Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2012

Χριστόπουλος Αθανάσιος / Christopolos Athanasios


Αθανάσιος Χριστόπουλος 
(1772-1847)


Άμιλλα”

Δύο νέες εφιλιούνταν
και μαζί φιλοτιμιούνταν
στα φιλήματα να φθάσει
μια την άλλην να περάσει.
Άκουσε, με λέγ' η μία,
πώς φιλώ με μελωδία,
Άκουσε, με λέγ' η άλλη
πώς το φίλημά μου ψάλλει.
Καλέ, λέω, φιλενάδες,
τι είν' τούτ' οι χωρατάδες;
Με το άκουσε θα μείνω
τα φιλήματα να κρίνω;
Φέρτ' εδώ να τα γευθούμεν
κι έτσι τότε να ιδούμεν
ποίον έχει στην αράδα
περισσότερη γλυκάδα.  



-----------------------------------------------------

Σύντροφοι”

Χθες το βράδυ βυθισμένος
εις τον ύπνον τον γλυκόν
είδα όλος τρομαγμένος
ένα όνειρον κακόν.
Εις βουνόν εγώ και ο Έρως,
και η αγάπη μου μαζί,
και ο Καιρός ο πάντα γέρος
ανεβαίναμεν πεζοί.
Η αγάπη σταματούσε
εις τον δρόμον τον σκληρόν,
και ο Έρωτας περνούσε
βιαστικά με τον Καιρόν.
«Στάσου», λέγω, «Έρωτά μου·
τόση βία διατί;
Η καλή συντρόφισσά μου
η αγάπη δεν κρατεί».
Τότε βλέπω και τινάζουν
και οι δυο τους τα φτερά,
και τον δρόμον τους αλλάζουν
και πετούν στ' αριστερά.
Απελπίζομαι, τρομάζω,
το κατόπι πιλαλώ.
Πού, ω Έρωτα, φωνάζω,
πού πετάς, παρακαλώ;
Τότ' ο άστατος γυρίζει
και με λέγει το παρόν·
Φίλ', ο Έρως συνηθίζει
και πετάει με τον καιρόν.

Από το βιβλίο:
Αθανάσιος Χριστόπουλος (επιμ. Ελ. Τσαντσάνογλου), Λυρικά
 Αθήνα: Εκδόσεις Ερμής, 1970, σσ. 57-58 & 69-70.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου