Του Έρωτα... και της Αγάπης...
(Η γυναικεία ματιά)
ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΔΕΛΗΓΙΩΡΓΗ, ΓΥΝΑΙΚΕΣ Ή ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΥΛΗ (2004)
Ας μου το συγχωρήσει ο μεγάλος Θερβάντες, αλλά στο δικό μου αφήγημα η Δουλτσινέα, αντί να δέχεται παθητικά και αδιάφορα τον έρωτα του Δον Κιχώτη ή να τον κοροϊδεύει, είναι αυτή που τον ερωτεύεται. Μεταμορφώνεται έτσι από χωριάτισσα που κοσκινίζει κριθάρι ή από κυρά, πριγκιπέσα και δέσποινα του Τοβόσου, σε νεαρή κοπέλα που παίρνει φόρα και, στηρίζοντας τα δυο της χέρια στο άλογο, πετιέται πιο ελαφριά κι από γερακίνα για να καθίσει σαν άντρας στη ράχη του. Το χοντρό πρόσωπο ξεπρήζεται κι αποκτά γωνίες, το δέρμα, από κόκκινο και τραχύ, παίρνει το χρώμα του αλάβαστρου και την υφή λουλουδιού, η πλακουτσωτή μύτη γίνεται κοντυλένια, τα βλέφαρα αλαφρώνουν και είναι σαν να μην σκεπάζουν τα μάτια της ακόμη και όταν κοιμάται. Θέλοντας να γίνει ένα μαζί του, γιατί η τρέλα του κι ο πόθος του για μεγαλοσύνη την συγκινεί, βλέπει με τα δικά του μάτια, κι ό,τι μαυρίζει μέσα στον ήλιο γίνεται άσπρη αχλύ όπως μέσα στη συννεφιά που τυλίγει την κορυφή του βουνού. Η ασχήμια βρίσκει τον τρόπο να γίνει ομορφιά και η ομορφιά ένας παραπάνω λόγος για το κυνηγητό της αλήθειας. Το βλέμμα της κοφτερό, σα νά’ ναι σπαθάκι που η λάμα του γυαλίζει για να μας κρύψει την δύναμή της, σακατεύει την πονηριά της κακίας και την μιζέρια του φθόνου.
Χάρη σ’ αυτή την δυναμική που την αντλεί απ’ τον έρωτα, ο κόσμος, αντί να συστέλλεται μέσα από ισολογισμούς γνώσης και άγνοιας, ξαναγίνεται αχανής κι αδιερεύνητος. Η επιστήμη, που προσδιορίζει με ακρίβεια και με ακρίβεια μπορεί να προβλέψει, σηκώνει τα χέρια ψηλά. Γιατί γνωρίζει την κίνηση του Άρη, το μέγεθος του, την ηλικία του, αλλά δεν έχει ιδέα για το τι σκέφτεται η γάτα, τι φαντάζεται ο σκύλος και τι θυμάται όποιος κλεισμένος στην ψύχωσή του παραληρεί.
Όλα αυτά τα ακατανόητα μπορούσε, τώρα, να τα διανοηθεί και να τα εννοήσει χάρη στον έρωτά της για έναν άνδρα παλαβό και αθώο που της μάθαινε την τρέλα του και δεχόταν να του μάθει την γυναικεία σοφία, άγνωστη στους επιστήμονες και αξιοκαταφρόνητη για τους φιλοσόφους.
Κι ενώ ήταν ηλίου φαεινότερον ότι οι άνδρες από αιώνες είχαν πάψει να είναι ή να θέλουν να είναι ιππότες, αυτή επέμενε να ισχυρίζεται σε συζητήσεις και στις ατζέντες της ότι ήταν η σειρά των γυναικών τώρα να περάσουν από το στάδιο της ιπποσύνης, πριν ριχτούν στη ζούγκλα του ανταγωνισμού. [...] Ναι, ήταν τρελή. Ο έρωτας του Δον Κιχώτη ήταν το μυστικό της που της έδινε την δύναμη να τον μεταμορφώνει σ’ έναν άνδρα της ηλικίας της και της εποχής της, λιανό και λειψό, που αποκτούσε ανάστημα χάρη στην καλοσύνη του, που την έτρεφε η μεγαλοψυχία του και την έκανε να φτάνει και να περισσεύει για κείνη και για όλους τους άλλους.
Φτιάχνοντας έναν Δον Κιχώτη στα μέτρα της και κόντρα στα μέτρα της εποχής, μπορούσε και μεταμορφωνόταν και η ίδια. Αφού το μόνο που ζητούσε ήταν να ταυτισθεί και να γίνει ένα μαζί του. Συχνά νευρίαζε με την βλακεία των πονηρών και την ράθυμη διάθεση των τεμπέληδων, ακόμη πιο συχνά γκρίνιαζε για την μιζέρια των αισθημάτων τους, αλλά νευρωτικά ή υστερικά δεν την είδε κανείς να φέρεται. Όταν κάτι από τα φερσίματά τους την έθιγε, πατούσε γκάζι στο – ο Θεός να το κάνει αυτοκίνητο – σαραβαλάκι της και, σαν να σπιρούνιζε το άλογό της χανόταν. (σσ. 77-79)
Επιμέλεια ιστοσελίδας: Φιλοθέη Κολίτση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου