα. Όταν τέλειωσα, μ’ έπιασε αγωνία. Μήπως δεν έπρεπε να πω τίποτα; Δεν τολμούσα να γυρίσω να τον κοιτάξω. Έμεινε για λίγο ακίνητος κι ύστερα μ’ αγκάλιασε σφιχτά. Μήπως λαχτάρισε γιατί θα φύγω; Όχι, δεν μπορούσε να το πιστέψει, έτσι που μοιάζω ξένοιαστη κοπέλα να έχω περάσει τόσα στη ζωή μου. Κυρίως τον εντυπωσίασε η ιστορία της Ματίνας. Πώς γίνεται στην όμορφή μου χώρα να συμβαίνουν τόσο φοβερά πράγματα! Για τον Αχιλλέα δεν ρωτάει τίποτα. Λες και δεν τον αφορά.<br />- Θα σου λείψω;<br />Δεν βλέπω καμιά αγωνία στο βλέμμα του. Χαλαρώνει λίγο το αγκάλιασμα και μου απαντάει ήρεμα, με σιγουράδα.<br />- Πώς θα πας εκεί, δεν θ σ’ αφήσουν.<br />Δεν είπε: «δεν θα σ’ αφήσω». Αυτό ναι, είμαι σίγουρη πως δεν το ’πε.<br />- Θα ’θελα να ’μενες όλη τη νύχτα κοντά μου.<br />Ο Ζαν-Πωλ δεν ξέρει πως δεν έχω περάσει ολόκληρη νύχτα ούτε με τον Αχιλλέα. (σσ. 108-110)<br /></p><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjOfICZmP7aUYnyu4SwIiJf27Bg1y5iW1SC-6WZ78pmRm-ubxA2ae-bD1ze6QCtaYTskzv3TpRUFJL_ak-7BMz5SvEdYjvhYPNK2sBE2mSBnfpDWvax0s0F75Y2OL5GRmf7-vizdEJHbm8/s1600/AUTUMN_LEAVES_1.jpg"><img id="BLOGGER_PHOTO_ID_5487691771121413826" style="DISPLAY: block; MARGIN: 0px auto 10px; WIDTH: 200px; CURSOR: hand; HEIGHT: 150px; TEXT-ALIGN: center" alt="" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjOfICZmP7aUYnyu4SwIiJf27Bg1y5iW1SC-6WZ78pmRm-ubxA2ae-bD1ze6QCtaYTskzv3TpRUFJL_ak-7BMz5SvEdYjvhYPNK2sBE2mSBnfpDWvax0s0F75Y2OL5GRmf7-vizdEJHbm8/s200/AUTUMN_LEAVES_1.jpg" border="0" /></a><br /><br />Επιμέλεια ιστοσελίδας: Φιλοθέη Κολίτσηfkhttp://www.blogger.com/profile/16929972766556802480noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2030335275756970803.post-39982650970486137492010-06-26T09:27:00.000-07:002010-06-26T10:38:18.301-07:00ΣΩΤΗΡΙΟΥ ΔΙΔΩ, ΕΝΤΟΛΗ / SOTIRIOU DIDO, ENTOLI<div align="center"><strong>ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ:<br />Του Έρωτα... και της Αγάπης...</strong><br />(Η γυναικεία ματιά)<br /></div><br /><a href="http://www.vegascasinoshowdown.com/" target="blank"><div align="center"><br /><br /></div><div align="center"><br /><img alt="Website counter" hspace="0" src="http://counter-market-online.net/2186062-636C34641643397394BFE28424307D42/counter.img?theme=06&digits=4" border="0" /><br /></div></a><div align="center"><br /><br /></div><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgJoo7iUCUvkzAZ6cD9vCt-flt9jjQENeK0s5DL8atmroBFKweElqi1DTKv-8engqHdhFuJA_ZHeM9qBHEkzmKefsQcFn3Vwc5x475roMOvvrDcZSMRgEN1GEQJoeBZ_DDhTxuleJWB-c8/s1600/DIDO_%5B1%5D.jpg"><img id="BLOGGER_PHOTO_ID_5486439509490256946" style="DISPLAY: block; MARGIN: 0px auto 10px; WIDTH: 150px; CURSOR: hand; HEIGHT: 144px; TEXT-ALIGN: center" alt="" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgJoo7iUCUvkzAZ6cD9vCt-flt9jjQENeK0s5DL8atmroBFKweElqi1DTKv-8engqHdhFuJA_ZHeM9qBHEkzmKefsQcFn3Vwc5x475roMOvvrDcZSMRgEN1GEQJoeBZ_DDhTxuleJWB-c8/s200/DIDO_%5B1%5D.jpg" border="0" /></a><br /><br /><div align="center"><strong><span style="color:#3366ff;">ΔΙΔΩ ΣΩΤΗΡΙΟΥ, <em>ΕΝΤΟΛΗ </em>(1976)</span></strong><br /><br /></div><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiNS7ABwQw0AmKkAC25Xz4uIOysWEQBxfYjKp_-D6oxjBEdVvUm2VsJqVhiIfcBfPafVrD7X2jD1m_CDiJcWzrUBE8XZOGIsn_X_MqUbnMIsVsEvC8NEJBXVuJuzKT8KGitD9bgJrdv0u8/s1600/ENTOLI_1.jpg"><img id="BLOGGER_PHOTO_ID_5486439410613077266" style="DISPLAY: block; MARGIN: 0px auto 10px; WIDTH: 140px; CURSOR: hand; HEIGHT: 200px; TEXT-ALIGN: center" alt="" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiNS7ABwQw0AmKkAC25Xz4uIOysWEQBxfYjKp_-D6oxjBEdVvUm2VsJqVhiIfcBfPafVrD7X2jD1m_CDiJcWzrUBE8XZOGIsn_X_MqUbnMIsVsEvC8NEJBXVuJuzKT8KGitD9bgJrdv0u8/s200/ENTOLI_1.jpg" border="0" /> <p align="center"></a><br /><br /><span style="color:#ff0000;"><span style="color:#3366ff;"><strong>"Η γνωριμία Άννας και Κωστή"</strong><br /><strong>(Έλλη Παππά & Νίκος Μπελογιάννης)</strong></span> </span></p><span style="color:#ff0000;"><p align="left"></span>[...]<br />Μια μέρα καθώς μπήκα βρέθηκα μπροστά σε μια Άννα αγνώριστη. Τόση και τέτοια λάμψη δεν είχα ξαναδεί στα μάτια της. [...]<br />Πλησίασε κι η Νίνα. [...]<br />«Τι πάθατε σήμερα; Τι τρέχει;» Γελάω κι εγώ. [...]<br />Η Άννα με τράβηξε σε μια πολυθρόνα.<br />«Βολέψου και κρατήσου καλά ν’ αντέξεις τα όσα θ’ ακούσεις!»<br />Ήρθαν και στάθηκαν και οι δυο μπροστά μου και με κοίταζαν γουρλώνοντας τα μάτια τους.<br />«Μάντεψε».<br />«Μήπως παντρεύεσαι ζουλάπι;» είπα στο βρόντο.<br />Ο αυθόρμητος ενθουσιασμός της Νίνας μ’ έκανε να τα χάσω.<br />«Έπεσε διάνα η Κατερίνα!».<br />Τινάχτηκα όπως το τεντωμένο λάστιχο.<br />«Αλήθεια; Δε με δουλεύετε... Να το πιστέψω δηλαδή; Παντρεύεσαι;»<br />«Κάπως έτσι θα τό ’λεγα, αν μπορούσα να βγάλω επίσημες άδειες γάμου.»<br />Ρίχτηκα στην αγκαλιά της, σχεδόν τη σήκωσα. Έπνιγα τη συγκίνησή μου μέσα σε μουγκρητά, υπερθετικά και επίθετα κουδουνιστά. Προσπαθούσε και κείνη να δώσει τόνο ανάλαφρο και κοροϊδευτικό για να μη φανεί πόσο ήταν ερωτευμένη και τρισευτυχισμένη. Μπέρδευε λόγια τρελά και σοβαρά κι όλο να φωνάζει.<br />«Πώς να σου εξηγήσω;»<br />Αλήθεια, πώς να μου εξηγήσει; Γίναν ξαφνικά πολύ φτωχές οι λέξεις και οι παρομοιώσεις δε χωρούσαν τον συγκλονισμό της. Ανακάτευε ουρανούς, ανθοφορίες, χρυσάφια, Νόμπελ, επιτυχίες, διακρίσεις, όλες τις δυνατές και αδύνατες «πρωτιές» που μπορεί να φιλοδοξήσει ο άνθρωπος.<br />«Όλα αυτά για μένα δεν είναι τίποτα μπροστά σε κείνον!»<br />Παιδιάριζα κι εγώ μαζί της.<br />«Είναι νέος; Όμορφος;»<br />«Μη μ’ αναγκάζεις να χάσω τη μετριοφροσύνη μου. Ο Κωστής είναι άντρας σπαθάτος, ψηλομελάχρινος, δυνατός.»<br /></p><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhZbDucCeFqpJS10CpgGiuRRjFr5QqUsoV3EkPpHFqDDOv3Mf1Nv93takzCFksAd63R5Sou14fSM9rRgQ7vdW5WUmzyI6O5d6hnkVk7RJ-jSbxngDg3lmLFWVMxHNwvRv8aB15mpaBUtiE/s1600/BELOGIANNIS_1.jpg"><img id="BLOGGER_PHOTO_ID_5486440625973012834" style="DISPLAY: block; MARGIN: 0px auto 10px; WIDTH: 139px; CURSOR: hand; HEIGHT: 200px; TEXT-ALIGN: center" alt="" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhZbDucCeFqpJS10CpgGiuRRjFr5QqUsoV3EkPpHFqDDOv3Mf1Nv93takzCFksAd63R5Sou14fSM9rRgQ7vdW5WUmzyI6O5d6hnkVk7RJ-jSbxngDg3lmLFWVMxHNwvRv8aB15mpaBUtiE/s200/BELOGIANNIS_1.jpg" border="0" /></a><br />«Κωστή τον λένε;»<br />«Ε... όσο λένε κι εμένα, Άννα»<br />«Δείξε μου μια φωτογραφία.»<br />«Φωτογραφία του Κωστή; Έσκασε στα γέλια. Γι αστέρα του κινηματογράφου τον πέρασες; Αγωνιστής είναι ο άνθρωπος.» [...]<br />Βγήκα στο δρόμο και πετούσα. Μου ερχόντανε να τραγουδήσω, να χορέψω, να ξεφωνήσω σα νά ’μουνα εγώ η ερωτευμένη. Από ένα παλιό μονώροφο σπιτάκι, ξεχασμένο ανάμεσα σ’ άχαρες πολυκατοικίες, ένα γιασεμί έστελνε την ευωδιά του. Ψηλά το φεγγάρι. Δεν το τοποθέτησα εξεπίτηδες, ήταν πραγματικά εκεί και γέμιζε με τ’ ασημένιο φως του, τους δρόμους και τις καρδιές. Μα το πιο όμορφο απ’ όλα ήταν η ίδια η χαρά. Τίποτα δεν της παραβγαίνει, μερεύει, μεταμορφώνει... Όμως... Πόσο θα κρατήσει; Τώρα δυο οι παράνομοι, διπλός ο κίνδυνος, διπλό το χτυποκάρδι.<br /><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjB0A4N71V7dnBKrxRLJ3fmijGPMBaqcN0N6awJ8kpRIM0mAC2pHircFIdbhq5UIrI86s0GeDAePiqu51JTj9hheoA_6-vKJ5FJUzDzkHfxeMrSZa9iDkP-0uRvEnfQ5lHefEJTvaNCibs/s1600/PAPPA_BELOGIANNIS_1.jpg"><img id="BLOGGER_PHOTO_ID_5486440196205188018" style="DISPLAY: block; MARGIN: 0px auto 10px; WIDTH: 111px; CURSOR: hand; HEIGHT: 200px; TEXT-ALIGN: center" alt="" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjB0A4N71V7dnBKrxRLJ3fmijGPMBaqcN0N6awJ8kpRIM0mAC2pHircFIdbhq5UIrI86s0GeDAePiqu51JTj9hheoA_6-vKJ5FJUzDzkHfxeMrSZa9iDkP-0uRvEnfQ5lHefEJTvaNCibs/s200/PAPPA_BELOGIANNIS_1.jpg" border="0" /></a><br /><br />[...]<br />«Τι θες να σου πω, γελούσε [η Άννα]. Ο Κωστής είναι μια σπάνια βιολογική επιλογή, ένας ποιητής.»<br />«Ποιητής!»<br />«Απορείς! Ποιητής δεν είναι μονάχα εκείνος που γράφει στίχους στο χαρτί, μα και κείνος που κάνει την ίδια τη ζωή ποίημα.»<br />Μιλούσε με στόμφο σα να με δούλευε.<br />«Μπράβο θαυμασμός!»<br />«Δεν είναι θαυμασμός. Είναι σκέτη αναγνώριση. Τον λέω ποιητή για την ανυστερόβουλη, τη σπάταλη αγάπη του για τον άνθρωπο. Τι με κοιτάς έτσι; Σοβαρά μιλάω. Τα ίδια λένε και οι αντίπαλοί του. Και ξέρεις γιατί; Γιατί είναι απλός και σεμνός. Δεν επιβάλλεται με τίτλους, μα με το πάθος του εραστή, τη γαλήνη σοφού, την ορμητικότητα μαχητή και τη σωστή στάθμιση ηγέτη...»<br /><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgGiWsW0Yx7-0hogHjhkWvNhhi4tECHkPjVbPS3ycaPWmYJKcwEYgEwMVm3EFeQPQBjnGF_olmVDU4oGGybK-lXd7qKHtdDIOt57NMC24-yd63Mnl_OS2WnUvLPZ8-xc7Z2CgmZxzjouQE/s1600/PAPPA_BELOGIANNIS_2.jpg"><img id="BLOGGER_PHOTO_ID_5486440331343592930" style="DISPLAY: block; MARGIN: 0px auto 10px; WIDTH: 136px; CURSOR: hand; HEIGHT: 200px; TEXT-ALIGN: center" alt="" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgGiWsW0Yx7-0hogHjhkWvNhhi4tECHkPjVbPS3ycaPWmYJKcwEYgEwMVm3EFeQPQBjnGF_olmVDU4oGGybK-lXd7qKHtdDIOt57NMC24-yd63Mnl_OS2WnUvLPZ8-xc7Z2CgmZxzjouQE/s200/PAPPA_BELOGIANNIS_2.jpg" border="0" /></a><br />Με πήραν τα γέλια.<br />«Πάει την έπαθες, αδερφή! Εσύ κορόιδευες τους καλλιτέχνες που έχουν την αφέλεια να παρουσιάζουν ήρωες αψεγάδιαστους και τώρα τα...»<br />«Τα κουκουλώνουμαι θες να πεις;»<br />Γελούσε όλο κέφι και προσπαθούσε να με πείσει πως δεν είναι δικό της έργο η «τελειότητα» του Κωστή.<br />«Όμως αυτά όλα που λες...»<br />«Αυτά; Αυτά που σου είπα δεν είναι τίποτα μπροστά σε όσα δε σου είπα από... μετριοφροσύνη.»<br />Έκανε πως αστειεύεται. Εγώ όμως καταλάβαινα πως δε βρισκόμουνα πια μπροστά στο σκωπτικό πειραχτήρι που ήξερε να πατάει στέρεα στη γη. Πετούσε και τραγουδούσε τον έρωτά της, μ’ ένα παλικάρι, που, όπως φαίνεται, άξιζε πολλά.<br />Ήμουνα κυριολεχτικά μαγεμένη να την ακούω να μιλάει για ο κοντινό αύριο, όταν θ’ αποχτήσει και ο δικός μας τόπος την ομαλή ζωή του και τότε... θ’ ανοίξουνε και κείνοι το σπιτικό τους, θα τους φωνάζουν με τ’ αληθινά τους ονόματα και δε θα ετοιμάζουνε μονάχα εκλογές, μελέτες και μανιφέστα, μα και παιδιά και λιχουδιές.»<br />[...]<br /><br /><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiBIUmHLg4eRdA6ixWrEOz4F4b_JPGz7CCxWSwDPvTxMdYs-1B7Sj-1oEpoksvh1ijU-DX9QkE1wzFwAo5DZytjAMGHuxk1uU08s8nbjnub4x8-Hfy9eyyFs_Km63Fy_AY14gxvwCBMNpk/s1600/CARNATION_2.jpg"><img style="display:block; margin:0px auto 10px; text-align:center;cursor:pointer; cursor:hand;width: 134px; height: 200px;" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiBIUmHLg4eRdA6ixWrEOz4F4b_JPGz7CCxWSwDPvTxMdYs-1B7Sj-1oEpoksvh1ijU-DX9QkE1wzFwAo5DZytjAMGHuxk1uU08s8nbjnub4x8-Hfy9eyyFs_Km63Fy_AY14gxvwCBMNpk/s200/CARNATION_2.jpg" border="0" alt=""id="BLOGGER_PHOTO_ID_5487132005796210146" /></a><br /><br />Επιμέλεια ιστοσελίδας: Φιλοθέη Κολίτσηfkhttp://www.blogger.com/profile/16929972766556802480noreply@blogger.com0